S&P Global: Με την ύφεση “φλερτάρει” η ελληνική μεταποίηση

μεταποίηση

Στα όρια της ύφεσης  βρίσκεται η ελληνική μεταποίηση καθώς ο τομέας του κλάδου έχασε τη δυναμική ανάπτυξης τον Σεπτέμβριο,  όπως έδειξαν τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI από την S&P Global.

Οι συνθήκες ζήτησης που αντιμετώπισαν οι Έλληνες κατασκευαστές κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου επηρέασαν αρνητικά τη συνολική απόδοση του τομέα. Οι νέες παραγγελίες αυξήθηκαν μόνο οριακά σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, καθώς η ζήτηση από την πλευρά των πελατών μειώθηκε. Ως εκ τούτου, ο ρυθμός επέκτασης της παραγωγής εξασθένησε και ήταν ο βραδύτερος σε διάστημα οκτώ μηνών. Οι δυσκολίες προμήθειας πρώτων υλών είχαν επίσης επίπτωση στην ανοδική πορεία, καθώς οι ζημιές που προκλήθηκαν από τις πρόσφατες ακραίες καιρικές συνθήκες δυσχέραναν τις αλυσίδες εφοδιασμού και συνέβαλαν στη μείωση των αποθεμάτων, δεδομένου ότι οι εταιρείες κατέβαλαν προσπάθειες αναπλήρωσης των προϊόντων.

Εν τω μεταξύ, ο χαμηλότερος όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών και η μόλις ελαφρά άνοδος των εισροών νέων παραγγελιών οδήγησαν στην ασθενέστερη αύξηση της απασχόλησης που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο. Παράλληλα, το κόστος εισροών συνέχισε να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό.

Η πίεση

Η πίεση από τις υψηλότερες λειτουργικές δαπάνες ώθησε τις εταιρείες να αυξήσουν τις τιμές πώλησης για πρώτη φορά από τον Απρίλιο.

Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα  έκλεισε στις 50.3 μονάδες τον Σεπτέμβριο . Η τιμή αυτή ήταν  χαμηλότερη από τις 52.9 μονάδες του Αυγούστου, υποδεικνύοντας περαιτέρω απώλεια δυναμικής σε όλο το εύρος του τομέα.

Οι λειτουργικές συνθήκες βελτιώθηκαν οριακά σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα και στον λιγότερο αισθητό βαθμό που έχει καταγραφεί κατά την τρέχουσα περίοδο οκτώ μηνών συνεχούς ανάπτυξης. Στην υποχώρηση της τιμής του κύριου δείκτη συνέβαλε η σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των νέων παραγγελιών που έλαβαν οι Έλληνες κατασκευαστές τον Σεπτέμβριο. Σύμφωνα με αναφορές, η ζήτηση από την πλευρά των πελατών περιορίστηκε λόγω της μειωμένης αγοραστικής τους δύναμης και του υποτονικού ενδιαφέροντος από την εγχώρια αγορά μετά τις ακραίες καιρικές συνθήκες. Αρνητική επίπτωση στις συνολικές νέες πωλήσεις είχε επίσης η περαιτέρω υποχώρηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών. Οι δύσκολες συνθήκες ζήτησης σε βασικές αγορές εξαγωγών άρχισαν να επηρεάζουν το ενδιαφέρον για αγαθά του ελληνικού μεταποιητικού τομέα, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες.

Ως εκ τούτου, οι εταιρείες αύξησαν τα επίπεδα παραγωγής τους με βραδύτερο ρυθμό στο τέλος του τρίτου τριμήνου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, παράλληλα με τη λιγότερο σημαντική ζήτηση, οι εταιρείες παρατήρησαν επίσης ότι οι ζημιές που προκάλεσαν οι πλημμύρες είχαν επηρεάσει τις αλυσίδες εφοδιασμού και τις δυνατότητες παραγωγής.

Αντίστοιχα με την τάση που διαπιστώθηκε για τις νέες παραγγελίες, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής ήταν ο βραδύτερος κατά την τρέχουσα περίοδο οκτώ μηνών συνεχούς αύξησης. Παρότι οι εταιρείες διεύρυναν, σύμφωνα με αναφορές, τον αριθμό των εργαζομένων τους για να υποστηρίξουν την ολοκλήρωση των αδιεκπεραίωτων εργασιών, τον Σεπτέμβριο ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας επιβραδύνθηκε στον ασθενέστερο που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο. Και πάλι, οι ανειλημμένες εργασίες υποχώρησαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα επτά μηνών, λόγω της ηπιότερης αύξησης των νέων παραγγελιών. Τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου υποδεικνύουν νέα αύξηση των χρεώσεων εκροών από την πλευρά των Ελλήνων κατασκευαστών. Η αύξηση των τιμών πώλησης ήταν, σε γενικές γραμμές, μέτρια και αποτέλεσμα της μετακύλισης του μεγαλύτερου κόστους εισροών στους πελάτες, μετά την περαιτέρω ισχυρή άνοδο των λειτουργικών δαπανών.

Ορισμένες εταιρείες επισήμαναν ότι οι ελλείψεις υλικών αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια του μήνα, καθώς οι πρόσφατες πλημμύρες δυσχέραναν τη διαθεσιμότητα ορισμένων εξαρτημάτων. Σύμφωνα με μέλη του πάνελ, οι εν λόγω ελλείψεις, σε συνδυασμό με το υψηλότερο κόστος ενέργειας και καυσίμων, ώθησαν σε υψηλότερο επίπεδο τις τιμές εισροών.

Οι ζημιές που προκλήθηκαν από τις πλημμύρες και τα άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα στην Ελλάδα οδήγησαν σε περαιτέρω επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, οι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκαν οριακά, καθότι η συνολικά μικρότερη ζήτηση για εισροές είχε, σύμφωνα με κάποιες αναφορές, ως αποτέλεσμα τη βελτίωση των χρόνων παράδοσης.

Συγχρόνως, οι αγορές εισροών αυξήθηκαν με οριακό ρυθμό, καθώς τόσο τα αποθέματα προμηθειών όσο και τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων υποχώρησαν με έντονο ρυθμό. Οι ανησυχίες σχετικά με την αλυσίδα εφοδιασμού μετά τα πρόσφατα καιρικά φαινόμενα και οι συνθήκες υποτονικής ζήτησης επηρέασαν αρνητικά την επιχειρηματική εμπιστοσύνη τον Σεπτέμβριο, καθώς οι προσδοκίες σχετικά με τις προοπτικές για την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος υποχώρησαν σε χαμηλό δέκα μηνών.

Η δήλωση της &P Global Market Intelligence

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, η οικονομολόγος της S&P Global Market Intelligence, Siân Jones είπε: «Ο ελληνικός τομέας μεταποίησης έχασε τη δυναμική ανάπτυξης τον Σεπτέμβριο, καθώς ο συνδυασμός της εξασθενημένης ζήτησης από το εξωτερικό και των ακραίων καιρικών φαινομένων επηρέασε αρνητικά το ενδιαφέρον των πελατών του εσωτερικού και του εξωτερικού και άσκησε πίεση στις αλυσίδες εφοδιασμού. Οι νέες παραγγελίες αυξήθηκαν μόλις οριακά και με τον βραδύτερο ρυθμό από την έναρξη του έτους, με αποτέλεσμα την ηπιότερη αύξηση της παραγωγής. Οι υποτονικές συνθήκες ζήτησης του μεταποιητικού τομέα σε όλη την Ευρώπη άρχισαν να έχουν επιπτώσεις και στην Ελλάδα, δεδομένου ότι η ασθενέστερη αύξηση των νέων πωλήσεων είχε ως αποτέλεσμα οι εταιρείες να καταγράψουν περιορισμένη δραστηριότητα προσλήψεων και η απασχόληση να σημειώσει οριακή αύξηση σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα. Σύμφωνα με αναφορές, τους τελευταίους μήνες οι αλυσίδες εφοδιασμού δέχθηκαν πίεση λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων και η διαθεσιμότητα υλικών περιορίστηκε. Το κόστος εισροών εξακολούθησε να αυξάνεται με έντονο ρυθμό, παρά την ασθενέστερη συνολική ζήτηση για εισροές και τη χρησιμοποίηση των αποθεμάτων από την πλευρά των εταιρειών, γεγονός το οποίο ώθησε τους κατασκευαστές να αυξήσουν τις τιμές πώλησης για πρώτη φορά από τον Απρίλιο.»

 

 

 

Exit mobile version