To 40% των Ελλήνων φοβάται ότι θα χάσει τη δουλειά του

Η έρευνα Workmonitor της Randstad για το τρίτο τρίμηνο του 2017, μελετά το πώς οι Έλληνες εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται τη σημασία της τακτικής ανανέωσης των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων τους σε συσχέτιση με την ενίσχυση της απασχόλησης, καθώς και τον τριμηνιαίο επαναλαμβανόμενο δείκτη κινητικότητας, φόβου απώλειας εργασίας και εργασιακής ικανοποίησης των Ελλήνων εργαζομένων.

Η τακτική ανανέωση των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων θεωρούνται σημαντικές για την ενίσχυση της απασχόλησης.

Τι μέλλει γενέσθαι στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα

Το ποσοστό των εργαζομένων στην Ελλάδα οι οποίοι άλλαξαν εργασία τους τελευταίους 6 μήνες αυξήθηκε κατά 2%, δηλαδή ανήλθε στο 22% κατά το τελευταίο τρίμηνο. Το 36% εξηγεί ότι ο βασικός λόγος αλλαγής της εργασίας του ήταν η αναζήτηση καλύτερων επαγγελματικών συνθηκών και το 20% εκφράζει ως κύριο λόγο της αλλαγής αυτής, την προσωπική τους ανάγκη για αλλαγή. Ο αριθμός των ατόμων που αναζητούν νέα θέση εργασίας στην Ελλάδα μειώθηκε και πάλι αυτό το τρίμηνο, κατά 2%, σχηματίζοντας ένα ποσοστό 31% για το τρίτο τρίμηνο του 2017.

Το 40% των Ελλήνων εργαζομένων που συμμετείχαν στην έρευνα ανησυχεί ότι θα χάσει την εργασία του. Αναλυτικότερα, το 51% της ηλικιακής ομάδας 55-67 φοβάται ότι θα χάσει την εργασία του, ενώ ακολουθεί η ηλικιακή ομάδα 25-34, με ποσοστό 42%. Το 44% αυτών που απάντησαν ότι κατέχουν χαμηλό επίπεδο μόρφωσης εμφανίζουν μεγαλύτερο φόβο απόλυσης.

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα, στην Ελλάδα, η εργασιακή ικανοποίηση μειώθηκε κατά 1% κατά το τελευταίο τρίμηνο, ανήλθε δηλαδή σε ποσοστό 63%.

Σύμφωνα με την έρευνα, στην Ελλάδα, το 93% των συμμετεχόντων θεωρεί ότι η συνεχής καλλιέργεια των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων τους μπορεί να ενισχύσει την εργασιακή τους απασχόληση. Το 90% των Ελλήνων εργαζομένων πιστεύει ότι αφιερώνει όλη τη δυναμική του στην τωρινή του εργασία ενώ παράλληλα, το 93% επιδιώκει να μένει συγχρονισμένο με τις τελευταίες τάσεις και εξελίξεις στον κλάδο του.
Αναλυτικότερα, 89% συμφωνεί, ότι η καλλιέργεια και ενίσχυση των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων τους αποτελεί αποκλειστικά δική τους ευθύνη.

Η ανάγκη για περισσότερη εκπαίδευση & σεμινάρια

Μόνο το 63% των Ελλήνων εργαζομένων δηλώνει ότι του παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής σε δραστηριότητες ενίσχυσης των δεξιοτήτων τους οι οποίες διοργανώνονται με καλυμμένο το κόστος συμμετοχής από τον εργοδότη. Στην Ελλάδα, το 93% των συμμετεχόντων στην έρευνα νιώθει ότι χρειάζεται περισσότερη εκπαίδευση και επιμόρφωση ώστε να μένει συγχρονισμένο με τις εξελίξεις του κλάδου του. Το 66% θα ήθελε να συμμετέχει σε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης και το 57% σε training καλλιέργειας προσωπικών δεξιοτήτων.

Το 84% των ερωτηθέντων έχουν συμμετάσχει σε ένα σεμινάριο επιμόρφωσης κατά το τελευταίο έτος, με στόχο την ενίσχυση των δεξιοτήτων τους. Στα training και στις δραστηριότητες ανανέωσης δεξιοτήτων που συμμετείχαν οι Έλληνες εργαζόμενοι το 2017 συγκαταλέγονται:

25% η συμμετοχή και παρουσία σε training και εκπαιδευτικά προγράμματα
49% η συμμετοχή σε workshop/σεμινάρια/ημερίδες
28% η ολοκλήρωση ενός online προγράμματος
10% η συμμετοχή σε μια συνεδρία προσωπικού coaching
12% η αναζήτηση επαγγελματικής καθοδήγησης από ειδικό σε θέματα καριέρας
16% τίποτα από τα παραπάνω

Ποιος θα έπρεπε να καλύπτει το κόστος του training;

Στην Ελλάδα, το 63% συμμετέχει σε προγράμματα επιμόρφωσης όπου το κόστος συμμετοχής καλύπτεται από τον εργοδότη. Εντούτοις, το 85% των Ελλήνων εργαζομένων είναι πρόθυμο να καλύψει το κόστος συμμετοχής σε δραστηριότητες οι οποίες θα τους βοηθήσουν να καλλιεργήσουν τις δεξιότητες τους.

Τριμηνιαίοι επαναλαμβανόμενοι δείκτες

Ο δείκτης κινητικότητας μειώνεται

Ο Δείκτης Κινητικότητας της Randstad για την αγορά εργασίας αξιολογεί την προσδοκία των εργαζομένων να αλλάξουν επάγγελμα μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Ο Δείκτης βασίζεται στην τρέχουσα εργασιακή ικανοποίηση του υπαλλήλου, τον φόβο απόλυσης, την ανάγκη του για νέες προσωπικές προκλήσεις καθώς και το επίπεδο αισιοδοξίας που έχει ότι θα βρει απασχόληση σε νέο εργοδότη.

Στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν θεωρούν εφικτή την απασχόληση τους σε νέο εργοδότη κατά τους επόμενους μήνες. Ο δείκτης κινητικότητας για την Ελλάδα, μειώθηκε κατά 5 μονάδες, στο 103, για αυτό το τρίμηνο. Ο παγκόσμιος δείκτης κινητικότητας παρέμεινε σταθερός στις 109 μονάδες. Υψηλότερα ποσοστά κινητικότητας παρατηρήθηκαν στη Νέα Ζηλανδία (+7), στην Ουγγαρία (+6), στην Αυστραλία (+5%) και στη Γαλλία (+5). Το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης παρατηρήθηκε στην Κίνα (-7), στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Νορβηγία, τη Σουηδία και την Ελλάδα (πτώση 5 μονάδων).

Η ταυτότητα της έρευνας Randstad Workmonitor

Η έρευνα Workmonitor της Randstad υλοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2003 και καλύπτει πλέον 33 χώρες σε όλον τον κόσμο, οι οποίες ανήκουν κατά κύριο λόγο στην Ευρώπη, στην Ασία και τον Ειρηνικό και στην Αμερική. Η έρευνα δημοσιεύεται 4 φορές το χρόνο, αναδεικνύοντας τις τάσεις κινητικότητας που παρατηρούνται τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο σε βάθος χρόνου.

Ο Δείκτης Κινητικότητας της έρευνας Workmonitor καταγράφει την αυτοπεποίθηση των εργαζομένων και την προσδοκία για την πιθανότητα μετακίνησής τους σε διαφορετικούς εργοδότες μέσα σε ένα εξαμηνιαίο πλαίσιο. Με τον τρόπο αυτό, παρέχει μια ουσιαστική κατανόηση των συνθηκών που διαμορφώνονται στην αγορά εργασίας αλλά και των τάσεων που διαμορφώνονται από τους εργαζομένους. Πέρα από τις εργασιακές μετακινήσεις, τμήματα της έρευνας αποτυπώνουν την εργασιακή ικανοποίηση και τα προσωπικά κίνητρα των εργαζομένων. Η ποσοτική έρευνα διεξάχθηκε μέσω online ερωτηματολογίου σε πληθυσμό ηλικίας 18-65 ετών, που εργάζεται τουλάχιστον 24 ώρες την εβδομάδα σε αμειβόμενη εργασία (δηλαδή, όχι αυτοαπασχολούμενοι).

Το μέγεθος του δείγματος στην Ελλάδα αποτελείται από 405 συνεντεύξεις, οι οποίες διεξήχθησαν από την Survey Sampling International. Η έρευνα για το δεύτερο τρίμηνο του 2017 διεξήχθη μεταξύ 18 Ιουλίου και 2 Αυγούστου 2017.


Exit mobile version