Την ανάγκη να τεθεί σε διαβούλευση το μέτρο της ψηφιακής κάρτας εργασίας επεσήμανε η ΓΣΕΕ σε επιστολή που απέστειλε στον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστή Χατζηδάκη.
Η Συνομοσπονδία, με δεδομένο το γεγονός ότι στηρίζει το συγκεκριμένο μέτρο, το οποίο δημιουργεί πλαίσιο για διαφανείς και αποτελεσματικούς ελέγχους στην κατεύθυνση προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων, ζητεί ενόψει της επικείμενης επέκτασης εφαρμογής του, να προηγηθεί διαβούλευση του Υπουργείου με τους κοινωνικούς εταίρους, για την αποδοτικότερη εφαρμογή.
«Είναι γνωστό ότι η εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας αποτελεί μέτρο για την αντιμετώπιση της αδήλωτης-υποδηλωμένης εργασίας και της εισφοροδιαφυγής καθώς και για την αποτροπή του αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων. Η Συνομοσπονδία μας, σταθερά προσανατολισμένη στην εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας και της προστασίας των εργαζομένων, στηρίζει το μέτρο, το οποίο, με τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας, δημιουργεί το πλαίσιο για διαφανείς και αποτελεσματικούς ελέγχους, στην κατεύθυνση κατοχύρωσης των δικαιωμάτων, του ωραρίου, του εισοδήματος και του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων», αναφέρει ανακοίνωση της ΓΣΕΕ και συνεχίζει:
«Μετά την αρχική εφαρμογή του μέτρου της ψηφιακής κάρτας εργασίας, επίκειται η επέκταση της εφαρμογής του και στους άλλους κλάδους της οικονομίας. Ενόψει αυτής της επέκτασης εφαρμογής του μέτρου, είναι απαραίτητο να αξιοποιηθεί η προηγηθείσα εμπειρία από την πρώτη φάση εφαρμογής της ψηφιακής κάρτας και το κυριότερο: να προηγηθούν διαβουλεύσεις μεταξύ του Υπουργείου και των ενδιαφερομένων μερών (εκπροσώπων των εργαζομένων – εργοδοτών), προκειμένου να καταγραφούν και να αντιμετωπιστούν οι ιδιαιτερότητες λειτουργίας των επιχειρήσεων κάθε κλάδου και συνακόλουθα της παροχής εργασίας σ’ αυτές.
Είναι αυτονόητο ότι η εφαρμογή του μέτρου της ψηφιακής κάρτας εργασίας απαιτεί, μεταξύ άλλων, προσαρμογές σε τεχνικό και διοικητικό επίπεδο, οι οποίες θα πρέπει να λάβουν υπόψη τόσο τις ιδιαιτερότητες κατά την εκτέλεση των συμβάσεων εργασίας του προσωπικού, όσο και τη φύση της λειτουργίας των επιχειρήσεων κάθε κλάδου. Η διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι κρίσιμη, αφού μόνο μέσω αυτής μπορεί να συγκεκριμενοποιηθούν οι επιμέρους ρυθμίσεις και να προσαρμοστούν στις πραγματικές συνθήκες λειτουργίας των επιχειρήσεων, ώστε το μέτρο να μπορέσει να ανταποκριθεί με επιτυχία στο σκοπό του και να είναι αμοιβαία επωφελές για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η διαβούλευση είναι, επιπλέον, αναγκαία και για την αντιμετώπιση των καταχρηστικών πρακτικών υπονόμευσης του μέτρου, που έχουν διαπιστωθεί από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή του», καταλήγει η ΓΣΕΕ.