Στουρνάρας: Στο 1,9% η ανάπτυξη το 2019 – Τι είπε για την αύξηση του κατώτατου μισθού

Παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί, η ελληνική οικονομία
συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, οι οποίες οδήγησαν την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του
Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για το 2019 να επισημάνει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει υπερβολικές
μακροοικονομικές ανισορροπίες, τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος,
Γιάννης Στουρνάρας, σε ομιλία του στον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος.



Η Τράπεζα της Ελλάδος, είπε, προβλέπει ότι το 2019 ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής
οικονομίας θα κινηθεί στα επίπεδα του 2018, δηλ. στο 1,9%, παρά την
προβλεπόμενη σημαντική μείωση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης στην ευρωζώνη
(από 1,9% το 2018 σε 1,1% το 2019). Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα στηριχθεί
στις επιχειρηματικές επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στην άνοδο της ιδιωτικής
κατανάλωσης, πρόσθεσε.


Σημείωσε, ωστόσο, ότι η πρόβλεψη αυτή υπόκειται σε εσωτερικούς και εξωτερικούς
κινδύνους. «Όσον αφορά το εσωτερικό περιβάλλον, ιδιαίτερα στο δημοσιονομικό
πεδίο, η εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας,
οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές στις συντάξεις,
δρουν επιβαρυντικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς οδηγούν
σε προς τα άνω αναθεώρηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και αποτελούν το
σημαντικότερο δημοσιονομικό κίνδυνο μεσοπρόθεσμα. Επίσης, η υψηλή φορολογία και
οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων ενδέχεται να
επηρεάσουν αρνητικά την επενδυτική εμπιστοσύνη και τις προοπτικές της ελληνικής
οικονομίας.


Η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10,9% και η
κατάργηση του υποκατώτατου μισθού σε συνδυασμό με τυχόν ανατροπή μεταρρυθμίσεων
που βελτιώνουν την ευελιξία στην αγορά εργασίας ενδέχεται να καθυστερήσουν την
αποκλιμάκωση της ιδιαίτερα υψηλής ανεργίας και να στρέψουν ορισμένες
επιχειρήσεις προς τις άτυπες μορφές απασχόλησης.


Επιπλέον, κίνδυνοι για την πορεία της οικονομίας προκύπτουν
από την αργή απομείωση του όγκου των ΜΕΔ (σ.σ.: κόκκινων δανείων), καθώς και
από το ότι τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου δεν έχουν ακόμη αποκτήσει καθεστώς
επενδυτικής βαθμίδας και οι αποδόσεις τους αποκλιμακώνονται με πολύ αργούς
ρυθμούς, με αποτέλεσμα να παραμένουν σχετικά υψηλές σε σύγκριση με άλλες
ευρωπαϊκές χώρες που εξήλθαν από προγράμματα προσαρμογής».



Ο κ. Στουρνάρας είπε ότι στις μακροοικονομικες ανισορροπίες που
κατέγραψε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προστεθεί ότι το επιχειρηματικό
περιβάλλον δεν θεωρείται ακόμη αρκετά φιλικό προς τις ιδιωτικές επενδύσεις,
καθώς χαρακτηρίζεται από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, εκτεταμένη γραφειοκρατία,
περιορισμένη πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση και καθυστερήσεις στην
απονομή Δικαιοσύνης.


Επίσης, είπε, «η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων
για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο (π.χ. 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022) επιδρά
αρνητικά στην ανάπτυξη, αλλά και στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Η
περιοριστική επίδραση των μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων είναι σχετικά
εντονότερη, επειδή συνοδεύεται από σχετικά υψηλή φορολογία. Λαμβάνοντας μάλιστα
υπόψη ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν περίπου 180% στο τέλος του
2018, προκύπτει ότι μια επιπλέον ποσοστιαία μονάδα οικονομικής ανάπτυξης είναι
1,8 φορές πιο πολύτιμη για τη μείωση του δημόσιου χρέους από μια επιπλέον
ποσοστιαία μονάδα πρωτογενούς πλεονάσματος».




Κλείνοντας την ομιλία του, ο διοικητής της ΤτΕ είπε ότι, προκειμένου
να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, να
διασφαλιστεί η τακτική και με βιώσιμους όρους χρηματοδότηση του Δημοσίου από
τις αγορές και να επιτευχθεί ένα βιώσιμο και εξωστρεφές πρότυπο ανάπτυξης,
προτείνονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις πολιτικής:


«1ον Ταχεία αποκλιμάκωση του υψηλού ποσοστού των ΜΕΔ με
ενεργοποίηση των σχεδίων της Τράπεζας της Ελλάδος και του Υπουργείου
Οικονομικών.


2ον Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής προς την
κατεύθυνση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της ανακατανομής της
δημόσιας δαπάνης προς εκείνες τις κατηγορίες που επιφέρουν μόνιμο αναπτυξιακό
αποτέλεσμα, όπως για παράδειγμα οι δημόσιες επενδύσεις.


3ον Συνέχιση των
διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων (με ενίσχυση των
συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στις επενδύσεις, στην κοινωνική
ασφάλιση και την υγεία), και ενθάρρυνση της στενής συνεργασίας επιχειρήσεων και
ερευνητικών κέντρων (με ενδυνάμωση του τριγώνου γνώσης: εκπαίδευση – έρευνα -
καινοτομία) προκειμένου να ενισχυθούν η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και η
εξωστρέφεια της οικονομίας.


4ον Προσέλκυση ξένων
άμεσων επενδύσεων, με την άρση σημαντικών αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία, η
ασάφεια του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, ιδιαίτερα στις χρήσεις γης,
οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση των διαφορών, καθώς και οι
εναπομείναντες περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων.


5ον Διατήρηση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, υποστήριξη
των μακροχρόνια ανέργων, ώστε να διασφαλιστούν τα οφέλη σε όρους
ανταγωνιστικότητας, αλλά και η αύξηση της απασχόλησης, από την επίπονη
μεταρρυθμιστική προσπάθεια που ξεκίνησε το 2010».






Exit mobile version