Συντάξεις δικαστικών: Τι είπε ο Τσακλόγλου για τις αυξήσεις

Πάνος Τσακλόγλου

Mόνο οι δικαστικοί που προσέφυγαν στα δικαστήρια και δικαιώθηκαν θα λάβουν αυξήσεις στις συντάξεις τους ξεκαθάρισε σήμερα στο MEGA ο υφυπουργός Εργασίας, Παναγιώτης Τσακλόγλου  αναφερόμενος στη πρόσφατη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. «Μιλάμε πάντα για τους δικαστές. Και νομίζω ότι ήταν αρκετά  ξεκάθαρη και η τοποθέτηση της κυβέρνησης συνολικά αλλά κυρίως ξεκαθάρισε το τοπίο και η τοποθέτηση του κ. Χατζηδάκη χθες  το βράδυ » τόνισε με έμφαση ο κ. Τσακλόγλου.

Και επεσήμανε αναφορικά με τα αναδρομικά των δικαστών, πως «για εκείνους που έχουν προσφύγει, και για ό,τι έχει αποφασίσει το Μισθοδικείο και αντίστοιχα το ελεγκτικό συνέδριο, σε αυτούς θα καταβληθούν.. Η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε νομοθετική πρωτοβουλία λαμβάνοντας υπόψιν τις δύο αυτές παραμέτρους, δηλαδή ότι οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης πρέπει να γίνονται σεβαστές αλλά από την άλλη πλευρά να έχουμε και τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο». Ξεκαθάρισε δε πως στην απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου «δεν υπάρχει γενίκευση του μέτρου». «Η  πρόσφατη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου περιορίζεται στους δικαστές» τόνισε και πρόσθεσε πως « οι δικαστές βρίσκονται στην υψηλότερη μισθολογική κλίμακα από τους δημοσίους υπαλλήλους. Εφόσον η σύνταξη είναι παρακολούθημα του μισθού που παίρνουμε έτσι και οι συντάξεις τους είναι μεγαλύτερες από των υπολοίπων».

Τέλος ρωτήθηκε εάν υπάρχει μια σκέψη για όσους δεν έχουν προσφύγει στα δικαστήρια για τα αναδρομικά να μπορούν να προσφεύγουν από εδώ και στο εξής « Αυτή ακριβώς είναι η έννοια της νομοθετικής πρωτοβουλίας που συζητά η κυβέρνηση για να καλυφθούν όλες αυτές οι περιπτώσεις» απάντησε.

Συντάξεις των δικαστών: Τι αναφέρει το  πλήρες κείμενο των τριών πιλοτικών αποφάσεων της μείζονος Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου

Υπενθυμίζεται πως χθες το Ελεγκτικό Συνέδριο εξέδωσε δελτίο τύπου το οποίο έλεγε ότι  το πλήρες κείμενο των τριών πιλοτικών αποφάσεων της μείζονος Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τις οποίες κρίθηκε ομόφωνα ότι οι περικοπείσες συντάξεις των συνταξιούχων ανωτάτων δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη έχουν προσφύγει μέχρι στιγμής άλλοι 450 στο Ελεγκτικό Συνέδριο ζητώντας εφαρμογή των αποφάσεων του Μισθοδικείου.

Οι τρείς αυτές αποφάσεις (1330 έως 1332/2023) της μείζονος Ολομέλειας του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου εκδόθηκαν μετά από αιτήσεις πρώην πρόεδρου του Αρείου Πάγου, πρώην πρόεδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και πρώην αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Οι ομόφωνες αυτές αποφάσεις της Ολομέλειας (με μειοψηφία τριών δικαστών μόνον ως προς τον χρόνο εφαρμογής των επίμαχων αποφάσεων) που εκδόθηκαν και αφορούν τους εν λόγω τρεις πρώην ανώτερους δικαστές, είναι πιλοτικές και έχουν μια «ουρά» 450 περίπου συνταξιούχων δικαστών που τους καταλαμβάνει το περιεχόμενο των τριών επίμαχων αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Παράλληλα, οι αποφάσεις αυτές της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου δίνουν τη δικονομική δυνατότητα στους περίπου 4.000 συνταξιούχους δικαστές, εισαγγελείς και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, να διεκδικήσουν με αιτήσεις καρμπόν την αναδρομική επιστροφή των συντάξεων τους στα επίπεδα του 2012, όπως έχουν κρίνει το Μισθοδικείο και η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου.

Ειδικότερα, η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου ακολούθησε στην ουσία την απόφαση του Μισθοδικείου του 2021 (υπ. αριθμ. 255/2021) που είχε κρίνει ότι «το Σύνταγμα επιβάλει σταθερή αναλογία των συντάξεων και των αποδοχών ενεργείας των δικαστικών λειτουργών».

Οι τρεις αυτές υποθέσεις με πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου τον Ιωάννη Σαρμά και εισηγητή τον Κωνσταντίνο Παραθύρα, ακολούθησαν ομόφωνα τις σκέψεις της απόφασης του Μισθοδικείου, ενώ υπάρχει μειοψηφία ως προς το χρόνο εκτέλεσης της απόφασης. Συγκεκριμένα, τρία μέλη του δικαστηρίου (ο πρόεδρος Ιωάννης Σαρμάς, ο αντιπρόεδρος Κωνσταντίνος Κωστόπουλος και η σύμβουλος Θεολογία Γναρδέλλη) εξέφρασαν τη άποψη ότι η εφαρμογή των εν λόγω επίμαχων αποφάσεων πρέπει να αρχίσει ένα έτος και πλέον μετά την ημερομηνία δημοσίευσής τους, έτσι ώστε να δοθεί το χρονικό περιθώριο στην κυβέρνηση για «να δυνηθεί ο νομοθέτης, επανεκτιμώντας τα δημοσιονομικά δεδομένα, να ανεύρει τρόπο συμμόρφωσης με τα κριθέντα, ως προς τις αναδρομικές αξιώσεις» των συνταξιούχων δικαστών. Φυσικά η άποψη της πλειοψηφίας των δικαστών του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπερισχύει της μειοψηφίας των τριών δικαστών.

Η Ολομέλεια Ελεγκτικού Συνεδρίου έκρινε ότι είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της διοίκησης-Πολιτείας για επανακανονισμό τής σύνταξης των τριών πρώην δικαστικών λειτουργών, που είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο, διότι όφειλε η διοίκηση-Πολιτεία να υπολογίσει τη σύνταξή τους μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες από το Μισθοδικείο ως αντισυνταγματικές σχετικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.

Δηλαδή, κατά την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) είναι οι προϊσχύσασες διατάξεις του «νόμου Κατρούγκαλου» (νόμος 4387/2016). Δηλαδή, οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.

Παράλληλα, σε σημερινή ανακοίνωση του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου αναφέρεται ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο σε εφαρμογή των αποφάσεων του Μισθοδικείου έκρινε, μεταξύ των άλλων τα εξής:

«Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου».

Exit mobile version