Με τη συμμετοχή 83 χωρών και την Ελλάδα ως τιμώμενη χώρα (χώρα εταίρο) ανοίγει τις πύλες της το Σάββατο 30 Ιουνίου, στο συνεδριακό Κέντρο Τζάβιτς της Νέας Υόρκης, η Διεθνής Έκθεση Τροφίμων, Fancy Food Show. Τα επίσημα εγκαίνια της έκθεσης θα γίνουν στις 10 το πρωί (τοπική ώρα) και στη συνέχεια, ο Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος, υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Ευάγγελος Αποστόλου, ο Ελληνοαμερικανός πρόεδρος της εταιρείας Specialty Food Association (που διοργανώνει την έκθεση) Φιλ Καφαράκης και ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Επενδύσεων και Εξωτερικού Εμπορίου (Enterprise Greece) θα τελέσουν τα εγκαίνια του ελληνικού περιπτέρου.
Στο ελληνικό περίπτερο συμμετέχουν 43 Έλληνες εξαγωγείς οι οποίοι εκθέτουν ελληνικά διατροφικά προϊόντα, με την υποστήριξη του ελληνικού φορέα υποστήριξης της εξωστρέφειας Enterprise Greece. Θα υπάρχουν επίσης, άλλες 10-15 περίπου συμμετοχές ελληνικών εταιρειών εκτός εθνικού περιπτέρου.
Η έκθεση προσελκύει περισσότερους από 50.000 επισκέπτες, οι περισσότεροι εξειδικευμένοι αγοραστές που αντιπροσωπεύουν τις μεγαλύτερες αλυσίδες τροφίμων, εστιατορίων και αμερικανών εισαγωγέων.
Μιλώντας στην ομογενειακή εφημερίδα “Greek News”, ο Φιλ Καφαράκης είπε πως ως χώρα-εταίρος (τιμώμενη χώρα) η Ελλάδα καταλαμβάνει την κεντρική σκηνή στην έκθεση, η οποία κάθε χρόνο αποτίει φόρο τιμής μόνο σε μία από τις 83 χώρες που λαμβάνουν μέρος.
«Αυτό που τους παρέχει είναι να τους δίνει την ευκαιρία να προωθήσουν τις εταιρείες τους, τις διαφορετικές πολιτιστικές αξίες τους μέσα από το φαγητό και το επιχειρηματικό περιβάλλον, στην κοινότητα των αγοραστών που επισκέπτονται την έκθεση. Τους προσφέρουμε δηλαδή ένα επιπλέον ανταγωνιστικό πλεονέκτημα».
Ένα ακόμη πλεονέκτημα της τιμώμενης χώρας, το οποίο δημιουργήθηκε φέτος, είναι ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού ο ίδιος ο Φιλ Καφαράκης επισκέφθηκε στις αρχές του μήνα την Αθήνα και συνομίλησε με τις εταιρείες που θα συμμετέχουν και σκέφτονται να έχουν παρουσία στην αμερικανική αγορά. ώστε να κατανοήσουν την αγορά των ΗΠΑ.
«Μιλήσαμε για το τι στ’ αλήθεια σημαίνει να είσαι στην αγορά των Η.Π.Α.
Νομίζω ότι αυτό ήταν σημαντικό, διότι όσο περισσότερη εκπαίδευση και κατάρτιση μπορούμε να δώσουμε στις εταιρείες, τόσο μεγαλύτερο πλεονέκτημα έχουν», είπε ο πρόεδρος της Specialty Food Association.
Η συμβουλή την οποία δίδει στις ελληνικές εταιρείες είναι να μην τις φοβίζει η αγορά.
«Είναι πολύπλοκη, αλλά αν καταλάβετε τη δύναμή σας και ξέρετε τι έχετε στο προϊόν σας και στη συνέχεια να επικεντρωθείτε στο πώς θα διεισδύσετε, αυτό βοηθά τον αγοραστή».
Ο Φιλ Καφαράκης δηλώνει αισιόδοξος για τα ελληνικά τρόφιμα, επειδή βλέπει τους παραγωγούς και τους εξαγωγείς να έρχονται τελικά μαζί. Ένα πράγμα που λέει στους Έλληνες φίλους του, είναι να κάνουν το ίδιο πράγμα που έκανε η Ελλάδα με τον τουρισμό.
«Ο τουρισμός το κατάφερε! Αν δείτε τις διαφημιστικές εκστρατείες και τι κάνουν οι άνθρωποι στην Ελλάδα γύρω από τον τουρισμό! Μιλούν για την Ελλάδα, αλλά και για τη μοναδικότητα της Κέρκυρας, της Μυκόνου ή της Σαντορίνης. Εάν κάνουμε το ίδιο με τα τρόφιμα, θα είμαστε οι πρώτοι στον κόσμο. κανείς δεν θα μας σταματήσει », είπε ο Φιλ Καφαράκης.
Πέραν των κλασικών εξαγωγικών προϊόντων, όπως το ελαιόλαδο, οι ελιές και η φέτα, δυναμική παρουσία στην αμερικανική αγορά έχουν προϊόντα όπως οι Μαρμελάδες, οι ζελέδες, οι ξηροί καρποί. το μέλι, οι μπάρες τροφίμων, τα ψάρια και τα λαχανικά.
«Η Ελλάδα έχει υπέροχα προϊόντα», προσθέτει.
Σε όσους φοβούνται την πιθανότητα επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ προς την Ε.Ε., ο Φιλ Καφαράκης λέει ότι θα έχει επιπτώσεις, αλλά δεν μπορούμε να ελέγξουμε τους δασμούς.
«Μερικές φορές συμβαίνουν, μερικές φορές τελικά δεν επιβάλλονται. Είναι ένα πολιτικό παιγνίδι και κανείς δεν ξέρει τι πρόκειται να συμβεί. Η συμβουλή μου προς τις ελληνικές εταιρείες και για τις άλλες διεθνείς επιχειρήσεις είναι να δώσουν προσοχή σε ό, τι μπορούν να ελέγξουν και να αφήσουν την αγορά θα φροντίσει για τα υπόλοιπα. Να ενημερωθούν για το τι θα συμβεί και αν θα συμβεί, αλλά δεν μπορεί κανείς να σχεδιάσει αυτά τα πράγματα. Κάποιες φορές είναι απλά ρητορική, κάποια στιγμή συμβαίνουν, αλλά πρέπει απλά οι εξαγωγείς να εστιάζονται σε αυτό που μπορούν να ελέγξουν. Και τότε πάνε καλά».