Την ανάγκη ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων τονίζουν σε κοινή δήλωσή τους οι ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ και ΣΕΤΕ, μετά από συζήτηση στρογγυλής τράπεζας με τη συμμετοχή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.
Όπως σημειώνεται σε σχετική κοινή ανακοίνωση, «από τις τοποθετήσεις των εθνικών κοινωνικών εταίρων προέκυψε η κοινή διαπίστωση, ότι από το 2010 που σηματοδοτεί την ένταξη της χώρας στο μνημόνιο, παρατηρείται ουσιώδης ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση του τριμερούς κοινωνικού διαλόγου. Παράλληλα, οι δεσμεύσεις του προγράμματος σταθερότητας και των μνημονίων διεθνούς δανεισμού της χώρας, οδηγούσαν και οδηγούν σε διαδικασίες εικονικότητας στον όποιο, κυρίως άτυπο, διάλογο με το κράτος, με κύριο χαρακτηριστικό την αναγγελία προαποφασισμένων μέτρων, χωρίς περιθώριο ουσιαστικού τριμερούς κοινωνικού διαλόγου».
Οι κοινωνικοί εταίροι επεσήμαναν ότι η κοινή αυτή διαπίστωση προέκυψε από τη μελέτη όλων των πεδίων κοινών δράσεων που είχαν δεσμευτικά συμφωνήσει με την Εθνική Γενική ΣΣΕ του 2014 – δηλαδή αυτών που αφορούν στις εθνικές δομές τριμερούς κοινωνικού διαλόγου, στο κλαδικό επίπεδο διαπραγμάτευσης και τις επιπτώσεις της κατάργησης του μηχανισμού επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση και στην καταπολέμηση των παράνομων διακρίσεων και των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας στους χώρους εργασίας.
Οι κοινωνικοί εταίροι επαναλαμβάνουν ότι ο τριμερής κοινωνικός διάλογος, πρέπει έμπρακτα να βασίζεται στις θεμελιώδεις αρχές του σεβασμού της συλλογικής αυτονομίας και των αποτελεσμάτων του από όλους.
Επισημαίνοντας τέλος, τα σημεία σύγκλισης των απόψεών τους στο κείμενο συμπερασμάτων της τριμερούς συνάντησης κορυφής του Οκτωβρίου 2014, επαναβεβαίωσαν την ανάγκη λήψης μέτρων μείωσης της εφιαλτικής για τη χώρα ανεργίας, πάταξης της ανασφάλιστης και αδήλωτης εργασίας, επαναφοράς της πλήρους και καθολικής ισχύος της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ, αποκατάστασης του κλαδικού επιπέδου διαπραγμάτευσης και της επεκτασιμότητας των ΣΣΕ για λόγους ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων και αποφυγής αθέμιτου ανταγωνισμού των επιχειρήσεων, αναβάθμισης της ουσιαστικής συμβολής και συμμετοχής των εθνικών κοινωνικών εταίρων στις πολιτικές επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης, ανάπτυξης δεξιοτήτων και κατοχύρωσης επαγγελματικών προσόντων και ειδικοτήτων, καθώς και ευαισθητοποίησης του κόσμου της εργασίας στη διαφορετικότητα και την πολυφυλετική και αλληλοεξαρτώμενη σύγχρονη κοινωνία.