Μια επικείμενη συνάντηση με τον Ντόναλντ Τραμπ των ΗΠΑ. Η εμφάνιση μπροστά σε κοινό στο Μέγαρο του Λαού με τον Σι Τζινπίνγκ της Κίνας.
Αν και μόνο να μαντέψουμε μπορούμε, αλλά το πιθανότερο είναι πως ο Κιμ Γιονγκ Ουν της Βόρειας Κορέας θα νιώθει μάλλον ικανοποιημένος με τον εαυτό του. Ένα οπισθοδρομικό, απάνθρωπα καταπιεστικό καθεστώς που κυβερνάει ένα έθνος 25 εκατομμυρίων, απολαμβάνει τώρα την απόλυτη προσοχή των ηγετών των μεγαλύτερων δυνάμεων του κόσμου.
Η διεθνής κοινότητα θα έπρεπε να καλωσορίσει την επίσκεψη του κ. Κιμ στο Πεκίνο. Η εναλλακτική θα μπορούσε εύκολα να ήταν ένας πόλεμος. Μόλις πριν από λίγους μήνες ο κ. Τραμπ υποσχόταν «φωτιά και οργή» κατά της Πιονγκγιάνγκ για να καταστρέψει το πυρηνικό της πρόγραμμα. Ο Αμερικανός πρόεδρος αρνήθηκε να εξετάσει το ενδεχόμενο ένας βορειοκορεατικός πυρηνικός πύραυλος να χτυπήσει τη δυτική ακτή των ΗΠΑ. Το πιθανό κόστος μιας στρατιωτικής σύγκρουσης είναι ανυπολόγιστο.
Ωστόσο, το Πεκίνο είναι απρόθυμο ή ανήμπορο να συγκρατήσει τον απείθαρχο σύμμαχο και γείτονα.
Τώρα, εκ πρώτης όψεως, έχουμε την προοπτική πραγματικών διπλωματικών ενεργειών. Στέλνοντας μια βορειοκορεατική αποστολή στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς στην Πιονγκγιάνγκ, ο κ. Κιμ έσπασε τον πάγο στις σχέσεις με την Νότια Κορέα. Η πρόταση του να συναντήσει τον κ. Τραμπ ανέτρεψε σχέδια στην Ουάσιγκτον και έβαλε στον πάγο προετοιμασίες του αμερικάνικου στρατού. Το ταξίδι στο Πεκίνο έστειλε σήμα πως η Κίνα νιώθει τώρα υποχρεωμένη να άρει την εντολή αποκλεισμού που είχε επιβάλλει στον κ. Κιμ για την συνεχιζόμενη άρνηση του να υπακούσει τις εντολές περιστολής του πυρηνικού προγράμματος.
Το κρατικό κινεζικό πρακτορείο Xinhua μετέδωσε πως ο κ. Σι επαίνεσε στον καλεσμένο του: «Φέτος υπήρξαν ελπιδοφόρες αλλαγές στην κατάσταση στην κορεατική χερσόνησο και εκφράζουμε την εκτίμηση μας για τις μεγάλες προσπάθειες που κατέβαλε προς αυτήν την κατεύθυνση η Βόρεια Κορέα».
Τα λόγια αυτά ακούστηκαν μετά από μια πολυετή περίοδο κατά την οποία ο κ. Κιμ ασκούσε σφοδρή κριτική στο Πεκίνο γιατί στήριζε τις κυρώσεις του ΟΗΕ κατά της Πιονγκγιάνγκ. Ο κ. Σι, ένας ουσιαστικά νέος Κινέζος αυτοκράτορας, δεν είναι συνηθισμένος σε τέτοιους ελιγμούς. Αλλά αν ο κ. Κιμ ήταν διατεθειμένος να συναντήσει τον κ. Τραμπ, η Κίνα δεν είχε την πολυτέλεια να μείνει στο περιθώριο.
Ένας κυνικός ή ακόμα και ένας πιο ανοιχτόμυαλος σκεπτικιστής, θα έλεγε πως ο Βορειοκορεάτης ηγέτης έπαιξε τέλεια το παιχνίδι της διπλωματίας. Αγόρασε χρόνο για να εξελίξει το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων. Και θόλωσε τα νερά όσον αφορά το ποιος έχει την ευθύνη για την κρίση.
Όταν ο κ. Κιμ λέει ότι θέλει να συζητήσει την αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου, αυτό που εννοεί είναι ότι η Βόρεια Κορέα θα διατηρήσει το δικαίωμα απόκτησης πυρηνικών όπλων για όσο καιρό οι ΗΠΑ έχουν στρατιωτική παρουσία στην Νότια Κορέα. Πρόκειται για ένα αντάλλαγμα που κανένας πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένος να δώσει. Αλλά αν οι συνομιλίες καταρρεύσουν τώρα, όπως αναμένουν ότι θα συμβούν οι Κινέζοι, τότε η ευθύνη θα μεταφερθεί στις ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει τίποτα που να καταδεικνύει ότι έχουν σβήσει οι πυρηνικές φιλοδοξίες του κ. Κιμ. Το δόγμα το οποίο ασπάζεται η Πιονγκιάνγκ υποστηρίζει πως η πυρηνική βόμβα και τα μέσα για την πλοήγηση της, είναι η μόνη βέβαιη εγγύηση ενάντια σε μια απόπειρα της Ουάσιγκτον να ανατρέψει το καθεστώς.
Οι Βορειοκορεάτες διπλωμάτες θυμίζουν πάντοτε στους δυτικούς ομόλογους τους τι συνέβη στον Σαντάμ Χουσεϊν του Ιράκ και τον Μουαμάρ Καντάφι της Λιβύης. Οι απειλές του κ. Τραμπ να ανατρέψει την διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την πεποίθηση της Πιονγκγιάνγκ.
Ο κ. Κιμ αυτό που θέλει από τις συνομιλίες με τις ΗΠΑ είναι να αναγνωριστεί ως μια κανονική πυρηνική δύναμη. Μόνο όταν θα νιώσει ασφάλεια θα εξετάσει η Πιονγκγιάνγκ αλλαγές για την μείωση της στρατιωτικής έντασης στην χερσόνησο.
Οι Αμερικάνοι ειδικοί διαφωνούν στο πόσο κοντά είναι το καθεστώς να κατασκευάσει έναν δικό του πύραυλο που μπορεί να μεταφέρει μια πυρηνική κεφαλή στην άλλη πλευρά του Ειρηνικού. Αλλά μετά από μια μεγάλη περίοδο που μιλούσαν για χρόνια, τώρα έχουν αρχίσει να μιλάνε για μήνες. Οπότε μπορεί να ισχύει ότι αυτές οι διάφορες συναντήσεις (ο κ. Κιμ επιβεβαίωσε την Πέμπτη ότι θα συναντήσει τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο Μουν Τζε-ιν) προσφέρουν την προοπτική μιας αναστολή του πολέμου.
Η Πιονγκιάνγκ, ενδεχομένως και το Πεκίνο, μπορεί να ελπίζουν ότι όταν η Ουάσιγκτον ανακαλύψει πως ξεγελάστηκε, θα έχει χάσει τον ενθουσιασμό της για μια ευρύτερη ανάφλεξη στην Ανατολική Ασία. Η συζήτηση θα έχει μετατοπιστεί στην συγκράτηση. Το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου σήμερα σχεδιάζει την εξωτερική του πολιτική για μια εποχή πέρα από τον κ. Τραμπ. Γιατί να πράξει διαφορετικά η Βόρεια Κορέα;
Οι πραγματικά αισιόδοξοι θα διακρίνουν μια άλλη δυνατότητα. Βλέπουν τις διαπραγματεύσεις σαν ένα παιχνίδι πόκερ. Ο κ. Τραμπ και ο κ. Σι έχουν σχεδόν όλα τα καλά φύλα. Αλλά για όσο καιρό θα παίζουν ο έναν εναντίον του άλλου, ο κ. Κιμ θα βγαίνει νικητής. Αν αλλάξει η δυναμική του παιχνιδιού, ο Βορειοκορεάτης ηγέτης θα αναγκαστεί να δείξει το φύλο του.
Έπρεπε να ήταν προφανές εξ αρχής πως ένας διακανονισμός θα βασίζονταν πάνω από όλα σε μια συνεννόηση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα. Θέλουν και οι δύο χώρες να εγκαταλείψει ο κ. Κιμ την βόμβα. Ο κ. Τραμπ διαθέτει την στρατιωτική ισχύ και η Πιονγκγιάνγκ είναι σχεδόν πλήρως εξαρτημένη στο Πεκίνο για προμήθεια ενέργειας και τροφίμων. Η Κίνα ωστόσο, φοβάται περισσότερο μια κατάρρευση του καθεστώτος, με μια ενωμένη Κορέα να επεκτείνει την αμερικάνικη επιρροή ως τα κινεζικά σύνορα, που δεν την πειράζουν τα πυρηνικά. Από την πλευρά του, ο κ. Κιμ θέλει περισσότερο από όλα να παραμείνει στην εξουσία.
Αν υπάρχει διέξοδος από το λαβύρινθο, και δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει, βρίσκεται σε μια συμφωνία ΗΠΑ-Κίνας που θα εγγυάται την εδαφική ακεραιότητα της Βόρειας Κορέας και όσο φρικτό και αν είναι αυτό, την ασφάλεια του καθεστώτος του κ. Κιμ. Θα είναι στην πραγματικότητα η συνθήκη που δεν υπογράφηκε ποτέ στο τέλος του κορεατικού πολέμου.
Με την κοινή στήριξη Πεκίνου και Ουάσιγκτον, η πρόταση θα μπορούσε να γίνει με τρόπο που θα ήταν αδύνατον να την αρνηθεί ο κ. Κιμ.
Πηγή πληροφοριών: Financial Times, Euro2day.gr