Όλο και περισσότεροι Έλληνες δανειολήπτες στεγαστικών δανείων φαίνεται πως σκέφτονται να μετατρέψουν το υφιστάμενο κυμαινόμενο επιτόκιο της δόσης τους σε σταθερό μεγάλης διάρκειας παρόλο που οι τράπεζες έχουν «παγώσει» έως τον Μάρτιο του 2024 τα επιτόκια στο επίπεδο του Μαρτίου 2023.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι δανειολήπτες ανησυχούν ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ δεν θα υποχωρήσουν εντός του 2024 και ότι θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί.
Αξιοσημείωτο είναι δε πως οι δανειολήπτες αλλά κυρίως εκείνοι που έχουν πάρει στεγαστικό δάνειο την περίοδο μετά το 2011 έως και το 2019 και επιβαρύνονται με υψηλό περιθώριο (spread) που είχε φτάσει ακόμη και πάνω από το 4% εκδηλώνουν υψηλό ενδιαφέρον για τη δυνατότητα μετατροπής των υφιστάμενων κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά.
Τι πρέπει να γνωρίζετε
Μεταξύ άλλων οι ενδιαφερόμενοι δανειολήπτες που θέλουν να προχωρήσουν σε αυτή την ενέργεια θα πρέπει να γνωρίζουν τα εξής:
Α. Ποιες είναι οι διάρκειες σταθερών επιτοκίων
Ιδιαίτερα προσοχή θα πρέπει να δώσουν οι δανειολήπτες στις συμβάσεις στο spread που θα υπογράψουν όταν θα ανοίξει μετά την μετατροπή από σταθερό επιτόκιο σε κυμαινόμενο και ποιο θα είναι αυτό το σταθερό. Επίσης επισημαίνεται πως το προτεινόμενο επιτόκιο είναι από 3,5% μέχρι 3,6% από 4,8% που σήμερα. Δηλαδή εάν έχει κανείς μια διάρκεια 4 ετών και μετά πέσουν τα επιτόκια, τότε είναι δεσμευμένος για 4 χρόνια να δίνει το μεγαλύτερο ποσό δεν μπορεί να το κόψει πάλι. Αναλυτικά:
- Από 3 χρόνια αρχίζουν οι οι διάρκειες που μπορεί κάποιος να διαλέξει για να μετατρέψει το δάνειο του σε σταθερού επιτοκίου. Πάντως όσοι προβούν σε αυτή την ενέργεια , “κλειδώνουν ” συνήθως επιτόκιο για 5 έτη ή ακόμη και για 10 έτη. Τα σταθερά επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες κινούνται μεταξύ 3% και 3,505 για διάρκεια 3 ετών και κλιμακώνονται μεταξύ 3,50% και 4 % για διάρκεια 5 ετών.
- Οι δανειολήπτες αυτοί θα εξακολουθούν να επωφελούνται ακόμη και εάν η άνοδος των επιτοκίων της ΕΚΤ αρχίσει να αποκλιμακώνεται. Ωστόσο το όφελος είναι συνάρτηση του πόσο υψηλό ήταν το spread του κυμαινόμενου επιτοκίου που είχε συμφωνήσει με την τράπεζα.
Β. Η άνοδος του Euribor
Μετά την άνοδο του euribor πάνω από το 3,5%, το μέσο επιτόκιο γι’ αυτά τα δάνεια υπερβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις και το 7%, ενώ ακόμη και μετά το «πάγωμα» των επιτοκίων από τις τράπεζες, το επιτόκιο για τους οφειλέτες αυτούς ανέρχεται πάνω από 6%. Για να γίνει κατανοητό στην πράξη παρατίθεται παρακάτω ένα σχετικό παράδειγμα: Κάποιος που έχει πάρει δάνειο ύψους 100.000 ευρώ με διάρκεια αποπληρωμής 20 ετίας και έχει συμφωνήσει 3,5% θα έχει μια επιβάρυνση από την άνοδο του euribor στο 2,80% περίπου 160 ευρώ σε μηνιαία βάση.
Γ. Η επιβάρυνση
Όσοι πάντως επιθυμούν να μετατρέψουν τις συμβάσεις αυτές σε σταθερό επιτόκιο θα πρέπει να γνωρίζουν πως είτε θα έχουν μια ελάχιστη επιβάρυνση που δεν ξεπερνάει τα 100 ευρώ είτε δεν θα έχουν κάποιο κόστος. Προϋπόθεση για να αυτό είναι τα δάνεια αυτά να εξυπηρετούνται κανονικά, δηλαδή να μην έχουν ρυθμιστεί μέχρι σήμερα λόγω καθυστέρησης, ενώ μετά τη λήξη της σταθερής διάρκειας που θα επιλέξει ο δανειολήπτης, το επιτόκιο μετατρέπεται ξανά σε κυμαινόμενο με βάση το περιθώριο που είχε συμφωνηθεί αρχικά.