«Η επιλογή είναι το σημαντικότερο όπλο του καταναλωτή απέναντι σε τέτοιες πρακτικές. Το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο μιας εταιρείας είναι η φήμη της και οι πελάτες της. Εάν χάσει αυτά τα δυο, μια μεγάλη εταιρεία, τότε δεν έχει και τίποτε άλλο να προσφέρει, τίποτε άλλο να αξιολογήσει. Άρα λοιπόν εδώ το πρόστιμο που μπαίνει αφορά κυρίως αυτά τα δύο ζητήματα» ανέφερε ο Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, σε σχέση με τα νέα πρόστιμα ύψους 1,67 εκατ. ευρώ που ανακοινώθηκαν χθες εις βάρος δύο πολυεθνικών για αθέμιτη κερδοφορία.
Μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, ο κ. Αναγνωστόπουλος επισήμανε ότι με την επιβολή των προστίμων ουσιαστικά ενημερώνονται οι καταναλωτές ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση έχει κάνει αυτή την πρακτική, έχει δηλαδή παραβιάσει το μέγιστο περιθώριο κέρδους που επιτρέπεται από την ελληνική νομοθεσία. «Τι σημαίνει λοιπόν αυτό, ότι έχει φερθεί με έναν τρόπο στους καταναλωτές, ο οποίος δεν είναι σωστός. Μιλούμε λοιπόν στους καταναλωτές και τους εξηγούμε ότι εδώ θα πρέπει να κάνετε κάποιες άλλες επιλογές. Δυστυχώς όμως πρέπει να θυμίσουμε ότι ο έλεγχος μόνο κατασταλτικά μπορεί να έρθει. Κανείς δεν μπορεί να καταδικαστεί πριν εγκληματήσει. (..) Ο μόνος τρόπος ο καταναλωτής να αποφύγει αυτού του είδους τις πρακτικές είναι προφανώς να ακούει τις ανακοινώσεις της πολιτείας και να κάνει έρευνα αγοράς» επισήμανε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
«Εάν κάποιος δεν έχει παρανομήσει, δεν μπορούμε να πάμε νωρίτερα και να του πούμε πρόσεξε μην παρανομήσεις. Το κάνουμε αυτό μέσω του νόμου. Δεν μπορεί να γίνει κάτι πιο πριν. Αυτό που μπορεί να γίνει και βοηθά τον καταναλωτή στο μέλλον είναι από τη στιγμή που έχει μπει το πρόστιμο, αν αυτό θα δράσει τελικά αποτρεπτικά απέναντι σε αυτή την επιχείρηση προκειμένου να σταματήσει να κάνει αυτή την πρακτική» συμπλήρωσε.
Τι είπε για τους έμμεσους φόρους
Ερωτηθείς εάν μπορεί πράγματι προς το τέλος της τετραετίας, όπως ανέφερε σε ομιλία του στη Γερμανία ο πρωθυπουργός, να προχωρήσει η κυβέρνηση σε μείωση έμμεσων φόρων, ο κ. Αναγνωστόπουλος το άφησε ανοιχτό.
«Δεν είναι καθόλου απίθανο αυτό αν η οικονομία μας πάει καλά. Καμία φιλελεύθερη κυβέρνηση δεν θα ήθελε να έχει υψηλούς φόρους. Είναι τελείως αντίθετη ιδεολογικά μια οποιαδήποτε φιλελεύθερη κυβέρνηση με μια τέτοια πολιτική. Από ότι λοιπόν θα εξαρτηθεί αυτό, προφανώς από το αν τα έσοδα τα οποία έχει το κράτος μπορεί να αντισταθμιστούν από τα έσοδα από τη φορολογία. Αν λοιπόν περιοριστεί η φοροδιαφυγή και αν μεγιστοποιηθεί η ανάπτυξη της χώρας, δηλαδή συνεχίσουμε στους σημερινούς ή και καλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, αυτό σημαίνει ότι τα έσοδα που θα έχουμε θα είναι μεγαλύτερα καίτοι οι φόροι οι οποίοι θα επιβάλλουμε θα είναι μικρότεροι. Έτσι μεγαλώνει η πίτα. Με το μεγάλωμα λοιπόν της πίτας της οικονομίας μπορείς να μειώσεις τους φόρους, Δεν μπορείς να μειώσεις τους φόρους με μια διοικητική απόφαση μια ημέρα επειδή σου φαίνονται υψηλοί. Διότι όταν θα σταματήσουν να υπάρχουν αυτοί οι υψηλοί, το γνωρίζουμε όλοι, φόροι, τότε θα πρέπει να βρούμε από πού θα βρούμε τα έσοδα για να καλύψουμε όλες τις δαπάνες που κάνει το κράτος και οι δαπάνες που κάνει το κράτος δεν είναι κάποιες δαπάνες σπατάλης ενδεχομένως, υπάρχουν και σπατάλες, αλλά υπάρχουν και πολύ βασικές δαπάνες, όπως όλοι οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων, όπως επίσης και όλες οι συντάξεις των συνταξιούχων» ανέφερε χαρακτηριστικά.