Στο Ηράκλειο Κρήτης βρέθηκε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, όπου επισκέφθηκε την Α’, τη Β΄ και τη Γ’ Τοπική Διεύθυνση Ηρακλείου, στην Αγίου Μηνά, τη Νέα Αλικαρνασσό και τον Εσταυρωμένο και συναντήθηκε με τους προϊσταμένους των τοπικών διευθύνσεων και εργαζόμενους του e-ΕΦΚΑ, προκειμένου να ενημερωθεί για την κατάσταση, που επικρατεί, αλλά και για προβλήματα που πιθανόν εντοπίζονται.
Ο κ. Τσακλόγλου τόνισε ότι, τα τελευταία χρόνια, έγινε μία τιτάνια προσπάθεια στον τομέα της απονομής συντάξεων και το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό, καθώς μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός των εκκρεμών συντάξεων, αλλά και ο μέσος χρόνος απονομής σύνταξης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του e-ΕΦΚΑ, οι εκκρεμείς, ληξιπρόθεσμες κύριες συντάξεις είναι λιγότερες από 23.000. Όπως είπε ο υφυπουργός, αυτός ο αριθμός το 2019 δεν ήταν δεκάδες, αλλά εκατοντάδες χιλιάδες, ενώ, πλέον, ακόμη και στην περίπτωση των εκκρεμών συντάξεων, ο χρόνος απονομής είναι πολύ πιο σύντομος απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια.
Ο κ. Τσακλόγλου αναφέρθηκε επίσης στην επικείμενη στελέχωση του e-ΕΦΚΑ με 700 περίπου εργαζόμενους, μέσω διαγωνισμών του ΑΣΕΠ, αλλά και στην αναβάθμιση του φορέα τα επόμενα χρόνια, μέσω της λειτουργίας νέου Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος και της ψηφιοποίησης του ασφαλιστικού βίου των εργαζομένων.
Επιπλέον, σημείωσε σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Δική μου δουλειά είναι κυρίως νομοθετική, αλλά και αυτή που σχετίζεται με τους πόρους για την καλή λειτουργία του e-ΕΦΚΑ. Η οργανωτική και επιχειρησιακή λειτουργία του φορέα ανήκει στη διοίκηση του e-ΕΦΚΑ και νομίζω ότι τόσο στην παρούσα όσο και στην προηγούμενη διοίκηση του φορέα αξίζει ένα πολύ μεγάλο μπράβο, καθώς έχουν κάνει έναν τεράστιο αγώνα, του οποίου τα αποτελέσματά είναι ορατά».
Σε ερώτηση για τον κατώτατο μισθό, ο υφυπουργός Εργασίας απάντησε τα εξής: «Θέλουμε να εξασφαλίσουμε ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο για τους χαμηλόμισθους συμπολίτες μας, χωρίς, όμως, η αύξηση του κατώτατου μισθού να μειώσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να προκαλέσει αύξηση της ανεργίας και χειροτέρευση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Πρόκειται για μία δύσκολη εξίσωση. Όμως, νομίζω ότι από όλα αυτά που έχουμε κάνει τα τελευταία χρόνια φάνηκε ότι τα έχουμε πάει πολύ καλά και νομίζω ότι θα συμβεί το ίδιο και εφέτος».