Την ικανοποίησή του εκφράζει ο εμπορικός κόσμος για την έναρξη του κοινωνικού διαλόγου για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, αλλά δηλώνει και τον προβληματισμό του, ενόψει μίας νέας συμφωνίας για τη μη αναμενόμενη συγκατάθεση των δανειστών, οι οποίοι συνεχίζουν να αρνούνται στην κυβέρνηση κάθε αλλαγή στα εργασιακά και τις κατώτατες αμοιβές.
Σήμερα, έγινε εκτενής διάλογος με θέμα: «το Νομοσχέδιο για την επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων σε όλο το φάσμα των συμβάσεων εργασίας» μεταξύ του Υπουργού Εργασία Π. Σκουρλέτη, των εργοδοτικών αλλά και των εργατικών φορέων (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ), σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΣΕΕ.
Ειδικότερα, ο διάλογος έγινε στα 20 σημεία της σχετικής επιστολής και το σχετικό Νομοσχέδιο που πρόκειται να κατατεθεί στη Βουλή εντός του Απριλίου.
Μάλιστα η ΕΣΕΕ απάντησε με αναλυτικό υπόμνημα όπου επιβεβαίωσε την πάγια θέση της για αποκατάσταση του κατώτατου μισθού και των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, χωρίς κηδεμόνες. Πιο συγκεκριμένα:
Το υπόμνημα της ΕΣΕΕ
ΣΗΜΕΙΟ 1: Επαναφέρεται σταδιακά και σε δύο φάσεις ο γενικός κατώτατος μισθός:
Στο πρώτο στάδιο (1/10/15)αίρονται οι μισθολογικές διακρίσεις με βάση την ηλικία των εργαζομένων και αυξάνονται οι κατώτατες αμοιβές κατά 10,91% (650 ευρώ μεικτά ο μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους και 29,05 ευρώ μεικτά το ημερομίσθιο για τους εργατοτεχνίτες).
Στο δεύτερο στάδιο (1/7/16) ο γενικός κατώτατος μισθός ορίζεται στα 751 ευρώ μεικτές αποδοχές για τους υπαλλήλους και το κατώτατο ημερομίσθιο στα 33,57 ευρώ για τους εργατοτεχνίτες.
Θέση ΕΣΕΕ: Η ΕΣΕΕ ήταν η πρώτη που πρότεινε στον κ. Υπουργό την πρόταση την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού σε δύο χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος μεταξύ τους, κατά το πρότυπο των τελευταίων σχετικών Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων (ΕΓΣΣΕ 2008: 680,59 €, ΕΓΣΣΕ 2010: 751,39 €). Επιπλέον η ΕΣΕΕ πρότεινε να επανεξεταστεί η πρόταση των εργοδοτών για τη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών δώδεκα μηνών, αντί για δεκατέσσερις που καταβάλλουν σήμερα εργοδότες και εργαζόμενοι για επιδόματα και δώρα. Παράλληλα, η ΕΣΕΕ επισήμανε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού για τις επιχειρήσεις σημαίνει :
-Ένα επίδομα ανεργίας μπορεί να επιδοτήσει δύο θέσεις εργασίας, χωρίς αυτό να έχει κάποια επιβάρυνση για την επιχείρηση.
-Η εφαρμογή σειράς φορολογικών κινήτρων για τις επιχειρήσεις που διατηρούν και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, καθώς και για τους συνεπείς εργοδότες.
– Η εξέταση περαιτέρω μείωσης του μη μισθολογικού κόστους (εργοδοτικών εισφορών), ώστε να αντισταθμιστεί μέρος της επιβάρυνσης της επιχείρησης. Υπενθυμίζεται ότι το εργοδοτικό μη μισθολογικό κόστος έχει μειωθεί, ανά βήματα, από 28,56% τον Αύγουστο του 2011 στο 24,56% τον Ιούλιο του 2014.
Η ΕΣΕΕ δεν αντιμετώπισε ποτέ φοβικά την αύξηση του κατώτατου μισθού, σε 137.000 εργαζόμενους, αφού η εν λόγω κίνηση,θα αυξήσει τον τζίρο των επιχειρήσεων και θα επιταχύνει την αύξηση της απασχόλησης, η οποία είναι και το ζητούμενο σήμερα. Αναλυτικότερα:
– Η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (μεικτά) θα αναθερμάνει την οικονομία.
– Η ενίσχυση του κατώτατου μισθού συνεπάγεται υψηλότερη καταναλωτική ζήτηση, παράμετρος η οποία θα μπορούσε να αναχαιτίσει τις επί σχεδόν δύο έτη οξείες αποπληθωριστικές πιέσεις.
– Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα τονώσει την ζήτηση και τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα θα εισρεύσουν επιπλέον έσοδα στα δημόσια ταμεία, κυριότερα από τον ΦΠΑ.
Οι ΜμΕ του εμπορίου αναγνωρίζουν εμπράκτως πως η «ανακύκλωση» του χρήματος εντός της ελληνικής αγοράς βοηθάει πρωτίστως την ελληνική οικονομία.
ΣΗΜΕΙΟ 2: Το μέσον διαμόρφωσης του γενικού κατώτατου μισθού θα είναι στο εξής η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία και θα έχει καθολική εφαρμογή για το σύνολο των όρων της.
Θέση ΕΣΕΕ:Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση έχει συμβολικό και ψυχολογικό χαρακτήρα, αφού επηρεάζει το γενικότερο οικονομικό κλίμα αλλά και την ψυχολογία του συνόλου των πολιτών. Η εμπεδωμένη αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζομένους τα τελευταία χρόνια είναι σημαντικός ανασχετικός παράγοντας απέναντι στην ύφεση. Με την εισαγωγή του δεύτερου μνημονίου (ν. 4046/2012), της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6/2012 και κυρίως του δεύτερου μεσοπρόθεσμου (άρθρο πρώτο, παρ. 1 ν. 4093/2012), επήλθαν δραματικές μεταβολές στο καθεστώς της Εθνικής Γενικής Σύμβασης.
ΣΗΜΕΙΟ 3:Καταργείται η αναστολή των αυξήσεων των επιδομάτων πολιτείας και των ωριμάνσεων.
Θέση ΕΣΕΕ: Όπως είναι γνωστό, με το άρθρο 4 της ΠΥΣ 6/2012, από 14-2-2012 και μέχρι το ποσοστό της ανεργίας να διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10%, ανεστάλη η ισχύς όλων των ωριμάνσεων που συνδέονταν με αυξήσεις μισθών, όπως το επίδομα πολιτείας, το επίδομα χρόνου εργασίας, το επίδομα τριετίας και το επίδομα πενταετίας.
Για το λόγο αυτό και επειδή είμαστε της γνώμης ότι πρέπει να κάνουμε ένα βήμα κάθε φορά μετρώντας τις επιπτώσεις, θεωρούμε ότι πρέπει –έστω προσωρινά- να αποσυνδεθεί το «ξεπάγωμα» των 3ετιών από την διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού και να συνεχιστεί η αναστολή συνυπολογισμού των ωριμάνσεων στις αμοιβές για ένα ικανό χρονικό διάστημα προσαρμογής των επιχειρήσεων στα νέα οικονομικά δεδομένα. Άλλωστε προτεραιότητα όλων είναι να αυξηθούν οι αμοιβές των χαμηλόμισθων και σε δεύτερο στάδιο να δοθούν αυξήσεις σε όλους τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα.
ΣΗΜΕΙΟ 4: Εισάγεται η υποχρέωση των διαπραγματευόμενων μερών για κωδικοποίηση των όρων προηγούμενων όρων συλλογικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων στο περιεχόμενο των νέων συλλογικών ρυθμίσεων, προκειμένου αυτές να διατηρηθούν σε ισχύ.
Θέση ΕΣΕΕ: Πρόκειται για το γνωστό θέμα των «διατηρητικών ρητρών» που πάγια χαρακτήριζαν τα ακροτελεύτια άρθρα τόσο των συλλογικών συμβάσεων όσο και των μεσολαβητικών προτάσεων και των διαιτητικών αποφάσεων. Οι διατηρητικές ρήτρες είχαν συνήθως το περιεχόμενο ότι όλες οι διατάξεις προηγούμενων Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και αντίστοιχων Διαιτητικών Αποφάσεων, εξακολουθούσαν να ισχύουν και να αποτελούν ενιαίο σύνολο με την νέα σύμβαση ή με την διαιτητική απόφαση. Με τις τροποποιήσεις του άρθρου 14 ν. 3899/2010, η διαιτησία μπορούσε να ρυθμίσει μόνο τον βασικό μισθό, θέτοντας τα υπόλοιπα ζητήματα ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης της συλλογικής σύμβασης.
ΣΗΜΕΙΟ 5:Εισάγεται νέο είδος συλλογικής διαπραγμάτευσης σε επίπεδο ομίλων επιχειρήσεων.
Θέση ΕΣΕΕ: Η ΕΣΕΕ σε γενικές γραμμές δεν είναι αντίθετη να προβλεφθεί στο νόμο, φτάνει να επιλυθεί το ζήτημα της πολλαπλής νομικής προσωπικότητας των επιχειρήσεων των Ομίλων, πολλές εκ των οποίων είναι σε τέτοιο βαθμό αυθύπαρκτες (και μη εξαρτημένες από την μητρική εταιρεία), ώστε να εγείρονται θέματα αντιπροσωπευτικότητας και εκπροσώπησης από την εργοδοτική πλευρά.
ΣΗΜΕΙΟ 6:Καθιερώνεται η υποχρέωση των εργοδοτικών οργανώσεων για διαπραγμάτευση ανεξάρτητα από τη ρητή σχετική πρόβλεψη στο καταστατικό τους.
Θέση ΕΣΕΕ: Ήδη από την νομοθέτηση του ν. 1876/1990 το σχετικό πλαίσιο, προωθείται η ελεύθερη συλλογική διαπραγμάτευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και την εκούσια επίλυση της συλλογικής διαφοράς. Η νομοθέτηση του συγκεκριμένου σημείου φαίνεται να προσπαθεί να βρει συμβαλλόμενους της εργοδοτικής πλευράς «με το ζόρι».
ΣΗΜΕΙΟ 7: Ενισχύεται η δυνατότητα διαπραγμάτευσης σε κλαδικό επίπεδο σε περίπτωση απουσίας κλαδικής εργοδοτικής οργάνωσης μέσα από μεμονωμένους εργοδότες (μέχρι 10) που απασχολούν την πλειοψηφία των εργαζομένων του κλάδου με εναλλακτική δυνατότητα την συμμετοχή της υπερκείμενης εργοδοτικής οργάνωσης στις διαπραγματεύσεις.
ΣΗΜΕΙΟ 8: Επαναφέρεται η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τους εργαζόμενους σε περίπτωση συρροής των συλλογικών συμβάσεων.
Θέση ΕΣΕΕ: Μετά τις αλλαγές που έγιναν στο νομοθετικό πλαίσιο του άρθρου 4024/2011 γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην περίπτωση των συμβάσεων εκείνων ή των διαιτητικών αποφάσεων που δεν επεκτείνονται ή δεν μπορούν να επεκταθούν στο σύνολο του κλάδου ή του επαγγέλματος. Κατά συνέπεια , η ΕΣΕΕ προτείνει να ισχύσει τη αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τον εργαζόμενο μόνο για τους κλάδους ή τα επαγγέλματα όπου οι συλλογικές συμβάσεις ή οι διαιτητικές αποφάσεις επεκτείνονται στο σύνολό τους. Εκεί όπου δεν υπάρχει επέκταση, προτείνεται να ισχύσει το προβάδισμα των επιχειρησιακών συμβάσεων που συνάπτεται μεταξύ της εργοδοσίας και του επιχειρησιακού σωματείου ή της ένωσης προσώπων.
ΣΗΜΕΙΟ 9: Αίρεται η αναστολή της δυνατότητας επέκτασης των κλαδικών και ομοιεπαγγελματικών συμβάσεων όταν υπογράφονται από εργοδοτικές οργανώσεις που τα μέλη τους απασχολούν την πλειοψηφία των εργαζόμενων στον κλάδο.
Θέση ΕΣΕΕ: Πάγια θέση της ΕΣΕΕ είναι η επαναφορά του δικαιώματος του Υπουργού Εργασίας για την επέκταση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων στο σύνολο των εργασιακών σχέσεων που αφορούν και μάλιστα με πιθανολόγηση της αντιπροσωπευτικότητας των φορέων εργοδοτών και εργαζομένων (αντί για πλήρη απόδειξη που είναι δύσκολη, διαδικαστικά πολύπλοκη και αργή, κάθε φορά που προκύπτει θέμα διαπραγμάτευσης). Αλλιώς οδηγούμαστε στην αποδυνάμωση των συλλογικών θεσμών και –εντέλει- στην ίδια την αποδυνάμωση της «Κοινωνίας των Πολιτών», δεδομένου ότι έτσι ευνοούνται οι ελαστικές μορφές απασχόλησης.
ΣΗΜΕΙΟ 10: Επαναφέρεται η πλήρης μετενέργεια των κανονιστικών όρων των συλλογικών συμβάσεων 6 μήνες μετά από τη λήξη τους, με δυνατότητα παράτασής της σε περίπτωση προσφυγής στον ΟΜΕΔ.
Θέση ΕΣΕΕ: Η επαναφορά της περιόδου μετενέργειας μίας συλλογικής σύμβασης στους 6 μήνες είναι σύμφωνη η ΕΣΕΕ.
ΣΗΜΕΙΟ 11: Ενισχύεται ο ρόλος του ΟΜΕΔ.
Θέση ΕΣΕΕ: Αν θέλουμε πραγματικά να αναστήσουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις του νομοθετικού πλαισίου 1876/1990 το μεγαλύτερο βάρος πρέπει να δοθεί στην ενίσχυση της ουσιαστικής διαπραγμάτευσης, που οδηγεί τελικά τα μέρη σε ρεαλιστικές προσεγγίσεις, προσαρμοσμένες στα σημεία των καιρών. Πρέπει να ενισχυθούν στον ΟΜΕΔ οι μηχανισμοί πρωτογενούς και δευτερογενούς έρευνας και τεκμηρίωσης, προκειμένου να παράσχει στους μεσολαβητές την ειδική αιτιολόγηση, που θα κάνει την πρότασή τους αξιόπιστη και –από την στιγμή που θα υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία- την συμφωνία των μερών δεδομένη.
ΣΗΜΕΙΟ 12: Δημιουργείται ενιαίο σώμα μεσολαβητών/διαιτητών.
Θέση ΕΣΕΕ: Η ΕΣΕΕ δεν έχει αντίρρηση για την ενοποίηση των σωμάτων μεσολαβητών και διαιτητών, που θα επιλύσει και το πρόβλημα που έχει προκύψει στην πράξη για την εξεύρεση του αναγκαίου δυναμικού στελέχωσης των τριμελών επιτροπών διαιτησίας.
ΣΗΜΕΙΟ 13: Δημιουργείται σώμα οικονομικών εμπειρογνωμόνων που θα συνδράμει με τεχνικές εκθέσεις το έργο των μεσολαβητών/διαιτητών μετά από αίτημά τους.
Θέση ΕΣΕΕ: Η ΕΣΕΕ πάντα ήταν υπέρ της τεκμηρίωσης των αποφάσεων του ΟΜΕΔ .
ΣΗΜΕΙΟ 14: Συνεκτιμάται η εν γένει οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων και της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων στην κρινόμενη συλλογική διαφορά στο στάδιο της μεσολάβησης και της διαιτησίας.
Θέση ΕΣΕΕ: Η συνεκτίμηση αντικειμενικών κριτηρίων, όπως η οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων του κλάδου και η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, πάντα ήταν –και είναι- σημαντικός παράγοντας για την κρίση της συλλογικής διαφοράς στο επίπεδο της μεσολάβησης και της διαιτησίας. Ωστόσο αυτά τα κριτήρια δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη εξατομικευμένα γιατί θα οδηγήσουν σε παράδοξα αποτελέσματα.
ΣΗΜΕΙΟ 15: Εκλέγεται ο Πρόεδρος του ΟΜΕΔ και επιλέγονται οι μεσολαβητές και οι διαιτητές με αυξημένη πλειοψηφία(2/3) των μελών του 9μελούς διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού.
Θέση ΕΣΕΕ: Επιτυχημένες παρεμβάσεις έγιναν στο άρθρο 17 ν. 3899/2010 στο σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων όπου ομόφωνη ήταν η απόφαση εργοδοτών και εργαζομένων είτε για την επιλογή του Προέδρου του ΟΜΕΔ, είτε για την επιλογή των μεσολαβητών και διαιτητών. Η ΕΣΕΕ ήταν υπέρ της διατήρησης της ομοφωνίας εργοδοτών και εργαζομένων για τον καθορισμό τόσο του Προέδρου όσο και του σώματος/σωμάτων μεσολαβητών – διαιτητών.
ΣΗΜΕΙΟ 16: Εισάγεται τεκμήριο εγκυρότητας των στοιχείων που επικαλείται η πλευρά των εργαζομένων στο στάδιο της μεσολάβησης και της διαιτησίας.
Θέση ΕΣΕΕ: Η ΕΣΕΕ διαφωνεί ριζικά με το συγκεκριμένο σημείο. Το περιεχόμενο των μέχρι τώρα καταγγελιών των συλλογικών συμβάσεων που στέλνουν οι οργανώσεις των εργαζομένων στους εργοδότες, είναι εξ’ ορισμού μαξιμαλιστικό και συνήθως εκτός πάσης πραγματικότητας, ώστε να δημιουργήσει διαπραγματευτικό πλεονέκτημα κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Ο εμπορικός κόσμος θέλει υποδομές στον ΟΜΕΔ, στο Υπουργείο Εργασίας ή οπουδήποτε αλλού που θα είναι σε θέση, πάντα μέσα στα πλαίσια της συνεργασίας εργοδοτών και εργαζομένων, να αποτυπώσουν αντικειμενικά την οικονομική κατάσταση στον ζητούμενο επιχειρηματικό κλάδο, ώστε να έχουν την ευχέρεια τόσο οι συμβαλλόμενοι όσο και οι μεσολαβητές – διαιτητές να αποφασίσουν με βάση την βιωσιμότητα και τις δυνατότητες του κλάδου και την διατήρηση των θέσεων εργασίας σε αυτόν.
ΣΗΜΕΙΟ 17: Ενισχύεται ο θεσμός της μεσολάβησης που αποτελεί το βασικό στάδιο επίλυσης των συλλογικών διαφορών με δυνατότητα επαναδιατύπωσης της πρότασης του μεσολαβητή μετά από την αρχική της κατάθεση και την αναζήτηση συγκλίσεων για την οριστική μεσολαβητική πρόταση.
Θέση ΕΣΕΕ: Κάθε ενίσχυση της διαδικασίας προ του σταδίου της υποχρεωτικής διαιτησίας είναι καλοδεχούμενη από την ΕΣΕΕ. Η ενίσχυση της μεσολαβητικής προσπάθειας δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στα διαδικαστικά βήματα της επαναδιατύπωσης της πρότασης και της αναζήτησης συγκλίσεων, αλλά πρέπει να επεκταθεί και στην υποβοήθηση του έργου του μεσολαβητή, μέσω της ολοκληρωμένης και αναμφισβήτητης τεκμηρίωσης της οικονομικής θέσης των συμβαλλομένων μερών, προκειμένου να στοιχειοθετήσει την μεσολαβητική του πρόταση.
ΣΗΜΕΙΟ 18: Διατηρείται η μονομερής προσφυγή σε τριμελούς σύνθεση διαιτησία όταν το ένα μέρος αρνείται την μεσολάβηση ή απορρίπτει την μεσολαβητική πρόταση.
Θέση ΕΣΕΕ: Το θέμα αυτό στην ουσία λύθηκε μετά την έκδοση της απόφασης του ΣτΕ 2307/2014, η οποία έκρινε ως αντισυνταγματική την κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στην διαιτησία.
Η υποχρεωτική διαιτησία επαναφέρθηκε μεν μετά την λήψη ξεκάθαρης θέσης από το Συμβούλιο της Επικρατείας και ακολούθως τις τροποποιήσεις του ν.4303/2014. Κατά συνέπεια, η μονομερής προσφυγή σε οποιασδήποτε μορφής διαιτησία, είτε με την μορφή της τριμελούς διαιτητικής επιτροπής, είτε με οποιαδήποτε άλλο τρόπο, πρέπει να ισχύει μόνο υπό τον όρο της πλήρους επέκτασης των διαιτητικών αποφάσεων που θα εκδοθούν στο σύνολο του υπό κρίση κλάδου ή επαγγέλματος.
ΣΗΜΕΙΟ 19: Διατηρείται η αρμοδιότητα της διαιτησίας επί του συνόλου της κρινόμενης συλλογικής διαφοράς.
Θέση ΕΣΕΕ: Και το ζήτημα αυτό λύθηκε με την έκδοση της αυτής ως άνω απόφασης υπ’ αριθμ. 2307/2014 του ΣτΕ, που έκρινε ως αντισυνταγματικούς τους περιορισμούς της διαιτητικής απόφασης μόνο στα μισθολογικά θέματα.
ΣΗΜΕΙΟ 20: Καταργείται ο δεύτερος βαθμός διαιτησίας και δικαστικού ελέγχου της διαιτητικής απόφασης με τον δικαστικό έλεγχο να παραμένει σε πρώτο βαθμό μόνο ως προς τη νομιμότητα της διαιτητικής διαδικασίας.
Θέση ΕΣΕΕ: Ως γνωστόν, με τις διατάξεις των ν. 3899/2010 και 4303/2014 καθιερώθηκαν αφενός η πλήρης και αιτιολογημένη αιτιολογία της διαιτητικής απόφασης και αφετέρου ο σύντομος δικαστικός έλεγχος του κύρους και της ουσίας τους από τα αρμόδια ελληνικά δικαστήρια (άρθρο 16Β ν. 1876/1990, όπως ισχύει).