Tη διαπίστωση ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από ένα «επενδυτικό σοκ» που θα φέρει τη βιομηχανική ανάπτυξη εκφράζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του.
Το σύνολο των επενδύσεων τα τελευταία χρόνια υπολείπεται σημαντικά των αποσβέσεων του επενδεδυμένου κεφαλαίου και ότι θα χρειασθούν περίπου € 100 δις στην επόμενη επταετία για να επανέλθει το επενδεδυμένο κεφάλαιο στα προ της κρίσεως επίπεδα.
Αν εξετασθούν τώρα οι επενδύσεις χωρίς τις κατοικίες (που κυριολεκτικά καταποντίσθηκαν από € 25 δις το 2007 στα € 2 δις το 2014), το 2014 οι επενδύσεις ανήλθαν σε €19,3 δισ. ενώ οι αντίστοιχες αποσβέσεις σε €21,6 δισ.
Δηλαδή, οι καθαρές επενδύσεις ήταν αρνητικές κατά €2,3 δισ., εκ των οποίων €1,1 δισ. εντοπίζονται στη βιομηχανία (πλην πετρελαιοειδών) και μάλιστα το 42% του ποσού αυτού στα δίκτυα (ενέργεια, νερό).
Αυτό σημαίνει ότι, στη μεταποίηση πλην πετρελαιοειδών και τα δίκτυα, απαιτούνται €1 δισ. περίπου επενδύσεις τον χρόνο, μόνο και μόνο για να συντηρείται ο κεφαλαιουχικός εξοπλισμός.
H βιομηχανία είναι ο κατεξοχήν κλάδος των δυναμικών επιχειρήσεων που παράγουν, εξάγουν και δημιουργούν σταθερές και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, ενώ προωθούν ταυτόχρονα την εφαρμογή των καινοτομιών και της τεχνολογίας στην αναπτυξιακή παραγωγική διαδικασία.
Εάν συνεχισθεί η αποεπένδυση, η παραγωγική οικονομία θα εκφυλισθεί, το εργατικό δυναμικό θα υποαπασχολείται σε κλάδους σχετικά χαμηλής προστιθέμενης αξίας και η αδήλωτη εργασία θα γιγαντώνεται.
Η χώρα μας θα είναι περισσότερο ευάλωτη στον διεθνή ανταγωνισμό (μεγαλύτερες εισαγωγές), και το επιστημονικό μας δυναμικό θα φεύγει στο εξωτερικό για να βρει δουλειά. Να γιατί είναι σημαντική η ενίσχυση των επενδύσεων και, μάλιστα, των επενδύσεων στην ελληνική βιομηχανία.
Ο νέος αναπτυξιακός νόμος για τη στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων θα έχει πολύ μεγαλύτερες θετικές επιπτώσεις εάν πλαισιώνεται από παράλληλες αναπτυξιακές διαδικασίες και πολιτικές.
Στο πλαίσιο αυτό και σε αρμονία με τα κρατούντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση περί κρατικών ενισχύσεων, η εξειδίκευση μιας αποτελεσματικής βιομηχανικής πολιτικής που κάνει ανταγωνιστικότερες τις ελληνικές επιχειρήσεις, και μιας οριζόντιας πολιτικής επενδυτικών κινήτρων, έχει ήδη προ πολλού καθυστερήσει.
Στη σημερινή συγκυρία, πλούτος που δεν παράγεται δεν μπορεί και να διανέμεται.
Η λύση, λοιπόν, του προβλήματος και της ανεργίας, και του ασφαλιστικού και του φορολογικού, δεν μπορεί παρά να είναι η ανάπτυξη. Και ανάπτυξη χωρίς ιδιωτικές επενδύσεις δεν γίνεται.
• Την ώρα που οι επιχειρήσεις ανακτούν εμπιστοσύνη και οι καταθέσεις αυξάνονται μαζί με τη χρηματοδότηση για πρώτη φορά εδώ και μήνες, τα νοικοκυριά εμφανίζονται πιο απαισιόδοξα, οι λιανικές πωλήσεις υποχωρούν, τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη των φορολογουμένων αυξάνονται και μια σειρά από διεθνείς έρευνες καταγράφουν (για άλλη μια φορά) πως η υπερφορολόγηση, η μη προστασία της ιδιοκτησίας και η χρηματοοικονομική ανελευθερία ακυρώνουν τα πλεονεκτήματα μεταρρυθμίσεων που υλοποιούνται, της μειούμενης (αν και πάντα υψηλής) διαφθοράς και τις δυνατότητες αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.