Αυξάνονται όλες οι προσωρινές συντάξεις που έχουν εκδοθεί από τις 13/5/2016 και μετά ενώ προβλέπεται και προκαταβολή μέρους του εφάπαξ, όπως αναφέρονται στις
υπό διατάξεις του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων που θα κατατεθεί
εντός ημερών στη Βουλή. Αναλυτικά, σύμφωνα
με την εφημερίδα “ΤA ΝΕΑ”, το εν λόγω νομοσχέδιο προβλέπει μεταξύ άλλων τα
εξής:
1.Η προσωρινή
σύνταξη για συνταξιούχους από Ταμεία μισθωτών αυξάνεται στα 80% του μέσου
μισθού του τελευταίου έτους αντί
50% που είχε υπολογιστεί
στις αρχικές τους αιτήσεις (μετά
τις 13/5/2016). Ο μέσος όρος του
μηνιαίου μισθού βγαίνει από το άθροισμα
του συνόλου των μισθών που
καταβλήθηκαν στο 12μηνο πριν από την αίτηση
δια του 12.
2. Η προσωρινή
σύνταξη για τους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες
αυξάνεται στο 70% του μέσου
μηνιαίου εισοδήματος του τελευταίου 12μήνου αντί 50% που είχε υπολογιστεί στις αρχικές τους αιτήσεις (μετά τις
13/5/2016).Ο μέσος όρος του μηνιαίου εισοδήματος βγαίνει από το άθροισμα του συνόλου
των εισφορών που καταβλήθηκαν στο12μηνο πριν από την αίτηση δια του 0, 20
και στη συνέχεια δια του 12.
3.Για τους
συνταξιούχους λόγω θανάτου που δεν έχουν
πάρει οριστική σύνταξη
η προσωρινή αυξάνεται στο 70% της
σύνταξης του θανόντος και
ουσιαστικά θα παίρνουν εξαρχής την
οριστική σύνταξη,καθώς αντιστοιχεί στο 70
% της σύνταξης του θανόντος.
Για τους δικαιούχους αναπηρικής σύνταξης
η προσωρινή θα καταβάλλεται
ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας, ως εξής:
Α. Προσωρινή 75% με
ποσοστό αναπηρίας από 67% έως και 79,99 %
Β. Προσωρινή 50% με
αναπηρία έως 66, 99%
4. Οι διατάξεις για
την αύξηση των προσωρινών συντάξεων
εφαρμόζονται αναδρομικά σε περιπτώσεις
ασφαλισμένων που έχουν υποβάλει
αίτηση συνταξιοδότησης από τις 13/5/2016 και δεν έχει εκδοθεί η οριστική σύνταξη.
5. Το κατώτατο ποσό της
προσωρινής σύνταξης μένει στα 384 ευρώ (όσο η εθνική σύνταξη για 20 έτη) όπως και πριν
για όλες τις κατηγορίες.
6.Το ανώτατο ποσό της
προσωρινής σύνταξης για τους συνταξιούχους από Ταμεία ελεύθερων
επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων δεν μπορεί να ξεπερνά τις 2,5 εθνικές
συντάξεις (384Χ 2=960),δηλαδή έχει “κόφτη”στα 960 ευρώ (αντί 768 ευρώ που είναι τώρα). Για τους συνταξιούχους από
Ταμεία μισθωτών και ΟΓΑ το πλαφόν μένει στα
768 ευρώ( δηλαδή στο διπλάσιο της εθνικής σύνταξης).
7.Θεσπίζεται από εδώ
και εξής( όχι αναδρομικά) χορήγηση μειωμένης κατά 30% προσωρινής σύνταξης για συνταξιούχους που συνεχίζουν την εργασία τους και δεν έχουν
πάρει οριστική οριστική σύνταξη , καθώς και για όσους
αναλάβουν στο εξής εργασία μετά την αίτηση συνταξιοδότησης. Η μείωση
30% θα υπολογιστεί στα νέα ποσά των προσωρινών συντάξεων.
8. Σε περιπτώσεις αίτησης για μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος το ποσό της προσωρινής σύνταξης
μειώνεται κατά 0, 5% για κάθε μήνα (ή 6% για κάθε έτος) που υπολείπεται από τη
συμπλήρωση του εκάστοτε ορίου ηλικίας για την πλήρη σύνταξη.
Προκαταβολή
εφάπαξ
Το ίδιο
νομοσχέδιο προβλέπει την προκαταβολή μέρους του εφάπαξ ανάλογα με το ποσό που δικαιούται ο ασφαλισμένος. Τρεις είναι
οι προϋποθέσεις χορήγησης της
προκαταβολής:
Α. Η πάροδος 3 μηνών από την υποβολή αίτησης
χορήγησης εφάπαξ παροχής.
Β. Η έκδοση οριστικής απόφασης κύριας σύνταξης
γήρατος ή αναπηρίας.
Γ. Η πραγματοποίηση
ελάχιστου χρόνου ασφάλισης 20 ετών αυτοτελώς σε έναν πρώην φορέα απονομής εφάπαξ. Η τρίτη προϋπόθεση δεν ισχύει για τους ασφαλισμένους του
ΝΑΤ.
Το ύψος της
προκαταβολής προκύπτει ως ποσοστό επί
ποσού της εφάπαξ παροχής ανά πρώην φορέα απονομής εφάπαξ.Το ποσοστό και το ποσό ανά πρώην φορά απονομής εφάπαξ
επικαιροποιείται με συνυπολογισμό των
νεότερων διαθέσιμων στοιχείων. Στην
περίπτωση προκαταβολής ποσού
μεγαλύτερου από εκείνο της οριστικής απόφασης απονομής εφάπαξ παροχής,
το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό αποσβέννυται με μηνιαία παρακράτηση από το
ποσό της κύριας σύνταξης σύμφωνα με τα ισχύοντα περί παρακράτησης σε κάθε πρώην φορέα απονομής κύριας σύνταξης και από το ποσό της επικουρικής σύνταξης σύμφωνα με τα
προβλεπόμενα στο άρθρο 46 του Ν.4670/2020 .Τα ποσά που παρακρατούνται
αποδίδονται στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών. Σε
περίπτωση μη εξόφλησης του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού
εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.