Τζανακόπουλος: Στη γεφύρωση των προβλέψεων ΕΕ και ΔΝΤ για το 2019 εστιάζεται η διαπραγμάτευση

H μείωση
της διαφοράς των μακροοικονομικών προβλέψεων , για την πορεία της ελληνικής
οικονομίας το 2019, μεταξύ της Ελλάδας και των ευρωπαϊκών θεσμών από τη μία
πλευρά και του ΔΝΤ από την άλλη, βρίσκεται στο επίκεντρο των παρασκηνιακών
διαβουλεύσεων που γίνονται, εν όψει του Eurogroup της 20ης
Φεβρουαρίου, όπως προκύπτει από δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, Δημήτρη
Τζανακόπουλου. Απαντώντας σε ερωτήσεις, ανέφερε, επίσης, ότι στόχος είναι η
επίτευξη συμφωνίας «που δεν θα περιλαμβάνει ούτε ένα επιπλέον ευρώ λιτότητα».



Η
συζήτηση αυτή έχει μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, καθώς αν περιορισθεί η
διαφορά των προβλέψεων μεταξύ των δύο πλευρών, τότε θα περιορισθεί αυτόματα το
ύψος των προληπτικών μέτρων που ζητά το ΔΝΤ να νομοθετήσει η Ελλάδα από τώρα
για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ το 2019.



Σημειώνεται
ότι η Ελλάδα και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θεωρούν εφικτή την επίτευξη του 3,5%
χωρίς μέτρα, ενώ το ΔΝΤ θεωρεί ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει πλεόνασμα μόνο 1,5%
του ΑΕΠ και επομένως ότι υπάρχει ένα κενό 2% του ΑΕΠ (3,6 δισ. ευρώ) που πρέπει
να καλυφθεί.



Η συζήτηση
για το σενάριο βάσης




Ο
κ. Τζανακόπουλος είπε, επίσης, ότι ενδεχόμενη συμφωνία στο Eurogroup θα
αφορά το θέμα αυτό και στη βάσει αυτής θα υπάρξει τεχνική περαιτέρω εξειδίκευσή
της, ενώ τόνισε ότι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα στηρίξει τις αποφάσεις
που θα ληφθούν από την κυβέρνηση και την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος.



Η
εν εξελίξει συζήτηση έχει ως σκοπό την υιοθέτηση συμφωνίας με την εμπλοκή όλων
των συμμετεχόντων στο ελληνικό πρόγραμμα, ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας και
κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατά τη διάρκεια της σημερινής
ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών.



Όπως
σημείωσε ο κ. Τζανακόπουλος, έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη μία θέση που είναι
εντελώς διαφορετική από εκείνη που συνόδευε τα προηγούμενα ελληνικά προγράμματα
και θεωρούσε τη συμμετοχή του ΔΝΤ απαραίτητη προϋπόθεση, προσθέτοντας ότι
υπάρχουν χώρες, όπως η Ολλανδία, που επιμένουν στη συμμετοχή του ΔΝΤ. Τόνισε,
δε, ότι η ελληνική κυβέρνηση λαμβάνει υπόψη της αυτές τις θέσεις, επανέλαβε ότι
στόχος είναι η ύπαρξη μίας συμφωνίας, στην οποία θα συμμετέχουν όλοι και
υποστήριξε πως αυτό αφορά το ίδιο το Ταμείο, το οποίο κάλεσε να υιοθετήσει
ρεαλιστικότερες θέσεις, ώστε να καταστεί δυνατή μία θετική εξέλιξη τη Δευτέρα.



Ο
κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι συζητάμε την αναθεώρηση των προβλέψεων
του ΔΝΤ και τη δυνατότητα διαμόρφωσης κοινής βάσης, που θα επιτρέψει τη
συνέχιση των τεχνικών διαβουλεύσεων για το κλείσιμο της αξιολόγησης.



«Οι
βασικοί μας στόχοι, αυτήν την στιγμή, αφορούν τη γεφύρωση των διαφορών μεταξύ
ΔΝΤ, ευρωπαϊκών θεσμών και ελληνικής κυβέρνησης σε ότι αφορά το “σενάριο
βάσης”, δηλαδή, τις μακροοικονομικές προβλέψεις για την ελληνική οικονομία
μετά το 2018», υπογράμμισε.





Η συζήτηση για το μείγμα των μέτρων



Σε
ότι αφορά την αλλαγή μείγματος στα υπάρχοντα μέτρα, είπε ότι «η συζήτηση περί
του δημοσιονομικού μείγματος είναι τεχνική και προϋποθέτει την κατάληξη των
διαπραγματεύσεων για τις μακροοικονομικές προβλέψεις μετά το 2018».



Ερωτηθείς
για τα χρονικά περιθώρια αναμονής σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας στις 20
Φεβρουαρίου, απάντησε ότι «θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι η επίτευξη μίας
καταρχήν πολιτικής συμφωνίας επί των αξόνων του προγράμματος και της μετά το
πρόγραμμα περιόδου τη Δευτέρα. Αυτή είναι και η θέση του κ. Μοσκοβισί, που χθες
εκφράσθηκε με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, αυτή είναι η θέση όσων έχουν
μιλήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αυτή είναι η θέση όλων όσων εμπλέκονται με
το ελληνικό πρόγραμμα. Δεν χρειάζεται αυτήν τη στιγμή να κάνουμε υποθετικά
σενάρια για το τι θα γίνει “αν δεν…”. Οι πολιτικές προϋποθέσεις γι’
αυτό υπάρχουν».



Σε
ερώτηση «τι θέση παίρνει η κυβέρνηση στο παζάρι που γίνεται», επανέλαβε ότι η
συζήτηση αφορά τις μακροοικονομικές προβλέψεις για το 2019 και πρόσθεσε ότι
«εάν τελεσφορήσει η προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών, οι επόμενες συζητήσεις
θα έχουν τεχνικό χαρακτήρα».





Όλοι πρέπει να
κάνουν βήματα



Ο
κ. Τζανακόπουλος, ερωτηθείς σχετικά, σημείωσε ότι ο επίτροπος Οικονομικών, Π.
Μοσκοβισί, δεν κατέθεσε καμία πρόταση στον πρωθυπουργό και πρόσθεσε ότι η
αποστροφή του λόγου του, σε συνέντευξή του, για «αναμονή των επόμενων βημάτων
εκ μέρους του κ. Τσίπρα», αφορούσε διαδικαστικά βήματα που πρέπει να
ακολουθηθούν, έτσι ώστε η εξέλιξη των συνομιλιών να έχει θετικό αποτέλεσμα την
20ή Φεβρουαρίου. Τόνισε, δε, ότι ο κ. Μοσκοβισί ζητά βήματα από όλους -και από
την ελληνική πλευρά και από το ΔΝΤ και από τους υπουργούς Οικονομικών των
κρατών-μελών της Ευρωζώνης- υπογραμμίζοντας: «Εμείς έχουμε κάνει όσα βήματα
απαιτούνται, έχουμε προχωρήσει μία σειρά μεταρρυθμίσεων, ολοκληρώνοντας με επιτυχία
την πρώτη αξιολόγηση αλλά και ολοκληρώνοντας (και) μία σειρά από προαπαιτούμενα
για τη δεύτερη αξιολόγηση. Τηρούμε με συνέπεια όλα όσα υπογράψαμε τον Αύγουστο
του 2015».



«Από
εδώ και στο εξής, βήματα πρέπει να γίνουν, τόσο από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών
σε ότι αφορά το μεσοπρόθεσμο διάστημα για τα πρωτογενή πλεονάσματα, όσο και από
το ΔΝΤ, το οποίο οφείλει να υιοθετήσει ρεαλιστικότερες θέσεις, που θα
βασίζονται στην πραγματικότητα. Αυτό νομίζω ότι έγινε σαφές εκ μέρους της
ελληνικής κυβέρνησης και έχει γίνει σαφές τις τελευταίες ημέρες κατά τη
διάρκεια των συνομιλιών», συμπλήρωσε.





Δεν είναι παρατηρητής στην ΕΛΣΤΑΤ το ΔΝΤ



Ερωτηθείς
εάν «με δεδομένη την πιστοποίηση των στοιχείων της ελληνικής οικονομίας από τη
Eurostat τον Απρίλιο, το οποίο είπε ευθέως ο κ. Τόμσεν» αισιοδοξεί ότι μπορεί
να βρεθεί λύση τώρα και σε αντίθετη περίπτωση αν η κυβέρνηση μπορεί να αντέξει
έως τον Απρίλιο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Ο κ. Τόμσεν δεν μίλησε
ποτέ για Απρίλιο και σε καμία δήλωσή του για τη Eurostat. Μίλησε με σαφήνεια
και είπε ότι αυτήν την στιγμή δεν έχει στα χέρια του τα δεδομένα της ελληνικής
οικονομίας και άφησε ανοιχτό παράθυρο για την αναθεώρηση, εκ μέρους του ΔΝΤ,
προς το θετικότερο των προβλέψεων του Ταμείου για την ελληνική οικονομία». «Δεν
ξέρω από πού προέκυψε η συζήτηση για αναβολή της αξιολόγησης. Εγώ επαναλαμβάνω
ότι στόχος όλων είναι να συμφωνηθούν οι βασικοί άξονες, πάνω στους οποίους θα χτιστεί
η τεχνική πια συμφωνία για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, τη Δευτέρα,
στις 20 του μηνός», πρόσθεσε.



Στην
ερώτηση «πώς θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τους κραδασμούς στο χρηματοπιστωτικό
σύστημα -καθώς υπάρχουν εκροές καταθέσεων- αν δεν υπάρξει συμφωνία τη Δευτέρα»,
επανέλαβε ότι άπαντες εργάζονται στην κατεύθυνση επίτευξης συμφωνίας και
επεσήμανε: «Το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας δεν αντιμετωπίζει κανέναν απολύτως
κίνδυνο. Η εκροή καταθέσεων είναι ένα κλασικό εποχικό φαινόμενο την εποχή
μετάβασης από τη μία χρονιά στην άλλη. Επομένως, δεν συντρέχει κανένας λόγος
για ανησυχία. Η ελληνική οικονομία είναι σταθερή, το τραπεζικό σύστημα είναι
σταθερό, και η σταθερότητα αυτή θα εμπεδωθεί έτι περαιτέρω με την ολοκλήρωση
της δεύτερης αξιολόγησης η οποία επίκειται». Πρόσθεσε, δε, ότι στόχος της
ελληνικής κυβέρνησης είναι η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ,
τον Μάρτιο.



Ερωτηθείς
εάν θεωρεί θετική, ανησυχητική ή ουδέτερη εξέλιξη την τοποθέτηση «τοποτηρητή
του ΔΝΤ στην ΕΛΣΤΑΤ», ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε: «Δεν ξέρω από πού προέκυψε
αυτή η είδηση. Προς στιγμή δεν μπορώ παρά να τη διαψεύσω. Δεν έχει επιβεβαιωθεί
από πουθενά».



Τι θα
κάνει η Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ



Απαντώντας
στην ερώτηση «εάν ισχύει ότι η συμφωνία που θα γίνει αποδεκτή από τον
πρωθυπουργό και το υπουργικό συμβούλιο και θα φέρει και την επικύρωση του
ανώτατου κομματικού οργάνου θα πρέπει να γίνει σεβαστή από την ΚΟ, διαφορετικά
όποιος διαφωνεί θα πρέπει να παραιτηθεί», ανέφερε: «Πέραν πάσης αμφιβολίας, οι
κομματικές αποφάσεις πρέπει να γίνονται σεβαστές από το σύνολο των κομματικών
οργάνων. Η ΚΟ είναι και αυτή, με την ευρεία έννοια, όργανο του κόμματος,
επομένως, νομίζω ότι είναι απολύτως δεδομένο πως οποιαδήποτε απόφαση θα γίνει
σεβαστή από όλους τους συμμετέχοντες στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, βεβαίως, θα
κληθεί και εκείνη να αποφασίσει βάσει της οριστικής συμφωνίας». Όπως σημείωσε,
η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι συμπαγής και η κυβέρνηση είναι συμπαγής, και
προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις με αυτοπεποίθηση και έχουσα ως κύριο
επιχείρημα τη θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας.



Κληθείς
να σχολιάσει την αποστροφή της υφυπουργού Οικονομικών, Κ. Παπανάτσιου, σε
συνέντευξή της, για φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις και ερωτηθείς εάν η
κυβέρνηση προτίθεται να ζητήσει μείωση του ΕΝΦΙΑ, ο κ. Τζανακόπουλος τόνισε ότι
«αυτήν τη στιγμή, οι συζητήσεις αφορούν τις μακροοικονομικές προβλέψεις για
μετά το 2019». Όπως επεσήμανε, η κ. Παπανάτσιου αναφερόταν στις διαρκείς
συζητήσεις με τους θεσμούς για μειώσεις στον ΦΠΑ και τον ΕΝΦΙΑ, με «δεδομένη τη
θετική εικόνα της ελληνικής οικονομίας», επικαλούμενος, στη συνέχεια, δήλωση
της ίδιας της υφυπουργού ότι δεν είναι μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας. «Η
κ. Παπανάτσιου δεν μιλούσε επί των διαπραγματεύσεων που γίνονται αυτήν την
στιγμή και έχουν στόχο την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης με μία πολιτική
συμφωνία την προσεχή Δευτέρα, μιλούσε γενικώς για μία πάγια και σταθερή θέση
της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς με δεδομένη την καλή εικόνα της ελληνικής
οικονομίας, πάντοτε συζητάμε με τους θεσμούς για φοροελαφρύνσεις», πρόσθεσε.



Ερωτηθείς
εάν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι δεν θα υπάρξει μείωση συντάξεων, επανέλαβε ότι η
ελληνική κυβέρνηση συζητά το «σενάριο βάσης», «δηλαδή ποιο θα είναι το
δημοσιονομικό κενό του 2019, καθώς η ελληνική κυβέρνηση λέει ότι το
δημοσιονομικό κενό το 2019 είναι “μηδέν”, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι
ευρωπαϊκοί θεσμοί λένε ότι το δημοσιονομικό κενό είναι “μηδέν”, το
ΔΝΤ βρίσκεται σε μία πορεία συζήτησης επί των υπεραπαισιόδοξων προβλέψεων που
έχει κάνει και άφησε ο κ. Τόμσεν και ένα ανοιχτό παράθυρο για επί το θετικότερο
αναθεώρηση των στοιχείων της ελληνικής οικονομίας».


«Χωρίς
να έχουμε συμφωνήσει καν ποιο είναι το δημοσιονομικό κενό, ανακαλύπτεται τώρα
μείωση της προσωπικής διαφοράς και μάλιστα μείωση των συντάξεων κατά 30%. Είναι
μία, κατά έναν τρόπο, αυθαίρετη πρόβλεψη», συμπλήρωσε.



Απαντώντας
στην ερώτηση για το ενδεχόμενο επανάληψης της συμφωνίας του Νοεμβρίου 2012, που
δεν ενεργοποιήθηκε τότε, και με το τότε σενάριο να προβλέπει «τη συμμετοχή του
ΔΝΤ με τη ρητή δέσμευση των Ευρωπαίων να κάνουν ότι είναι δυνατόν για την
εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους αν υπάρξουν πρωτογενή
πλεονάσματα στην ελληνική οικονομία», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε:
«Δεν εξετάζουμε κανένα άλλο σενάριο, εκτός από τη γεφύρωση των διαφορών σε ότι
αφορά τις προβλέψεις για την ελληνική οικονομία μετά το 2019. Είναι το μοναδικό
πράγμα που συζητούμε με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ».









YlL w��<2

Exit mobile version