Δεν θα παραταθεί η λειτουργία των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ενέργειας για να εξισορροπηθούν οι πιθανές ελλείψεις στον ενεργειακό εφοδιασμό λόγω των περικοπών που έχουν γίνει στις παραδόσεις φυσικού αερίου από τη Ρωσία ξεκαθάρισε ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς μιλώντας στην εφημερίδα Münchner Merkur.
«Ειδικοί μας λένε: δεν πρόκειται να έχει αποτέλεσμα», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Σολτς . Η σταδιακή εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας είχε αποφασιστεί εδώ και πολύ καιρό, υπενθύμισε ο καγκελάριος.
Η προμήθεια πυρηνικού καυσίμου και οι απαραίτητες διακοπές της λειτουργίας για τη συντήρηση των εργοστασίων αυτών είχαν προγραμματιστεί βάσει του συγκεκριμένου σχεδίου με τις ράβδους καυσίμου να αρκούν ως τέλος του έτους, εξήγησε και πρόσθεσε ότι για να αποκτηθούν νέες, θα χρειάζονταν τουλάχιστον 12 ως 18 μήνες, τόνισε.
Η θέση του Σολτς για την πυρηνική ενέργεια
«Υποστηρίζω τη σταδιακή εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας με όλη μου την καρδιά. Ταυτόχρονα, εάν ήταν εφικτό να παραταθεί η λειτουργία των εργοστασίων για 1 ως 2 χρόνια χωρίς δυσκολίες, μάλλον ελάχιστοι θα έκαναν ενστάσεις», είπε ωστόσο την ίδια στιγμή επεσήμανε πως δεν είναι εφικτό κάτι τέτοιο.
Η αύξηση των τιμών λόγω της στρατιωτικής εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία θα είναι αισθητή στη Γερμανία για αρκετό καιρό ακόμη, σημείωσε ο Σοσιαλδημοκράτης.
Αυτό τον ώθησε να επαναφέρει την πρακτική της συντονισμένης δράσης, συνέχισε. Αναφερόταν σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης στην οποία συμμετέχουν αντιπρόσωποι από τον επιχειρηματικό, τον πολιτικό και τον συνδικαλιστικό κόσμο, που ανάγεται στα χρόνια του 1960, με σκοπό να τίθενται μακροπρόθεσμοι στόχοι και να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα όλων.
Η πρώτη τέτοια συνάντηση θα γίνει την 4η Ιουλίου. Σκοπός είναι «να συναντηθούμε και να καταρτίσουμε κοινό σχέδιο για το πώς μπορούμε να ανακουφίσουμε την πίεση για τους εργαζόμενους».
Ο κ. Σολτς είπε επίσης ότι θα προτείνει να δημιουργηθεί ιδιαίτερη ομάδα για το κλίμα στην επικείμενη σύνοδο της G7. Τα μέλη της ομάδας αυτής θα θέσουν στόχο να γίνουν κλιματικά ουδέτερα ως το 2050 και θα αναπτύξουν κοινές διαδικασίες για την επίτευξή του, εξήγησε.