Το υπουργείο Οικονομικών σέβεται
απόλυτα την ανεξαρτησία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, όπως
και άλλων αντίστοιχων φορέων, και δε συνηθίζει να σχολιάζει τις εκθέσεις και
τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του,αναφέρεται σε ανακοίνωση το Υπουργείο Οικονομικών.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οφείλει να
αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα.
Οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες τόκων
που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου
Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή δεν είναι ακριβείς.
Οι εκτιμήσεις αυτές ανάγονται στα
τέλη του 2013 όπου, μεταξύ άλλων, τα
επιτόκια ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοστεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα
για το χρέος τα οποία αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μάιου του 2016. Σημειώνεται, επίσης, ότι το 2013 το
δημόσιο χρέος είχε σε ποσοστό 80% κυμαινόμενα επιτόκια. Είναι επομένως άστοχο
να προβαίνει κανείς σήμερα σε προβλέψεις για την περίοδο 2023-2026 με βάση
στοιχεία που ίσχυαν πριν από τέσσερα χρόνια.
Με βάση τα νέα στοιχεία και τις
εκτιμήσεις του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, οι τόκοι για την περίοδο
2021-2026 θα είναι μειωμένοι από 24% έως και 36% σε σχέση με τα όσα αναφέρονται
στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, ανάλογα με τις παραδοχές
που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό
τους.
Σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός των
τόκων, στο μέτρο που το μεγαλύτερο μέρος δανεισμού έχει ακόμη κυμαινόμενο
επιτόκιο, εξαρτάται προφανώς από τη
μέθοδο πρόβλεψης των επιτοκίων. Κατά συνέπεια, σε τόσο μακρινές περιόδους, η
πιθανότητα σοβαρών αποκλίσεων είναι μεγάλη. Συνεπώς ο υπολογισμός αυτός
επιβάλλεται να αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σε κάθε περίπτωση τα
επίσημα στοιχεία για τις δαπάνες τόκων είναι αυτά που αναφέρονται στο Μεσοπρόθεσμο
Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και συγκεκριμένα: