Από σήμερα, 15 Δεκεμβρίου 2015, εντάσσεται σε λειτουργία Κτηματολογίου ο δήμος Θεσσαλονίκης, στον οποίο έχουν καταγραφεί πάνω από μισό εκατομμύριο δικαιώματα.
Με απόφαση που υπέγραψαν ο υπουργός και ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος & Ενέργειας, Πάνος Σκουρλέτης και Γιάννης Τσιρώνης αντίστοιχα, διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της κτηματογράφησης, ορίστηκε η έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου και το αρχείο κτηματογράφησης παραδίδεται στο Κτηματολογικό Γραφείο Θεσσαλονίκης.
Με τον τρόπο αυτό σηματοδοτείται η μετάβαση από το παλιό σύστημα «Μεταγραφών και Υποθηκών» στο νέο σύστημα του Κτηματολογίου για τον δήμο Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα, τα βιβλία που τηρούσε το αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο για τη Θεσσαλονίκη επέχουν θέση αρχείου, ενώ όλες οι συναλλαγές πραγματοποιούνται πλέον από το Κτηματολογικό Γραφείο και οι εγγραφές που αφορούν τα ακίνητα γίνονται στο Σύστημα Πληροφορικής Εθνικού Κτηματολογίου (ΣΠΕΚ).
Η αρχική εγγραφή κάθε ακινήτου (νομική και χωρική πληροφορία) αποτυπώνεται στο Κτηματολογικό Φύλλο του, που τηρείται σύμφωνα με τον αποκλειστικό Κωδικό Αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου (ΚΑΕΚ) για κάθε ακίνητο χωριστά και αντίγραφο του μπορεί να αιτηθεί ο ενδιαφερόμενος στο Κτηματολογικό Γραφείο (κόστος 4,5 ευρώ ανά φύλλο από το εκδιδόμενο στοιχείο).
Μη δηλωθέντα δικαιώματα κατά τη φάση της κτηματογράφησης μπορούν να εγγραφούν στα κτηματολογικά βιβλία μετά την ολοκλήρωση της κτηματογράφησης, δηλαδή, στο στάδιο της λειτουργίας, σύμφωνα όμως, με διαδικασίες που ορίζει ρητά ο νόμος και όχι με υποβολή δήλωσης του ν.2308/1995, η οποία πλέον δεν ισχύει για τις παραπάνω περιοχές. Το ίδιο ισχύει και για άλλα σφάλματα που μπορούν να αποκατασταθούν με τις ίδιες διαδικασίες. Οι διορθώσεις αυτές είναι επιτρεπτές μέσα σε προθεσμία πέντε ετών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της απόφασης του υπουργού για την έναρξη της λειτουργίας του Κτηματολογίου, για τους δε μόνιμους κατοίκους εξωτερικού ή τους νόμιμα εργαζόμενους στο εξωτερικό, η αντίστοιχη προθεσμία είναι επτά έτη.
Μετά τη λήξη των παραπάνω προθεσμιών, οι αρχικές εγγραφές του Κτηματολογίου γίνονται οριστικές και παράγουν αμάχητο τεκμήριο υπέρ των εγγεγραμμένων στο Κτηματολόγιο, δηλαδή αποκλείεται οποιαδήποτε μεταβολή του περιεχομένου τους. Αυτό σημαίνει ότι μετά την παρέλευση της προθεσμίας διόρθωσης και την οριστικοποίηση των εγγραφών:
α) Τα ακίνητα που για οποιοδήποτε λόγο δεν δηλώθηκαν κατά την διάρκεια της κτηματογράφησης και έχουν καταγραφεί ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» περιέρχονται στο Ελληνικό Δημόσιο.
β) Δικαιούχος κυριότητας ακινήτου που δεν αναγράφεται στις οριστικές εγγραφές, δεν μπορεί πλέον να διεκδικήσει την κυριότητα του ακινήτου, παρά μόνο να αξιώσει χρηματική αποζημίωση γι’ αυτό.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ