Η μελέτη της PwC «Υποδομές – Χρηματοδοτώντας το Μέλλον», καταγράφει τα έργα υποδομών (μεταφορές, ενέργεια, ύδρευση και διαχείριση αποβλήτων) που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη ή σε προχωρημένο σχεδιασμό.
Κατά την περίοδο της κρίσης στην Ελλάδα, έχουν γίνει ελάχιστες επενδύσεις σε υποδομές, οι οποίες σαν ποσοστό του ΑΕΠ κατακρημνίσθηκαν από το 3,7% (2006) στο 1,1% (2015) χάνοντας € 5,7 δισ. σε ετήσια βάση (συνολική απώλεια €50 δισ.).
Τα έργα υποδομών επηρεάστηκαν σημαντικά από τη βαθιά ύφεση και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, και ως αποτέλεσμα οι άμεσες θέσεις απασχόλησης από το 2009 μειώθηκαν κατά 53%.
Το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων υποδομής στην Ελλάδα ανέρχεται σε €20,7 δισ. ενώ για τα έργα σε εξέλιξη €12,3 δισ. Από τα 78 έργα που προγραμματίζονται να παραδοθούν μέχρι το 2022, η ενέργεια καλύπτει το 33%, οι σιδηρόδρομοι και τα έργα σε μετρό/τραμ το 29% και οι οδικές συγκοινωνίες το 25%.
Τα κύρια συμπεράσματα της μελέτης είναι:
• Ο αριθμός των προγραμματισμένων και ανεκτέλεστων έργων υποδομών έχει αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια της κρίσης – η αξία αυτών ανέρχεται σε € 20,7 δισ. μέχρι το 2022.
• Από τα συνολικά 78 έργα που θα παραδοθούν μέσα στα επόμενα 6 χρόνια, τα 39 αφορούν Δρόμους, Λιμάνια και Αεροδρόμια, 15 την Ενέργεια, 12 το Σιδηροδρομικό Δίκτυο και 12 την Ύδρευση και Διαχείριση Αποβλήτων.
• Τα περισσότερα από τα έργα υποδομής που βρίσκονται σε εξέλιξη είναι σε καθυστέρηση, ενώ επίσης καθυστερεί η ολοκλήρωση του σχεδιασμού, η χρηματοδότηση και η ανάθεση των έργων στη φάση του σχεδιασμού.
• Οι διαθέσιμοι δημόσιοι πόροι για έργα επενδύσεων για το 2016 είναι συγκρίσιμοι, σε ονομαστικά μεγέθη με αυτούς του 2002.
• Ζωτικής σημασίας για την αναζωογόνηση των επενδύσεων σε έργα υποδομών είναι η αποτελεσματική απορρόφηση των προγραμμάτων του νέου ΕΣΠΑ, η δημιουργία κινήτρων για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα με τη μορφή παραχωρήσεων και η σταδιακή αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης.
• Οι ΣΔΙΤ και τα Ομόλογα Έργου θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη χρηματοδότηση των έργων υποδομών, εμπλουτίζοντας τα χαρτοφυλάκια των θεσμικών επενδυτών με χαμηλού κινδύνου προϊόντα αλλά προϋπόθεση αποτελεί η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και η μείωση της πολιτικής αβεβαιότητας.
Ο Ευάγγελος Μαρκόπουλος, Director, Επικεφαλής του Τομέα Παροχής Συμβουλευτικών Υπηρεσιών στην Ενέργεια και τις Υποδομές της PwC σχολίασε: «Η κρίση έχει δημιουργήσει μια σημαντική καθυστέρηση στα έργα υποδομών, που ταυτόχρονα αποτελεί στοιχείο ανάπτυξης λόγω του μεγάλου οικονομικού πολλαπλασιαστή τους. Συνολικά, 78 έργα προϋπολογισμού €20,7 δισ. μέχρι το 2022 είναι σε εξέλιξη και σε προχωρημένο σχεδιασμό. Η ενέργεια και οι μεταφορές, με 85% του συνόλου, αποτελούν τους δύο μεγάλους πυλώνες υποδομών για την Ελλάδα. Η δυσκολία χρηματοδότησης τους όμως παραμένει, καθώς το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων δεν επαρκεί και το νέο ΕΣΠΑ δεν μπορεί να τα καλύψει».
Ο Μάριος Ψάλτης, Διευθύνων Σύμβουλος της PwC σημείωσε: «Οι επενδύσεις σε υποδομές, όπως και οι συνολικές επενδύσεις στην χώρα πρέπει να αυξηθούν ταχύτατα στα επίπεδα πριν από την κρίση. Αυτό θα τροφοδοτήσει την ανάπτυξη και την απασχόληση και πάνω από όλα θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Αλλά για να γίνει θα πρέπει να επιταχύνουμε τον προγραμματισμό και την εκτέλεση των έργων υποδομής και να τα κάνουμε “φιλικότερα” προς το ιδιωτικό κεφάλαιο. Αυτές οι αλλαγές κατεύθυνσης προϋποθέτουν και αλλαγές αντίληψης και οργάνωσης στον κρατικό μηχανισμό. Οι υποδομές είναι αυτήν την στιγμή το ισχυρότερο εφαλτήριο για το μέλλον της χώρας. Αξίζουν τη μεγάλη προσοχή μας.»