Στο μάτι της εσωκομματικής αντιπαράθεσης βρέθηκε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μετά την ήττα στις Ευρωεκλογές, αν και ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών εκφράζει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και δεν αποφασίζει μόνος για τα μέτρα που λαμβάνονται.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του ΑΝΤ1, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δέχεται καθημερινά «συντροφικά» μαχαιρώματα για τους φόρους που επεβλήθησαν τα 4 χρόνια και για τον «αποδεκατισμό» της μεσαίας τάξης. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, τα πράγματα δεν είναι έτσι ακριβώς, αφού τα πάντα συμφωνούνται στον «στενό πυρήνα» του Μεγάρου Μαξίμου.
Από το 2015 έχει επιβληθεί μία οικονομική πολιτική που αφαίμαξε πάνω από 5,5 δισ. ευρώ από τη μεσαία τάξη της χώρας, κυρίως, όμως οι επιλογές ήταν και είναι συλλογικές.
Συγκεκριμένα, με την υπογραφή του γ’ μνημονίου τον Αύγουστο του 2015 ψηφίστηκε και τέθηκε σε εφαρμογή το πρώτο κύμα φορολογικών μέτρων. Όπως αυτά αποτυπώνονται στον Προϋπολογισμό, που ήρθε στη Βουλή λίγους μήνες αργότερα, για το υπόλοιπο του 2015 το βάρος στους φορολογούμενους υπολογίστηκε σε περίπου 1 δισ. ευρώ, επί συνόλου 1,541 δισ. δημοσιονομικών παρεμβάσεων.
Σωρευτικά για το 2015- 2016, ο λογαριασμός αυτών των φορολογικών μέτρων υπολογίστηκε σε 3,2 δισ. ευρώ. Ποια ήταν αυτά τα μέτρα; Οι μαζικές μετατάξεις προϊόντων και υπηρεσιών από ΦΠΑ 13% σε ΦΠΑ 23%, η σταδιακή κατάργηση του ειδικού ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου, η αύξηση των συντελεστών της έκτακτης εισφοράς, η αύξηση του φόρου των επιχειρήσεων, η αύξηση της προκαταβολής φόρου σε επιχειρήσεις, ελεύθερους επαγγελματίες κι αγρότες, η αύξηση του φόρου στο εισόδημα από ενοίκια, ήταν το βασικό «πακέτο».
Επίσης, στον νόμο 4336 του 2015, δηλαδή στον νόμο όπου ενσωματώθηκε το γ’ μνημόνιο, υπήρχε, όμως, ο προάγγελος του δεύτερου κύματος φορολογικών μέτρων: 1% του ΑΕΠ από τη φορολογία εισοδήματος, 1% από έμμεσους φόρους, ενώ άλλο 1% είχε προβλεφθεί από το πεδίο των συνταξιοδοτικών δαπανών. Έπειτα από εκείνη τη φοβερή και τρομερή πολύμηνη διαπραγμάτευση για τη 2η μνημονιακή αξιολόγηση, ήρθε το νέο φοροσόκ. Και μπορεί η αύξηση των φόρων στην κατανάλωση να σάρωσε ακόμη και τα πιο χαμηλά εισοδήματα- ως γνωστόν οι έμμεσοι φόροι δεν έχουν ταξικό πρόσημο- αυτό που τάραξε για τα καλά τα νερά ήταν η πρώτη μείωση του αφορολόγητου.
Έτσι, η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ κατέβηκε στα 1.900 ευρώ κι αυτό σήμαινε ότι το αφορολόγητο των 9.545 ευρώ κατρακύλησε στα 8.636 ευρώ. Το μέτρο συνοδεύθηκε από αλλαγές στη φορολογική κλίμακα και είναι ενδεικτικό ότι ο πρώτος συντελεστής 22% στα μέσα του 2016 άρχισε να εφαρμόζεται έως τις 22.000 ευρώ εισοδήματος, αντί ως 25.000 ευρώ, που ίσχυε ως τότε.
Επιπλέον, προβλέφθηκε νέος συντελεστής 29% έως τις 30.000 ευρώ, ενώ ως τις 40.000 ευρώ ο συντελεστές ανέβηκε από το 32% στο 37%. Όσον αφορά στον ανώτατο συντελεστή, πήγε από το 42% στο 45%. Επιπλέον, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης μετατράπηκε σε μόνιμη παρέμβαση. Το βάρος από τις αλλαγές στη φορολογική κλίμακα υπολογίστηκε σε 984 εκατ. ευρώ για το 2017 και 815 εκατ. ευρώ εφεξής, ενώ οι παρεμβάσεις στην έκτακτη εισφορά υπολογίστηκαν σε 656 εκατ. ευρώ για το 2017 και 1,139 δις ευρώ εφεξής.
Σχετικά με το «πακέτο» των έμμεσων φόρων, που αποφασίστηκαν τον Μάιο του 2016 για να κλείσει η 2η αξιολόγηση, αυτό συμπεριελάμβανε την αύξηση του ΦΠΑ από το 23% στο 24%, την αύξηση των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στα καύσιμα, στα τσιγάρα, την επιβολή ΕΦΚ στα ηλεκτρονικά τσιγάρα και στον καφέ, τον φόρο διαμονής στα τουριστικά καταλύματα, την αύξηση του ΕΦΚ στην μπύρα κ.λπ. Επιπλέον, καταργήθηκε η φοροαπαλλαγή των φαρμακευτικών και ιατρικών δαπανών, όπως επίσης η έκπτωση φόρου 1,5% στην παρακράτηση.
Όπως προκύπτει από το Μεσοπρόθεσμο της περιόδου 2018- 2021, το σύνολο των δημοσιονομικών παρεμβάσεων από το 2015 ως το τέλος του 2018 είχε υπολογιστεί σε 8,282 δις ευρώ.
Πηγή: ΑΝΤ1