Απαντήσεις στις ερωτήσεις που απασχολούν όσους θέλουν να προστατεύσουν την πρώτη κατοικία δίνει το enikos.gr με τη βοήθεια της δικηγόρου, Κατερίνας Φραγκάκη.
Εξηγείται αναλυτικά η διαδικασία για την προστασία της πρώτης κατοικίας μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Διευκρινίζεται, επίσης, τι πρέπει να κάνουν οι δανειολήπτες, αν δεν μπορέσουν να επιτύχουν συμφωνία με τους πιστωτές τους μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας ή αν δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος.
Εξηγείται, επίσης, τι πρέπει να κάνουν οι δανειολήπτες για να αποφύγουν τον πλειστηριασμό των ακινήτων τους από τη στιγμή που τους κοινοποιηθεί διαταγή πληρωμής.
Τι ισχύει σήμερα για την προστασία της πρώτης κατοικίας
Σύμφωνα με τον νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας (Ν 4605/2019) η οποία ισχύει μέχρι τις 30/4/2020 κάθε φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα δικαιούται να ζητήσει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας προστασίας 1ης κατοικίας τη ρύθμιση των οφειλών του προς τις Τράπεζες, τα funds και τις εταιρείες παροχής πιστώσεων, προκειμένου να προστατεύσει την κύρια κατοικία του από την αναγκαστική ρευστοποίηση.
Πώς γίνεται η αίτηση για την προστασία της πρώτης κατοικίας
1.Η αίτηση για την υπαγωγή στη διαδικασία ρύθμισης οφειλών κατατίθεται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. www.keyd.gov.gr με την επιλογή του συνδέσμου «Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας».
2. Με την επιτυχή εισαγωγή στο Σύστημα, αυτό εμφανίζει σχετική ένδειξη για την εισαγωγή των προσωπικών του διαπιστευτηρίων του TAXISnet (όνομα χρήστη και κωδικός πρόσβασης).
3. Το Σύστημα ελέγχει:
3.1. Αν υπάρχει για τον ΑΦΜ του δανειολήπτη σε κατάσταση προσωρινής αποθήκευσης.
3.2. Αν υπάρχει για τον ΑΦΜ δανειολήπτη σε κατάσταση οριστικής υποβολής.
4. Σε περίπτωση που υπάρχει αίτηση σε κατάσταση προσωρινής αποθήκευσης, για την οποία εκκρεμεί η εισαγωγή στοιχείων και δικαιολογητικών, το Σύστημα επιτρέπει τη συνέχιση της επεξεργασίας και την εισαγωγή στοιχείων.
5. Σε περίπτωση που υπάρχει αίτηση σε κατάσταση οριστικής υποβολής το Σύστημα ενημερώνει τον αιτούντα για τη μη δυνατότητα υποβολής εκ μέρους του νέας αίτησης.
6. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει αίτηση σε κατάσταση προσωρινής αποθήκευσης, το Σύστημα ελέγχει:α) Αν ο αιτών είναι Φυσικό Πρόσωπο και β) Αν ο ΑΦΜ είναι απενεργοποιημένος. και γ) Αν ο αιτών έχει αποβιώσει.
7. Ο αιτών επιβεβαιώνει ότι επιθυμεί να γίνει αυτεπάγγελτη αναζήτηση των δεδομένων του αιτούντα, από τις βάσεις δεδομένων της φορολογικής διοίκησης και των πιστωτικών ιδρυμάτων στο πλαίσιο της παρεχομένης αδείας του αιτούντα για την επεξεργασία και κοινοποίηση των δεδομένων του, την άρση απορρήτου τραπεζικών καταθέσεων και φορολογικού απορρήτου.
Η διαδικασία είναι αυτοματοποιημένη και δεν χρειάζεται πλέον η προσκόμιση δικαιολογητικών, καθώς όλα τα στοιχεία αντλούνται από το σύστημα.
Οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας
β) Δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (Α΄ 130) λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος.
γ) Η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.
δ) Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό του προηγούμενου εδαφίου προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη.
ε) Αν το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου του, έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
στ) Οι καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
ζ) Υφίσταται τουλάχιστον μία οφειλή επιδεκτική ρύθμισης
η) Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι κατά την ημερομηνία υποβολής, δεν υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια.
Τι μπορεί να κάνει όποιος δεν επιτύχει ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας
Σύμφωνα με το άρθρο 77 του Ν.4605/2019 το φυσικό πρόσωπο, που υπέβαλε οριστικά την αίτηση του στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του, αν δεν κρίθηκε επιλέξιμος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιμος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές.
Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος.
Πώς μπορεί να προστατευθεί η κατοικία αν δεν πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις του νόμου
Θα πρέπει ο δανειολήπτης να καταθέσει πρόταση στην Τράπεζα ή το fund με τα οικονομικά και περιουσιακά στοιχεία του για να ρυθμίσει το δάνειο του διότι όσο παραμένει κόκκινο κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του στον πλειστηριασμό. Πάντα ο δανειολήπτης θα ζητάει αποδεικτικό κατάθεσης της πρότασης του , ώστε αν χρειαστεί ο δικηγόρος του να μπορεί να το χρησιμοποιήσει ενώπιον του δικαστηρίου αποδεικνύοντας την καταχρηστική συμπεριφορά του πιστωτή εφόσον δεν επιτευχθεί εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς.
Πότε ο κόκκινος δανειολήπτης πρέπει να αρχίσει να ανησυχεί ότι θα χάσει το σπίτι του
Μόλις κοινοποιηθεί διαταγή πληρωμής, ο δανειολήπτης πρέπει άμεσα να κινητοποιηθεί. Θα πρέπει ο οφειλέτης να ζητά την άμεση βοήθεια δικηγόρου, προκείμενου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες ανακοπής για να αποφευχθεί το μοιραίο. Μεγάλη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στις προθεσμίες, γιατί οι ενέργειες πρέπει να γίνουν άμεσα. Η μέχρι πρότινος δαπανηρή και χρονοβόρα διαδικασία που τηρείτο επί κατασχέσεως και εκπλειστηριασμού ακινήτων απέτρεπε τους δανειστές και δικαιούχους μικρών απαιτήσεων να επιδιώξουν την ικανοποίηση τους με εκπλειστηρίαση τους. Σήμερα όμως ύστερα από την τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας συρρικνώθηκαν οι προθεσμίες και απλοποιήθηκε η διαδικασία.
Ποιες είναι οι προθεσμίες
Όταν έχει επιδοθεί διαταγή πληρωμής ο πολίτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της διαδικασίας εντός 15 ημερολογιακών ημερών.
Τι μπορεί να κάνει ο οφειλέτης όταν γίνει κατάσχεση
Αν αφορά ελαττώματα από τη σύνταξη της επιταγής προς εκτέλεση μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης ή την απαίτηση καταθέτει ανακοπή μέσα σε 45 ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης.
Οι προθεσμίες για τον πλειστηριασμό
Ορίζεται υποχρεωτικά 7 μήνες από την ημέρα περάτωσης της κατάσχεσης και όχι πάντως μετά την παρέλευση 8 μηνών από την ημέρα αυτή.
Κατάθεση αίτησης διόρθωσης
Όταν υπάρχουν λάθη στην κατασχετήρια έκθεση και ειδικότερα στην περιγραφή, ή σφάλματα ως προς την εκτίμηση του ακινήτου καταθέτουμε αίτηση διόρθωσης σε 20 ημέρες. Στην αίτηση αυτή επισημαίνουμε σφάλματα ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς. Ύστερα από την ανακοπή το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και αν γίνει δεκτή μπορεί να διατάξει τη διόρθωση της έκθεσης κατάσχεσης.
Λαμβάνεται υπόψη η εμπορική αξία του ακινήτου
Για την εκτίμηση της αξίας του ακινήτου, που κατάσχεται, λαμβάνεται υπόψη η εμπορική του αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο της κατάσχεσης και όχι η αντικειμενική αξία, όπως όριζε η παλαιότερη διάταξη.
Πότε κατατίθεται αίτηση αναστολής
Δεκαπέντε ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό μπορεί να κατατεθεί αίτηση για την αναστολή του πλειστηριασμού για 6 μήνες με εγγυοδοσία κατ’ άρθρο 1000 ΚΠολΔικ.
Η αναστολή αυτή είναι το τρίτο κατά σειρά δυνατό χαρτί του οφειλέτη για τη διαδικασία αναστολής του πλειστηριασμού του ακινήτου του, όμως ορίζεται υποχρεωτική καταβολή των εξόδων της διαδικασίας που δεν είναι λίγα, και εγγυοδοσία του 1/4 της οφειλής για να ανασταλεί ο πλειστηριασμός, αλλά και των εξόδων, ενώ καταργήθηκε η δυνατότητα του δικαστηρίου να ορίσει μικρότερο ποσό (του ¼) για εξαιρετικούς λόγους.
Μετά τον πλειστηριασμό τι μπορεί να γίνει;
Όταν υπάρχουν ελαττώματα στην εγκυρότητα της τελευταίας πράξης της εκτέλεσης μέσα σε εξήντα (60) ημέρες αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης πρέπει να κατατεθεί ανακοπή.
Πηγή: enikos.gr