Ίσως η Αθήνα δε μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό της. Δε φτάνει που η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα συμφώνησε σε μια συμφωνία για τη σωτηρία της ελληνικής οικονομίας από την κατάρρευση το τελευταίο λεπτό και ήδη άρχισε να «γλιστρά» προς τα πίσω ξανά.
Σύμφωνα με άρθρο της WSJ, τώρα η κρίση απειλεί να ξεσπάσει και πάλι, καθώς ο κ. Τσίπρας σέρνει τα πόδια του ως προς την εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, ενώ οι δανειστές αρνούνται να απελευθερώσουν άμεσα τα 12 δις ευρώ που υποσχέθηκαν τον Αύγουστο.
Η αιτία για την πρόσφατη «βεντέτα» είναι η μεταρρύθμιση που θα διευκόλυνε τις τράπεζες να προχωρήσουν σε πλειστηριασμούς σπιτιών. Αυστηρότερα μέτρα είναι απαραίτητα ώστε οι τράπεζες να μπορέσουν να διαχειριστούν το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που φτάνουν στο 50% των χαρτοφυλακίων τους. Η κυβέρνηση Τσίπρα θέλει να προστατεύσει την πρώτη κατοικία αξίας έως 300.000 ευρώ από τις κατασχέσεις- μεγάλο ποσό όμως για τα δεδομένα των δανειστών.
Η διαμάχη, σύμφωνα με τη WSJ, δεν θα οδηγήσει την Ελλάδα εκτός ευρώ. Το θέμα είναι εξαιρετικά σύνθετο, και η Αθήνα δε χρειάζεται αμέσως τώρα τα χρήματα για να αποφύγει μια χρεοκοπία.
Ωστόσο το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, είναι ενδεικτικό μιας γενικότερης τάσης. Η Αθήνα έχασε τις προθεσμίες για να δώσει εναλλακτικές λύσεις στο θέμα της αύξησης του ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση, στο ζήτημα των γενόσημων φαρμάκων και της ρύθμισης των οφειλών που έχουν πολλοί φορολογούμενοι. Σε αυτά τα ζητήματα η Αθήνα καθυστερεί να νομοθετήσει.
Και αυτά θεωρούνται τα εύκολα θέματα. Η Αθήνα έχει ακόμη μέχρι τον Δεκέμβριο για να προχωρήσει σε μια συνολική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, που θα περιλαμβάνει ενοποίηση πολλών διαφορετικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων, περικοπές προνομίων σε ορισμένους συνταξιούχους και αυξήσεις στις εισφορές. Ο θυμός γύρω από τις περικοπές συντάξεων που ετοίμαζε η προηγούμενη κυβέρνηση είναι ένας από τους λόγους που το Γενάρη ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές τον Γενάρη.
Αιτία για την «ακινησία» της Αθήνας είναι και η οικονομική ανάπτυξη του 0,1% και 0,9% στα πρώτα δύο τρίμηνα του έτους. Αυτό προσφέρει ένα άλλοθι στους πολιτικούς ώστε να καθυστερούν τις μεταρρυθμίσεις με την ελπίδα πως ίσως η κατάσταση αλλάξει από μόνη της.
Ωστόσο η ανεργία παραμένει στο υψηλό του 25%, ενώ έρευνες των επιχειρήσεων επισημαίνουν πως η ανάπτυξη δε θα διαρκέσει. Οι αυξήσεις στους φόρους θα είναι τροχοπέδη, καθιστώντας πιο επιτακτική ανάγκη από ποτέ το «κυνήγι» των ιδιωτικοποιήσεων, το άνοιγμα των επαγγελμάτων και άλλων μέτρων που θα τονώσουν τις επενδύσεις και την απασχόληση.
Η πραγματική κρίση στην Ελλάδα δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τη διαχείριση του προγράμματος που όλοι γνωρίζουν ότι η Αθήνα τελικά θα ακολουθήσει. Έχει να κάνει με αυτή την απουσία της πολιτικής πεποίθησης για μεταρρυθμίσεις, και η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να επιστρέψει σε ανάπτυξη αν δεν τις υλοποιήσει.