Το θέμα της «στρατηγικής αυτονομίας» εξετάζει η Ευρώπη την ώρα που η κρίση της Covid ανέδειξε πόσο ευάλωτη είναι στην πραγματικότητα.
Μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να κατόρθωσε σε χρόνο ρεκόρ να γίνει ο πρώτος παραγωγός παγκοσμίως εμβολίων mRNA, με την παραγωγή 300 εκατομμυρίων δόσεων μηνιαίως, σύμφωνα με τον ευρωπαίο επίτροπο Τιερί Μπρετόν, αλλά η πανδημία ανέδειξε τις αδυναμίες της σε άλλους τομείς, που συζητήθηκαν την Τρίτη κατά την άτυπη σύνοδο των υπουργών Βιομηχανίας της ΕΕ που ήταν αφιερωμένη στην ανταγωνιστικότητα.
Για παράδειγμα, «εξαρτόμαστε σε μεγάλο βαθμό από την Ασία σε τομείς όπως οι δραστικές ουσίες, που εισάγονται κατά 80% , ή η παραγωγή οπτικών ινών (το 25% της παγκόσμιας παραγωγής ανήκει στην Κίνα)», ανέφεραν τα προπαρασκευαστικά της συνόδου έγγραφα.
Σε ό,τι αφορά τους ημιαγωγούς, η ασιατική υπεροχή και ο κίνδυνος έλλειψης ηλεκτρονικών τσιπ που είναι κρίσιμα για πολλούς τομείς – από την αυτοκινητοβιομηχανία και τις τηλεπικοινωνίες μέχρι τον ιατρικό εξοπλισμό και τα smartphones, είναι θέμα που προκαλεί ανησυχία και στις δύο ακτές του Ατλαντικού.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η “America Competes Act”, που υποστηρίζεται από τον Λευκό Οίκο, περιλαμβάνει κονδύλια ύψους 52 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αναζωογόνηση της αμερικανικής βιομηχανίας ημιαγωγών.
Τι είναι το Chips Act
Στην Ευρώπη, η Κομισιόν αναμένεται να παρουσιάσει στις αρχές του Φεβρουαρίου την στρατηγική της για τον τετραπλασιασμό της ευρωπαϊκής παραγωγής τσιπ. Έχει ονομαστεί “Chips Act”, συνοδεύεται επίσης από δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ και ένα «νέο πλαίσιο» για την διευκόλυνση της κρατικής επιδότησης, δήλωσε το Σάββατο στις ευρωπαϊκές εφημερίδες ο ευρωπαίος επίτροπος Τιερί Μπρετόν.
«Θέλουμε να φθάσουμε στο 20% της παγκόσμιας παραγωγής μέχρι το 2030, γνωρίζοντας ότι η αγορά θα διπλασιασθεί μέχρι τότε για να φθάσει στα χίλια δισεκατομμύρια δολάρια», εξήγησε.
Σε ένα πρώτο σήμα συναγερμού, η βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας, της ατμομηχανής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, επλήγη από τις ελλείψεις κατά την διάρκεια του 2021. Η γερμανική οικονομία κατέγραψε απογοητευτική αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7% το περασμένο έτος, εξαιτίας κυρίως της έλλειψης ημιαγωγών στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Συνολικά, εκτός του τομέα των ηλεκτρονικών τσιπ, το Παρίσι εννοεί να εκμεταλλευτεί την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την επιτάχυνση πολλών μεγάλων επενδυτικών προγραμμάτων σε στρατηγικούς τομείς που στην διάλεκτο των Βρυξελλών ονομάζονται PIIEC (Σημαντικά Προγράμματα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος).
Επιτρέπουν στα κράτη μέλη να εξαιρούνται των κανόνων του ανταγωνισμού επιδοτώντας απευθείας βιομηχανίες του μέλλοντος και θα αφορούν τόσο τον τομέα της υγείας, των δεδομένων (cloud), των μπαταριών, καθώς και του υδρογόνου.
«Θρόμβοι» στη βιομηχανική παραγωγή
Αλλά οι πιο κρίσιμες αδυναμίες προς το παρόν αφορούν τις πρώτες ύλες. Σύμφωνα με τα προπαρασκευαστικά της άτυπης συνόδου έγγραφα. «η Κίνα παρέχει σήμερα το 60% της παγκόσμιας παραγωγής λιθίου και το 80% της παραγωγής υδροξειδίου του λιθίου, που είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή μπαταριών για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, και το 98% της ευρωπαϊκής ζήτησης σε σπάνιες γαίες, κρίσιμης σημασίας για την ηλεκτρονική παραγωγή και για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
Έπειτα από τριάντα χρόνια μεταφοράς δραστηριοτήτων προς την Ασία, ο στόχος είναι «η θέσπιση κοινού ορισμού του όρου “στρατηγική εξάρτηση” στην αλυσίδα αξίας για να αποφευχθεί η δημιουργία «θρόμβων» στην βιομηχανική αλυσίδα παραγωγής και στα προγράμματα απανθράκωσης, σύμφωνα με τα έγγραφα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αντιπροσωπεύει σήμερα παρά το 3% των παγκόσμιων εξορυκτικών δαπανών, ενώ καταναλώνει το 25% έως 30% των υλικών που παράγονται παγκοσμίως, σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αλλά, ακόμη και αν αναπτύξει τις εξορυκτικές της ικανότητες και/ή την ανακύκλωση των μετάλλων των μπαταριών, η Ευρώπη δεν θα παραγάγει περισσότερο από το 30% των αναγκών της σε ορυκτά στρατηγικής σημασίας για τις ηλεκτρικές μπαταρίες το 2030, προειδοποιούσε σε έκθεση που είχε καταθέσει στις αρχές του Ιανουαρίου ο Γάλλος βιομήχανος Φιλίπ Βαρέν και η οποία παρουσιάστηκε στους ευρωπαίους υπουργούς Βιομηχανίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ