Να αναλάβουν το μέρος της
ευθύνης τους που τους
αναλογεί προκειμένου να αντιμετωπιστούν η οικονομική
επιβράδυνση και τα προβλήματα της
πραγματικής οικονομίας και του χαμηλού πληθωρισμού
καλεί τις κυβερνήσεις και τα Κοινοβούλια,
καθώς και τον ιδιωτικό τομέα των χωρών –μελών της ΕΕ που έχουν περιθώριο ελιγμών ο πρώην
πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν –Κλοντ Τρισέ.
Ο ίδιος δηλώνει στην εφημερίδα “TΑ ΝΕΑ “ κατηγορηματικά
ότι δεν μπορεί μόνο η ΕΚΤ
να σηκώσει όλο το βάρος των
απαιτούμενων παρεμβάσεων.
Για την Ελλάδα τονίζει ότι θα πρέπει να συνεχίσει
στον δρόμο μεταρρυθμίσεων και να
ενισχύσει την πιστοληπτική ικανότητα ,
επωφελούμενη από το περιβάλλον των
χαμηλών επιτοκίων. “Η χώρα έχει σημειώσει
αξιοσημείωτη πρόοδο αλλά έχει
πολλά ακόμη να κάνει διότι τα σπρεντ, τα μεσοπρόθεσμα και
μακροπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς
εξακολουθούν να είναι υψηλά σε σύγκριση
με τα ολλανδικά η τα γερμανικά “.
Ακολουθεί η
συνέντευξη του κ. Τρισέ στην εφημερίδα “TΑ ΝΕΑ”
-Γίνεται μεγάλη συζήτηση
πριν από τη ν απόφαση της ΕΚΤ που
αναμένεται την επόμενη εβδομάδα σχετικά με
το εάν η Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει
να προχωρήσει σε περαιτέρω
χαλάρωση της νομισματικής
πολιτικής. Υπάρχουν
αντιρρήσεις αλλά και
ερωτήματα σχετικά με το αν υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω
παρέμβαση της ΕΚΤ. Ποια είναι η άποψη σας
Δεν τοποθετούμαι για
τι ενδέχεται να να κάνουν. Θα πω μόνο
ότι πιστεύω πως το
Διοικητικό Συμβούλιο θα ενσωματώσει
σίγουρα όλα τα δεδομένα , τα
δεδομένα, τα γεγονότα, τα αριθμητικά
στοιχεία, την κατάσταση, τόσο στην
χρηματοπιστωτικό τομέα όσο και στον νομισματικό τομέα και της πραγματικής οικονομίας και θα καταλήξει στην απόφαση του. Σίγουρα παρατηρούμε μια
επιβράδυνση που είναι αρκετά
σημαντική σε όλο τον κόσμο στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
Έχω
πλήρη εμπιστοσύνη στην κρίση
του Διοικητικού Συμβουλίου και
του Μάριο Ντράγκι. Θα πρόσθετα μόνο ότι υπάρχει
τώρα σε όλο τον κόσμο η
αίσθηση ότι η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να λύσει όλα τα
προβλήματα, συμπεριλαμβανομένων
των προβλημάτων της πραγματικής οικονομίας και του πληθωρισμού. Νομίζω ότι πρόκειται για πολύ
απλοϊκή κατανόηση. Οι υπόλοιποι
εταίροι, οι κυβερνήσεις, ιδίως τα
Κοινοβούλια που είναι
αρμόδιοι για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις δημοσιονομικές πολιτικές, διαδραματίζουν πολύ
σημαντικό ρόλο για εκείνες
τις χώρες που έχουν περιθώριο
ελιγμών στον δημοσιονομικό τομέα.
Γενικότερα θα έλεγα ότι
όλος ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει επίσης να διαδραματίσει τον ρόλο του μαζί
με τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να να γίνει πλήρως κατανοητό γιατί εάν όλοι οι υπόλοιποι
εταίροι βασίζονται στην
Κεντρική Τράπεζα για να κάνει
όλη τη δουλειά, η Κεντρική
Τράπεζα δεν μπορεί να το κάνει.
Δεν μπορούν να σηκώσουν μόνο στους
δικούς τους ώμους όλο το βάρος
της κατάστασης.
– Σε αυτό
περιβάλλον πως βλέπετε τις προοπτικές μιας χώρας όπως η Ελλάδα η οποία έχει
περιορισμένο δημοσιονομικό
χώρο λαμβάνοντας επίσης υπόψη
τη συζήτηση που διεξάγεται σχετικά
με το εάν οι υψηλοί
στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα θα μπορούσαν να μειωθούν
Για όλες τις χώρες χωρίς
εξαίρεση το κύριο περιθώριο
ελιγμών είναι σίγουρα
οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις,
το να συνεχίζουν την εφαρμογή
των διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων για να
διασφαλιστεί ότι η οικονομία επωφελείται
από όσο το δυνατό υψηλότερο δυναμικό ανάπτυξης. Αυτό είναι το απαραίτητο για την ανάπτυξη και φυσικά για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αυτό ισχύει για όλες τις χώρες, ισχύει τόσο
για την Ελλάδα όσο και για τη Γερμανία. Υπάρχουν χώρες που έχουν περιθώρια ελιγμών και χώρες που δεν έχουν.
Όταν μιλώ για
περιθώριο ελιγμών δεν αναφέρομαι μόνο στη
πλευρά του δημοσιονομικού τομέα. Μιλώ επίσης για
την ευρύτερη περιοχή της μακροοικονομικής πολιτικής. Η χώρα που έχει πολύ
υψηλό πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών έχει
προφανώς περιθώρια ελιγμών στην
πλευρά της μακροοικονομικής
πολιτικής για να ενισχύσει την εγχώρια ζήτηση. Μια χώρας που δεν
έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο
τρεχουσών συναλλαγών , μια τέτοια
περίπτωση φαίνεται να είναι η Ελλάδα, δεν έχει περιθώρια
ελιγμών στη δική της μακροοικονομική πολιτική. Πρέπει κανείς να προσαρμόζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Αυτό που είναι πάντα αληθές
είναι, ασφαλώς, το όφελος που
κερδίζει κανείς όταν αυξάνει
την παραγωγικότητα του και το αναπτυξιακό του δυναμικό μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
-Όσον αφορά τα
χαμηλά επιτόκια και από
δημοσιογραφική άποψη, αν μιλάμε
για χώρες όπως η Ελλάδα με υψηλό χρέος, βλέπετε να δημιουργείται πιο ευνοϊκό κλίμα
Βλέπω την ευκαιρία
της ωφέλειας από τα χαμηλά επιτόκια, ώστε να μειωθεί το οφειλόμενο χρέος, να βελτιωθεί
η πιστοληπτική ικανότητα, η αξιοπιστία
της χώρας και λαμβανομένων
όλων υπόψη, να οδηγήσουν σε μαι καλύτερη κατάσταση. Αυτό είναι απαραίτητο, επειδή τα επιτόκια
δεν θα είναι για πάντα χαμηλά.
Στο παρελθόν
έχουμε βιώσει γεγονότα που θα άλλαζαν την κατάσταση. Νομίζω ότι πρέπει
κανείς να σκεφτεί ότι σε κάθε περίπτωση η βελτίωση της δικής του πιστοληπτικής ικανότητας είναι απολύτως απαραίτητη
και ιδιαίτερα στην περίπτωση της
Ελλάδας. Η χώρα έχει σημειώσει
αξιοσημείωτη πρόοδο αλλά έχει πολλά
ακόμη να κάνει διότι τα σπρεντ,
τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα
επιτόκια της αγοράς, εξακολουθούν να είναι υψηλά σε σύγκριση
με τα ολλανδικά ή τα
γερμανικά για παράδειγμα. Οτιδήποτε θα μπορούσε να μειώσει αυτά τα
σπρεντ θα ήταν και στο μέλλον, όταν αλλάξει η κατάσταση, θα
προστάτευε την Ελλάδα διαχρονικά
από τις δυσκολίες.
Mε πληροφορίες από την εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ ”