Τα μεγάλα πλεονεκτήματα της εγγυημένης απασχόλησης, ανέπτυξε η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας Ράνια Αντωνοπούλου, στην ομιλία της, στην εκδήλωση με θέμα: «Εγγυημένη απασχόληση, μια εναλλακτική πρόταση στη λιτότητα», που συνδιοργάνωσαν το ίδρυμα Friedrich Ebert, το Levy Economics Institute και το ΙΝΕ- ΓΣΕΕ.
Συγκεκριμένα, η κα Αντωνοπούλου είπε:
Στην Ελλάδα βρισκόμαστε στον 7ο χρόνο ύφεσης και στον 5ο χρόνο υψηλής ανεργίας. Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς σε ποια κατεύθυνση πλέον, σε διεθνές επίπεδο, στρέφονται οι πολιτικές για την αντιμετώπιση της ύφεσης και της ανεργίας. Τόσο ο ΟΟΣΑ, όσο και η ομάδα των G20 προκρίνουν ως πολιτική αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης και της υψηλής ανεργίας , τη δημοσιονομική επεκτατική πολιτική, διότι είναι σαφές ότι μόνο μέσω αυτής της κατεύθυνσης μπορεί να επέλθει σταθερότητα στην οικονομία και την κοινωνία. Θέλω να πιστεύω ότι ίσως έχει έρθει η εποχή που οι δυνάμεις που υποστηρίζουν, εδώ και καιρό, σθεναρά την πολιτική λιτότητας, θα υποχωρήσουν .
Μπορεί η εγγυημένη απασχόληση να αποτελέσει την εναλλακτική πρόταση στην οικονομική κρίση; Η απάντηση είναι ξεκάθαρα ναι! Στην Ευρώπη των 22 εκατομμυρίων ανέργων, η δημιουργία εγγυημένων θέσεων απασχόλησης, δεν βγάζει μόνο τον άνεργο από το περιθώριο, δε διασφαλίζει μόνο την κοινωνική συνοχή, αποτελεί συνάμα μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα προγράμματα απασχόλησης έχουν ως βασικό άξονα την κατάρτιση, καθώς έχει επικρατήσει η άποψη ότι η υποστήριξη των ανέργων πρέπει να γίνεται με προγράμματα κατάρτισης τα οποία αναβαθμίζουν τις δεξιότητες και τα προσόντα των ανέργων, ώστε να μπορούν οι άνεργοι να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας.
Όμως κατά πόσο μπορούν τα προγράμματα κατάρτισης να λειτουργήσουν αποτελεσματικά σε ένα περιβάλλον, όπως είναι το ελληνικό, όπου το πρόβλημα δεν είναι η ποιότητα του εργατικού δυναμικού, αλλά η έλλειψη ζήτησης του; Δεν υπάρχουν δουλειές. Αυτός είναι ο λόγος που εκτοξεύεται η ανεργία και παρατηρείται το φαινόμενο του brain drain.
Για να τονωθεί λοιπόν η ζήτηση εργασίας και από τη στιγμή που ο ιδιωτικός τομέας δεν δύναται να δημιουργήσει ικανό αριθμό θέσεων εργασίας προκειμένου να περιοριστεί ουσιαστικά το ποσοστό ανεργίας, απαιτείται δημοσιονομική επεκτατική πολιτική.
Η παροχή εγγυημένης απασχόλησης στα προγράμματα υποστήριξης των ανέργων αποτελεί τμήμα αυτής της πολιτικής. Τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, παρέχουν εγγυημένη απασχόληση, αλλά θεωρούνταν μέχρι σήμερα από τη Γενική Διεύθυνση Απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως παθητικές πολιτικές.
Στις αλλεπάλληλες συναντήσεις που είχα με αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποστήριξα σθεναρά ότι τα κοινωφελή προγράμματα δε συνιστούν παθητική πολιτική στην αντιμετώπιση της ανεργίας, καθώς απευθύνονται κυρίως σε μακροχρόνια ανέργους τους οποίους βοηθούν να επανασυνδεθούν με την παραγωγική διαδικασία. Επομένως, τα κοινωφελή προγράμματα αποτελούν ενεργητική πολιτική και αν συνοδεύονται με παράλληλη αναβάθμιση των προσόντων των ανέργων θα μπορούσαν να αποτελέσουν μία καλή πρακτική στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Η προσέγγιση αυτή έγινε αποδεκτή από την Ευρωπαία Επίτροπο Απασχόλησης, Μαριάν Τίσσεν κατά τη τελευταία μας συνάντηση.
Με αυτό τον τρόπο καταφέραμε να γεφυρώσουμε το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις ενεργητικές και παθητικές πολιτικές αντιμετώπισης της ανεργίας.
Έτσι λοιπόν η νέα γενιά προγραμμάτων κοινωφελούς εργασίας, που θα εφαρμοστεί πιλοτικά σε 17 δήμους της χώρας, θύλακες υψηλής και μακροχρόνιας ανεργίας και σε δεύτερη φάση σε άλλους 32, με σκοπό να επεκταθεί σταδιακά σε όλους του Δήμους της Ελλάδας, θα έχουν διάρκεια 8 μηνών και όχι 5, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα. Αυτό ήταν μια δέσμευση της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ η οποία έγινε πραγματικότητα.
Η νέα γενιά των προγραμμάτων κοινωφελούς εργασίας έχει στο επίκεντρο τον άνεργο. Συνδέουν την επιμόρφωση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του άνεργου με θέση εργασίας η οποία πλέον δεν θα υποκαθιστά θέσεις που καλύπτουν πάγιες και μόνιμες ανάγκες των δήμων. Οι άνεργοι που θα συμμετέχουν στο πρόγραμμα θα προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε έργα συγκεκριμένα, διακριτά και μετρίσιμα τα οποία έχουν αρχή μέση και τέλος.
Για εμένα προσωπικά, ο άνεργος θα πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο των δράσεων απασχόλησης. Τα προγράμματα που σχεδιάζουμε και υλοποιούμε στο Υπουργείο Εργασίας έχουν ως γνώμονα τον άνεργο και όχι τους Δήμους ή οποιονδήποτε άλλον φορέα που υλοποιεί ένα πρόγραμμα απασχόλησης.
Τα νέα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας σηματοδοτούν μια βαθιά και ριζική αλλαγή στις πολιτικές απασχόλησης, καθώς εισάγουν την εγγυημένη απασχόληση ως απαραίτητο συστατικό των πολιτικών αντιμετώπισης της ανεργίας. Πέραν όμως της κοινωφελούς εργασίας θα πρέπει να σημειώσω ότι και τα υπόλοιπα προγράμματα, που ανασχεδιάσαμε στο Υπουργείο, παρέχουν εγγυημένη απασχόληση σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι πριν.
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι πρέπει να ξεκινήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια συζήτηση για τους πόρους που διατίθενται για την ανεργία. Στην Ελλάδα τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που απομένουν για την προγραμματική περίοδο 2014-2020 είναι πενιχρά, παρότι η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ.
Η ίδρυση Ταμείου Ανεργίας που προτάθηκε πρόσφατα από τον υπουργό Οικονομικών της Ιταλίας είναι καθοριστικής σημασίας, αν επιθυμούμε να αντιμετωπίσουμε πραγματικά το πρόβλημα της ανεργίας. Τη βοήθεια του ταμείου θα μπορούν να ζητήσουν τα κράτη μέλη των οποίων τα ποσοστά ανεργίας ή μακροχρόνιας ανεργία είναι κατά πολύ υψηλότερα από το ευρωπαϊκό μέσο όρο. Θα πρέπει δηλαδή να θεσπιστούν συγκεκριμένα μέτρα και κανόνες στο θέμα της αντιμετώπισης της ανεργίας. Όπως υπάρχουν κανόνες για τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων των κρατών μελών, έτσι πρέπει να υπάρχουν κανόνες και για το έλλειμμα εργασίας.