Αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων το 2017, διαπιστώνεται στην έκθεση με την Επισκόπηση του Χρηματοπιστωτικού
Συστήματος που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος. Στην έκθεση
επισημαίνεται ότι «ο πιστωτικός κίνδυνος έχει μειωθεί σε σχέση με τα
προηγούμενα τρίμηνα, πλην όμως η περαιτέρω αποκλιμάκωσή του θα εξαρτηθεί και
από την εξέλιξη των κύριων μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας», ενώ ζητείται
από τις τράπεζες να αναθεωρήσουν τα επιχειρησιακά τους σχέδια.
Στην έκθεση επαναλαμβάνεται η
θέση ότι η χώρα θα πρέπει να επιδιώξει μία προληπτική γραμμή στήριξης μετά την
έξοδό της από το πρόγραμμα. «Το καθεστώς εποπτείας στη μετά το πρόγραμμα εποχή
είναι μείζονος σημασίας, δεδομένου ότι η επιστροφή σε έναν ενάρετο κύκλο
ανάπτυξης μέσω της απρόσκοπτης χρηματοδότησης από το χρηματοπιστωτικό σύστημα
αποτελεί σημαντική πρόκληση. Υπό το πρίσμα αυτό, η ύπαρξη μιας προληπτικής πιστωτικής
γραμμής σαν δικλίδα ασφαλείας θα μπορούσε να λειτουργήσει επικουρικά σε αυτή
την προσπάθεια, εξασφαλίζοντας πρόσβαση, εάν χρειαστεί, σε φθηνά κεφάλαια του
Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), την ‘παρέκκλιση’ (waiver), καθώς και τη
συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της
ΕΚΤ στην κανονική περίοδο, αλλά κυρίως στην περίοδο επανεπένδυσης», αναφέρει η
ΤτΕ.
Η ΤτΕ διαπιστώνει μείωση
του λόγου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) προς το σύνολο των ανοιγμάτων
το 2017 (43,1% έναντι 44,8% στο τέλος του 2016), ήτοι τα συνολικά ανοίγματα από
237,5 δισ. ευρώ μειώθηκαν σε 222,1 δισ. ευρώ και τα ΜΕΑ από 106,3 δισ. ευρώ σε
95,7 δισ. ευρώ, γεγονός που αποδίδεται κυρίως στις αυξημένες διαγραφές ύψους 8,1
δισ. που σωρευτικά διενεργήθηκαν την εν λόγω περίοδο. Συγκεκριμένα, ενώ το
σύνολο των εξυπηρετούμενων τραπεζικών πιστώσεων συρρικνώθηκε με ρυθμό 3,6% το
2017, το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων υποχώρησε εντονότερα (κατά 10%).
Η μεγαλύτερη μείωση ΜΕΑ το 2017 καταγράφεται στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο
και συγκεκριμένα στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (-19,2%) και στο
καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο (-19,7%). Εξαίρεση αποτελεί το χαρτοφυλάκιο των
στεγαστικών δανείων, το οποίο εμφανίζει την εν λόγω χρονική περίοδο οριακή
αύξηση της τάξεως του 0,4% σε επίπεδο ΜΕΑ.
Η ΤτΕ εκτιμά ότι παρόλο που οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε
πρωτοβουλίες για την ενεργή διαχείριση των κόκκινων δανείων – όπως
αναδιαρθρώσεις, αύξηση των εισπράξεων, ρευστοποιήσεις και πωλήσεις ΜΕΑ -, έχουν
σημειώσει σημαντική πρόοδο στην εκπλήρωση των επιχειρησιακών τους στόχων και
έχουν βελτιώσει την ποιότητα του χαρτοφυλακίου τους, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Επισημαίνεται,
ότι ακόμη και αν επιτύχουν πλήρως του επιχειρησιακούς στόχους που έχουν θέσει
μέχρι το τέλος του 2019, το ποσοστό των ΜΕΑ στο σύνολο του χαρτοφυλακίου τους
θα παραμείνει στο υψηλό επίπεδο του 35,2%.
Συμπερασματικά, σημειώνεται, η επίλυση του προβλήματος απαιτεί
πολύ πιο γρήγορους ρυθμού. Επιπροσθέτως
οι τράπεζες θα πρέπει να αναθεωρήσουν το επιχειρησιακό τους σχέδιο δίνοντας
έμφαση στην ανάπτυξη νέων εργασιών και στην περαιτέρω περιστολή του
λειτουργικού τους κόστους.
Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ-ΜΠΕ