Νέες πληροφορίες για το πρόγραμμα του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων “Το Σπίτι μου” στο πλαίσιο του οποίου χορηγούνται άτοκα ή χαμηλότοκα στεγαστικά δάνεια σε πολίτες ηλικίας 25-39 ετών.
Όπως αναφέρει ρεπορτάζ του ΑΝΤ1, η πλατφόρμα θα ανοίξει για το πρόγραμμα ” Σπίτι μου” στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου. Σύμφωνα με πληροφορίες, το αργότερο στις αρχές Μαρτίου θα γίνει η εκταμίευση στα πρώτα στεγαστικά δάνεια. Επίσης επισημαίνεται πως όσοι λάβουν δάνεια μέσω αυτού του προγράμματος θα πρέπει να το αποπληρώσουν σε έως 30 χρόνια και πως το επιτόκιο της δόσης θα είναι 1%.
Δείτε παρακάτω το ΒΙΝΤΕΟ για το πρόγραμμα “Σπίτι μου”
Το πρόγραμμα “Σπίτι Μου”
Σύμφωνα με τα όσα έχουν γνωστοποιηθεί έως τώρα από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για το Πρόγραμμα «Σπίτι Μου» ισχύουν τα εξής:
Δικαιούχοι των άτοκων ή χαμηλότοκων δανείων είναι άτομα ηλικίας 25-39 ετών με ετήσιο εισόδημα από 10.000 ευρώ έως το όριο που προβλέπεται για τη χορήγηση επιδόματος θέρμανσης και οι οποίοι δεν διαθέτουν ακίνητο κατάλληλο για την κατοικία τους.
Τα ακίνητα πρέπει να έχουν αξία έως 200.000 ευρώ, εμβαδόν έως 150 τ.μ. και παλαιότητα τουλάχιστον 15 ετών, ενώ για τους όρους του δανείου προβλέπονται τα εξής:
α) Η αγορά του ακινήτου δεν μπορεί να γίνει από συγγενή πρώτου ή δεύτερου βαθμού του αγοραστή.
β) Το ακίνητο αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα από τον αγοραστή ή, αν πρόκειται για συζύγους ή για μέρη συμφώνου συμβίωσης, κατά κυριότητα >50% για καθέναν από αυτούς.
γ) Το ύψος του δανείου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 150.000 ευρώ και η διάρκεια τα τριάντα έτη.
δ) Το δάνειο καλύπτει έως το 90% της αξίας του ακινήτου (το υπόλοιπο καλύπτεται από τον αγοραστή).
ε) Το δάνειο χρηματοδοτείται κατά 75% από τη ΔΥΠΑ. Για το ποσοστό του δανείου που χρηματοδοτείται από τη ΔΥΠΑ δεν οφείλεται τόκος, ενώ το υπόλοιπο 25% χορηγείται από τις τράπεζες (θα επιλεγούν μετά από δημόσια πρόσκληση της ΔΥΠΑ). Αυτό σημαίνει ότι τα 3 / 4 του δανείου χορηγούνται άτοκα με αποτέλεσμα το τελικό επιτόκιο που πληρώνει ο δανειολήπτης για το σύνολο του ποσού, να διαμορφώνεται στο ένα τέταρτο του κόστους που θα είχε ένα κανονικό στεγαστικό δάνειο.
στ) Για τρίτεκνους ή πολύτεκνους το δάνειο θα είναι άτοκο. Άτοκο θα γίνεται και το δάνειο για όσους κατά τη διάρκεια αποπληρωμής του κάνουν 3 και πλέον παιδιά.
ζ) Δεν μπορεί να ζητηθεί η παροχή προσωπικής εγγύησης τρίτου ως προϋπόθεση για τη χορήγηση του δανείου.
η) Το δάνειο απαλλάσσεται από την εισφορά της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 128/1975.
Υπενθυμίζεται ότι ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος είναι 500 εκατ. ευρώ (με πρόβλεψη για διπλασιασμό σε περίπτωση εξάντλησης των διαθέσιμων πόρων), ενώ εκτιμάται ότι ωφελούμενοι θα είναι 10.000 νέοι ή νέα ζευγάρια 25-39 ετών. Η υλοποίηση του προγράμματος αναμένεται στο πρώτο τρίμηνο του 2023.
Ερωτήσεις και απαντήσεις
Το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δημοσίευσε πρόσφατα έναν οδηγό με χρήσιμες πληροφορίες για το νομοσχέδιο “Σπίτι μου” που αφορά στα φθηνά στεγαστικά δάνεια.
Αναλυτικά:
Τι προβλέπει το πρόγραμμα χορήγησης στεγαστικών δανείων και ποιο το όφελος για τα νέα ζευγάρια που θα ενταχθούν σε αυτό;
- Πρακτικά όσοι ενταχθούν στο πρόγραμμα αυτό, θα πληρώνουν δόση στεγαστικού δανείου που θα είναι πολύ χαμηλότερη από το ενοίκιο που αντιστοιχεί στο σπίτι που επέλεξαν, καθώς το επιτόκιο θα αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο των εμπορικών επιτοκίων. Και πάντως θα είναι μηδενικό για τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες. Το κυριότερο, με την αποπληρωμή του δανείου θα αποκτήσουν την ιδιοκτησία του σπιτιού.
- Επιπλέον, το δάνειο θα καλύπτει υψηλότερο ποσοστό της εμπορικής αξίας του ακινήτου (90%) σε σχέση με τα στεγαστικά δάνεια των τραπεζών που καλύπτουν συνήθως έως το 80 %. Αυτό σημαίνει ότι η ιδιωτική συμμετοχή που πρέπει να συνεισφέρουν οι νέοι μειώνεται στο 10% της αξίας του σπιτιού αντί για 20% που προβλέπεται στις συμβάσεις των τραπεζικών στεγαστικών δανείων.
- Επίσης με το πρόγραμμα αυτό αποκτούν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό νοικοκυριά που υπό κανονικές συνθήκες δύσκολα θα πληρούσαν τα τραπεζικά κριτήρια χρηματοδότησης.
Ποια είναι τα νέα στοιχεία στο πρόγραμμα παροχής στεγαστικών δανείων σε νέους;
Έχουν προστεθεί σε σχέση με τις αρχικές ανακοινώσεις ορισμένα νέα στοιχεία που αποσκοπούν στην επιτάχυνση υλοποίησης της δράσης αλλά και τη θωράκιση από ενδεχόμενη απόπειρα κατάχρησης. Συγκεκριμένα:
- Τέθηκε ανώτατο όριο 200.000 ευρώ στην αξία της κατοικίας που μπορούν να αγοράσουν οι δικαιούχοι. Έτσι αποτρέπεται το ενδεχόμενο αγοράς πολυτελών κατασκευών με το επιδοτούμενο δάνειο του προγράμματος.
- Απαγορεύεται η αγορά του ακινήτου από συγγενή πρώτου βαθμού του δανειολήπτη.
- Διευκρινίζεται πως δεν θα υπάρχει εγγυητής του δανείου.
- Τίθεται 8μηνη προθεσμία (6μηνη αρχικά με δυνατότητα παράτασης 2 μηνών) από την προέγκριση του δανείου μέχρι την υπογραφή της δανειακής σύμβασης. Έτσι προλαμβάνονται καθυστερήσεις που θα δέσμευαν τα δανειακά κεφάλαια εις βάρος άλλων δικαιούχων που έχουν κλείσει τη συμφωνία αγοράς του ακινήτου.
- Το πρόγραμμα χορήγησης στεγαστικών δανείων προβλέπει πλαφόν 150.000 ευρώ στο ύψος του δανείου. Θεωρείτε το όριο αυτό ρεαλιστικό; Υπάρχουν σπίτια σε αυτό το επίπεδο τιμών;
- Σε δεκάδες περιοχές των αστικών κέντρων αλλά και στην περιφέρεια υπάρχουν διαθέσιμα ακίνητα σε αυτήν την τάξη μεγέθους που μπορούν να καλύψουν τις στεγαστικές ανάγκες των νέων.
- Ενδεικτικά: οι αντικειμενικές αξίες στην Αγία Παρασκευή κυμαίνονται από 1500-2050 ευρώ ανά τετραγωνικό, στο Μαρούσι 1500-2300 ευρώ, στην Πεύκη 1300-2250 ευρώ, στο 4ο Δημοτικό Διαμέρισμα Θεσσαλονίκης (Τούμπα) 1250 – 1550 ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι οι αντικειμενικές αξίες αφορούν νεόδμητα ακίνητα ενώ το πρόγραμμα των στεγαστικών δανείων αφορά ακίνητα κατασκευασμένα έως το 2007, οι αξίες των οποίων είναι προφανώς χαμηλότερες σε σχέση με τα νεόδμητα. Προφανώς υπάρχουν πολύ ακριβότερα ακίνητα, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα κοινωνικό πρόγραμμα για τη διευκόλυνση της απόκτησης στέγης, που στόχο έχει να απαλλάξει τους νέους από σημαντικά κόστη, αβεβαιότητες και προβλήματα. Το όριο των 150.000 ευρώ όπως και το πλαφόν 200.000 ευρώ στην αξία του ακινήτου είναι η χρυσή τομή ανάμεσα στα όρια που θέτει η αγορά και την ανάγκη να ενταχθούν στο πρόγραμμα όσο το δυνατόν περισσότεροι ωφελούμενοι.