Η ανεργία στην Ελλάδα διαμορφώνεται σήμερα σε επίπεδα υψηλότερα απ’ ό,τι στην Αμερική την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, που ξεκίνησε με το Χρηματιστηριακό Κραχ του 1929,επισημαίνει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του.
Όπως καταγράφεται , η ανεργία στην Αμερική από 4,8% το 1929 ανήλθε σε 23,6% το 1932 και το 1933.
Η ανεργία άρχισε σταδιακά να υποχωρεί με την μεγάλη ώθηση που έδωσαν στην οικονομία οι πολιτικές που εφαρμόσθηκαν από τον Πρόεδρο Ρούζβελτ από το 1933 και μετά. Παρόλα αυτά δεν επανήλθε στα προ κρίσης επίπεδα παρά μόνο προς τα μέσα της περιόδου του Β’ παγκοσμίου Πολέμου (1940-1945), με τη μαζική αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης και των δημοσίων επενδύσεων που απαιτούσε η πολεμική προσπάθεια.
Στην Ελλάδα, η ανεργία από 7,8% το 2008 ανήλθε στο υψηλότερο σημείο (27,5%) το 2013 και έκτοτε διατηρείται σε σχετικά υψηλό επίπεδο (26,4% το 2015).
Η προοπτική ταχείας μείωσης φαντάζει μάλλον μακρινή δεδομένης της αναστροφής της ανάκαμψης το 2015 και της αβεβαιότητας που επικρατεί εφέτος ως προς τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις.
Είναι εντυπωσιακή η εικόνα της δημόσιας δαπάνης στην Ελλάδα και την Αμερική. Στην Ελλάδα ήταν ήδη διπλάσια ως ποσοστό του ΑΕΠ απ’ ότι στην Αμερική, όταν οι δύο οικονομίες έμπαιναν στην κρίση.
Τελείως διαφορετικά τα μεγέθη, με την βασική διαφορά να εντοπίζεται στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας που δεν υπήρχε τότε.
Στις ΗΠΑ τα έσοδα δεν ήταν υψηλά αφού δεν είχε εφαρμοσθεί η παρακράτηση φόρου εισοδήματος στην πηγή, όπως εφαρμόσθηκε τότε για πρώτη φορά ως έκτακτο μέτρο (κάτι σαν την έκτακτη συνεισφορά αλληλεγγύης στην Ελλάδα) και βεβαίως, έμεινε και μετά από τον πόλεμο και γενικεύθηκε σε όλες τις χώρες.
Από την άλλη πλευρά, υπήρχε η δυνατότητα στην Αμερική να αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες, κάτι που δεν είναι δυνατόν να γίνει σήμερα στην Ελλάδα (αλλά ούτε και στις ΗΠΑ του σήμερα). Και είναι εξίσου εντυπωσιακή η συρρίκνωση των ιδιωτικών επενδύσεων στην Αμερική από το 1929 μέχρι το 1932, και η επαναφορά τους στα προ κρίσης επίπεδα το 1937, μετά από οκτώ χρόνια δηλαδή. Στην Ελλάδα, είμαστε στην 7η χρονιά πτώσης, χωρίς ισχυρή προοπτική ανάκαμψης των επενδύσεων (Διάγραμμα 1).
Το 1937-38, υπήρξε κάποια αναστροφή της πορείας εξόδου από την ύφεση στην Αμερική λόγω πρόωρης εφαρμογής περιοριστικής πολιτικής που, σύντομα όμως, εγκαταλείφθηκε και έτσι η οικονομία επανήλθε σε πορεία ταχείας αποκλιμάκωσης της ανεργίας, η οποία σταθεροποιήθηκε σε πολύ χαμηλό επίπεδο με την είσοδο της χώρας στο Β’ παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην Ελλάδα, το 2015-16 χαρακτηρίζεται από παρόμοια ανακοπή της ανάκαμψης που ξεκίνησε το 2014, λόγω πρόωρης χαλάρωσης, στη δική μας περίπτωση, της δημοσιονομικής προσαρμογής που, σύντομα όμως, εγκαταλείφθηκε υπέρ μίας ακόμη πιο περιοριστικής πολιτικήςμε συνακόλουθο την σταδιακή επιβράδυνση της μείωσης της ανεργίας
Εάν υπάρχουν, λοιπόν, κάποια συμπεράσματα που μπορούν να αντληθούν από όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ελλάδα σε σχέση με όσα συνέβησαν στην Αμερική πριν τον πόλεμο, είναι ότι απαιτείται να αυξηθεί μαζικά η δαπάνη στην οικονομία. Και επειδή δεν μπορεί αυτό να γίνει με αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης (αν μη τι άλλο επιδιώκεται η μείωσή της λόγω μη βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος), αλλά ούτε και των δημοσίων επενδύσεων, αφού δεν υπάρχει χρηματοδότηση (η φορολογική επιβάρυνση είναι στο ζενίθ και ο δανεισμός ανύπαρκτος) πέραν της χαμηλής προστιθέμενης αξίας και της αδιαφάνειας που συνοδεύει τις δημόσιες επενδύσεις, αυτό που απομένει είναι η αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων. Και επειδή η καθαρή αποταμίευση είναι αρνητική, οι ιδιωτικές επενδύσεις πρέπει να χρηματοδοτηθούν, κυρίως, από ξένες αποταμιεύσεις, που σημαίνει άμεσες ξένες επενδύσεις.
Αυτό, όμως, που είναι εντυπωσιακό είναι η απαιτούμενη αύξηση των δαπανών για να πέσει η ανεργία. Η δημόσια δαπάνη (κατανάλωση και επενδύσεις) στην Αμερική τριπλασιάσθηκε στα μέσα της πολεμικής προσπάθειας σε σχέση με την προπολεμική κατάσταση.
Την ίδια περίοδο, οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώθηκαν εντυπωσιακά καθώς η βαριά βιομηχανία μπήκε στην υπηρεσία της πολεμικής προσπάθειας, για να ανακάμψουν, εντυπωσιακά, μόνο μετά την λήξη του πολέμου. Σήμερα, στην Ελλάδα, καλούμεθα να αναλάβουμε μία τεράστια προσπάθεια οικονομικής αναδιάρθρωσης και ανάκαμψης που δεν έχει προηγούμενο.
Και αυτό πρέπει να γίνει εν μέσω ειρηνικής περιόδου και με ιδιωτικές επενδύσεις. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ολιγωρία στην ανάληψη αυτής της μεγάλης εθνικής επενδυτικής προσπάθειας (με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής), μας φέρνει όλο και κοντύτερα στα πρόθυρα μιας εθνικής οικονομικής καταστροφής.
Δεν είναι ώρα για επιμερισμό ευθυνών ούτε μικροπολιτικά παιχνίδια. Μία είναι η προϋπόθεση εξόδου από την κρίση και την ύφεση. Η πλήρης συμμόρφωση με το Μνημόνιο, ώστε να γίνει η χώρα πόλος έλξης επενδύσεων καθώς θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, που παραμένουν λαμπρές.
Ταυτόχρονα, απαιτείται η εφαρμογή ενός αναπτυξιακού σχεδίου διευκόλυνσης της εγκατάστασης ιδιωτικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Δεν υπάρχουν «εάν» και «αλλά», δεν υπάρχει «δεν γίνεται», υπάρχει μόνο «θέλω» και «μπορώ». Η κοινωνία και η οικονομία βρίσκεται σε οριακό σημείο.
Όπως τον Ιούλιο του 2015, η κυβέρνηση βρήκε τη δύναμη να μην εξοβελιστεί η χώρα στο χάος της δραχμής, έτσι και σήμερα πρέπει να βρει τη δύναμη να κάνει το σωστό. ‘