H ιστοσελίδα του πρακτορείου ειδήσεων Reuters αναφέρεται στην ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας ύστερα από μια δεκαετία κρίσης.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, αξιωματούχοι και επενδυτές υποστηρίζουν τώρα πως το 2024 θα μπορούσε να είναι χρονιά για την Ελλάδα που θα ολοκληρωθεί επιτέλους η ανάκαμψή της παρόλο που πριν από μια δεκαετία η χώρα βρισκόταν στη δίνη μιας καταστροφικής κρίσης χρέους που σημαδεύτηκε από χρόνια λιτότητας, κακουχίες και αναταραχές. Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί σχεδόν 3% το 2024, πλησιάζοντας το μέγεθος που είχε το 2009, πριν την κρίση, πολύ περισσότερο από το 0,8% που προβλέπεται για τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, προστίθεται στο δημοσίευμα.
Για το κόστος δανεισμού
Το δημοσίευμα αναφέρεται και στο κόστος δανεισμού της Ελλάδας. Το κόστος δανεισμού έχει μειωθεί και μάλιστα είναι χαμηλότερο από αυτό της Ιταλίας, ενώ το 2022 αποπλήρωσε- 2 χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα το ΔΝΤ.
Οι τράπεζες, που διασώθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, θα ιδιωτικοποιηθούν για πρώτη φορά πλήρως ύστερα από δεκαετίες. Mάλιστα ορισμένοι από τους μεγαλύτερους επενδυτές στη χώρα θεωρούν πως αυτό είναι το τελικό σημάδι επιστροφής της Ελλάδας στην κανονικότητα.
Για την ελληνική οικονομία μίλησε και ο Wim-Hein Pals της εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού Robeco. «Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλή κατάσταση για να επωφεληθεί από την περαιτέρω ανάπτυξη στο μέλλον» είπε.
Ωστόσο τώρα, η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει ένα άλλο πρόβλημα. Δηλαδή συγκρατείται από τη στασιμότητα στις μεγάλες χώρες της Ευρωζώνης που κάποτε της επέβαλαν αυστηρές μεταρρυθμίσεις.
Η Ελλάδα επέστρεψε το 2023 στην επενδυτική βαθμίδα ύστερα από χρόνια που ήταν αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές. Όταν το ΤΧΣ πούλησε τον περασμένο μήνα το μερίδιό του στην Τράπεζα Πειραιώς, η πώληση υπερκαλύφθηκε οκτώ φορές, σημειώνει το Reuters.
Αξιοσημείωτο είναι δε πως τον πιο γνωστό αρχαίο χώρο της Ελλάδας, την Ακρόπολη την επισκέφτηκαν το 2023 συνολικά 3,8 εκατομμύρια πολίτες. Ο αριθμός αυτός ήταν σχεδόν τετραπλάσιος από αυτόν που είχε παρατηρηθεί στο αποκορύφωμα της κρίσης.
Οι προκλήσεις για την ελληνική οικονομία
Το δημοσίευμα αναφέρεται στις προκλήσεις που παραμένουν για την ελληνική οικονομία, όπως τον μειωμένο αριθμό γεννήσεων και την έλλειψη εργατικού δυναμικού που απειλούν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές αλλά και τις φυσικές καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα – πυρκαγιές και πλημμύρες που επιβαρύνουν τα δημόσια οικονομικά.
Για πολλούς Έλληνες, η οικονομική ανάκαμψη της χώρας δεν σημαίνει βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, ωστόσο οι οικονομολόγοι αναφέρουν πως τα ευρύτερα οφέλη από την ανάκαμψη θα χρειαστούν χρόνο, σημειώνει το δημοσίευμα.
«Η ανεργία παραμένει πάνω από 10% και είναι η δεύτερη υψηλότερη στην ΕΕ μετά την Ισπανία, και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε αγοραστική δύναμη είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Ο μέσος μηνιαίος μισθός των 1.175 ευρώ είναι 20% χαμηλότερος από ό,τι πριν από 15 χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εργασίας».
Περισσότερες από τις μισές άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα που ανήλθαν σε περίπου 7,5 δις. ευρώ το 2022, προήλθαν από χώρες της βόρειας Ευρώπης, όπως από τη Γαλλία και τη Γερμανία που έχουν αδύναμη ανάπτυξη.
Οι ελληνικές εξαγωγές, όπως τα αγροτικά προϊόντα, τα καύσιμα και τα φαρμακευτικά προϊόντα – τα 2/3 των οποίων κατευθύνονται στην ΕΕ – μειώθηκαν σχεδόν 9% πέρυσι και η ανάπτυξη επιβραδύνθηκε στο 2%, εν μέρει ως αποτέλεσμα της υστέρησης της οικονομίας της Ευρωζώνης.
«Οι χαμηλότερες προσδοκίες για την ανάπτυξη στην Ευρώπη επηρεάζουν την Ελλάδα με δύο βασικούς τρόπους: Μέσω της πίεσης στις εξαγωγές… και μέσω του υψηλότερου κόστους του χρήματος», δήλωσε ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας. «Η Ελλάδα θα πρέπει να αναπτύξει τομείς όπου οι επενδύσεις είναι πιο μακροπρόθεσμες, όπως τα έργα υποδομής και την μεταποίηση, πρόσθεσε ο ίδιος.
.