Πρώτη αύξηση του ELA μετά τον Ιούλιο ’15

Στην αύξηση του ορίου άντλησης ρευστότητας μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA, για πρώτη φορά από τον Ιούλιο του 2015, υποχρεώθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) εξαιτίας των πιέσεων που δημιουργούν οι εκροές καταθέσεων.

Tο ανώτατο όριο του ELA αυξήθηκε κατά 400 εκατ. ευρώ και ανήλθε στα 46,6 δισ., αύξηση που σύμφωνα με την ΤτΕ «αντανακλά εξελίξεις στη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, λαμβανομένων υπόψη των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα».

Σύμφωνα με στελέχη τραπεζών, η αύξηση του ELA αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι οι εκροές καταθέσεων εξαιτίας της αβεβαιότητας για την αξιολόγηση, συνεχίζονται με ένταση.

Τονίζουν ότι πρόκειται για μια ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη, καθώς το μήνυμα που μεταδίδεται στο εξωτερικό και στους επενδυτές είναι ότι η χώρα όχι μόνο δεν κάνει βήματα προς τα εμπρός, αλλά επιστρέφει σε επικίνδυνα μονοπάτια.

Σημειώνεται ότι από τον Ιούλιο του 2015, όταν η χώρα βρέθηκε ένα βήμα πριν από τον εξοστρακισμό της από την Ευρωζώνη, είναι η πρώτη φορά που αυξάνεται το όριο του ELA, δηλαδή το μέγιστο ποσό έκτακτης ρευστότητας που μπορούν να αντλήσουν οι εγχώριες τράπεζες για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Κατά πάγια τακτική η ΤτΕ διατηρεί ένα απόθεμα ασφαλείας.

Για παράδειγμα, στο τέλος Φεβρουαρίου το ανώτατο όριο είχε οριστεί στα 46,3 δισ. ευρώ, ενώ οι τράπεζες είχαν αντλήσει 43,14 δισ., υπήρχε δηλαδή ένα πρόσθετο περιθώριο 3,2 δισ. Το όριο αυξάνεται έπειτα από αίτημα της ΤτΕ και την παροχή πρόσθετων εγγυήσεων, κατά κανόνα εξυπηρετούμενων δανείων.

Από τον Ιούλιο 2015 και μετά η ΤτΕ συστηματικά μείωνε (ή στη χειρότερη περίπτωση διατηρούσε σταθερό) το όριο του ELA, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την αισιοδοξία και το καλό κλίμα. Σε ό,τι αφορά τη χρήση του ELA τον Ιούνιο 2015, οι τράπεζες είχαν αντλήσει 86,77 δισ. και έκτοτε μετά την υπογραφή του 3ου Μνημονίου μειώνονταν.

Ωστόσο, οι τράπεζες είχαν υποχρεωθεί σε αύξηση του ELA τον Απρίλιο 2016 (+800 εκατ.) λόγω των καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.

Μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης υπήρξε μεγάλη μείωση του ELA: τον Ιανουάριο 2017 συρρικνώθηκε στα 42,8 δισ. λόγω τις ισχυρής πεποίθησης για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Ωστόσο, η διάψευση των προσδοκιών από το δεύτερο 15νθήμερο του Ιανουαρίου έχει πυροδοτήσει νέες μεγάλες εκροές καταθέσεων –συνολικά υπολογίζονται σε 4 δισ. ευρώ– κάτι που ανάγκασε τις τράπεζες τον Φεβρουάριο να αντλήσουν πρόσθετη ρευστότητα μέσω ELA. Η δε αύξηση του ορίου χθες αποτελεί προάγγελο περαιτέρω σημαντικής αύξησής του τον Μάρτιο.

Η ΕΚΤ αποτελεί τον ύστατο δανειστή, δηλαδή, παρέχει ρευστότητα ανάγκης σε εμπορικές τράπεζες που δεν μπορούν να αντλήσουν ρευστότητα από τις αγορές προκειμένου να ικανοποιήσουν τις εκροές καταθέσεων.

Ο ELA αποτελεί μία ακόμα πιο έκτακτη διαδικασία και αφορά τράπεζες οι οποίες δεν έχουν αποδεκτά από την ΕΚΤ ενέχυρα για να αντλήσουν «κανονική» ρευστότητα. Δίνεται με έγκριση της ΕΚΤ αλλά βαρύνει τον ισολογισμό της ΤτΕ και κατ’ επέκταση το ελληνικό Δημόσιο. Στο τέλος Δεκεμβρίου οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα είχαν διαμορφωθεί στα 121,4 δισ. ενώ ο δανεισμός σε 194,75 δισ. και το μεγαλύτερο μέρος του «κενού» καλυπτόταν από τη ρευστότητα του ευρωσυστήματος ύψους 66,7 δισ., εκ των οποίων 23 δισ. ήταν «κανονική» ρευστότητα της ΕΚΤ και 43,7 δισ. ευρώ ρευστότητα μέσω ELA.

Πηγή: Καθημερινή


Exit mobile version