Σε περιπτώσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων που έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση, αλλά τα επιτόκια δανεισμού είναι ιδιαίτερα υψηλά στην ελληνική περίπτωση, τόσο σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού των μεγάλων επιχειρήσεων, όσο και σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ ή και της ζώνης του ευρώ (OECD, 2022), αναφέρθηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο συνέδριο της ΓΣΕΒΕ και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
Επίσης είπε πως η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι άμεσα συνυφασμένη με την ανάπτυξη και ευημερία των Mικρομεσαίων Επιχειρήσεων, προσθέτοντας ότι δεδομένης της ανόδου των επιτοκίων οι επιχειρηματίες θα πρέπει επίσης να αξιοποιήσουν τους διαθέσιμους πόρους από τα ευρωπαϊκά προγράμματα.
Το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων
Υπενθυμίζεται ότι το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (TAA) για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις παραμένει σε 0,35%, ενώ για τις υπόλοιπές επιχειρήσεις από τις 24 Οκτωβρίου του 2022 διαμορφώθηκε σε 1%. Οι ιδιαίτερα επωφελείς όροι χρηματοδότησης αντανακλώνται στη ζήτηση των ΜμΕ για τα εν λόγω δάνεια καθώς έως τις αρχές Ιουνίου από τον συνολικό αριθμό των επενδυτικών σχεδίων που είχαν υποβληθεί στο δανειακό σκέλος του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0 ποσοστό 61% (260 από τα 425) είχε κατατεθεί από πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ).
Ο κ Στουρνάρας υποστήριξε ότι η προσπάθεια για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση σε ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης με έμφαση την επιχειρηματικότητα και την εξωστρέφεια απαιτεί τη στήριξη των ΜμΕ με νέες εθνικές και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. ‘Αμεση προτεραιότητα αποτελεί η έγκαιρη αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και ειδικά αυτών που σχετίζονται με τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την ενίσχυση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, πράσινη ενέργεια και ψηφιακές τεχνολογίες. Στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών δράσεων είναι απαραίτητη η υλοποίηση της πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημιουργία ενός «Πακέτου Αρωγής» για τις ΜμΕ (SME “Relief Package”).
Αναφερόμενος στο πρόβλημα των καθυστερήσεων στις πληρωμές επεσήμανε ότι ο αριθμός των τιμολογίων που πληρώνονται καθυστερημένα αυξάνεται σημαντικά. Παρά τη σχετική οδηγία της ΕΕ , λιγότερο από το 40% των πληρωμών στην ΕΕ είτε από δημόσιες αρχές είτε από επιχειρήσεις – πραγματοποιούνται εντός της συμβατικής προθεσμίας. Οι καθυστερήσεις πληρωμών θέτουν σε κίνδυνο τη ρευστότητα των ΜμΕ και μερικές φορές την ύπαρξή τους. Επιπλέον, οι καθυστερήσεις πληρωμών εμποδίζουν τις ΜμΕ να επενδύσουν, να προωθήσουν τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό τους και να προσλάβουν περισσότερους υπαλλήλους. Συνεπώς, απαιτείται ένα ισχυρότερο πλαίσιο το οποίο θα αξιοποιεί και ψηφιακά εργαλεία και το οποίο ενδεχομένως θα μπορούσε να περιλαμβάνει τον καθορισμό ανώτατων ορίων καθυστερήσεων για τις πληρωμές μεταξύ επιχειρήσεων, όπως για τον δημόσιο τομέα, θέσπιση ισχυρότερης επιβολή κυρώσεων και υποχρεώσεις παρακολούθησης, παρέχοντας στις ΜμΕ αποτελεσματικά εργαλεία επίλυσης διαφορών και εναλλακτικών μηχανισμών διαμεσολάβησης, προλαμβάνοντας τις καταχρήσεις και τις αθέμιτες πρακτικές.