Το ύψος του κατώτατου μισθού δεν θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο
συζήτησης με τους εκπροσώπους των δανειστών έως το 2018, σημειώνει σε δήλωσή
του ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας
(ΕΣΕΕ) Βασίλης Κορκίδης, μετά τη σημερινή συνάντηση των εργοδοτικών οργανώσεων
με τους θεσμούς για τα εργασιακά θέματα.
Ακόμη, η ΕΣΕΕ προτείνει «την αύξηση του ποσοστού απολύσεων στο 10%,
μηνιαίως, σε εναρμόνιση και με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία, σε περιπτώσεις
προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας, ενώ υποστηρίζει ότι η εργασία μειωμένου
ωραρίου μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις. Η εργασία μειωμένου ωραρίου
πρέπει να είναι ευέλικτη, βάσει των υπαρχουσών αναγκών της επιχείρησης και ο
εργαζόμενος να λαμβάνει επίδομα ανεργίας από το δημόσιο ή το σύστημα κοινωνικής
ασφάλισης για τις ώρες που δεν μπόρεσε να εργαστεί».
Ο κ. Κορκίδης δήλωσε σχετικά, μετά τη συνάντηση: «…Ενώ η ΕΕ συζητά την
αναθεώρηση της Οδηγίας για την εργασιακή κινητικότητα και την απόσπαση των
εργαζομένων, που ουσιαστικά πρόκειται για τη θέσπιση ενός κατώτατου μισθού σε
επίπεδο ΕΕ, οι θεσμοί στην Ελλάδα ξεκινούν ένα νέο παζάρι για επαναπροσδιορισμό
του κατώτατου και καθορισμό ενός υποκατώτατου μισθού. Τα καυτά εργασιακά θέματα
για ομαδικές απολύσεις, απεργιακό νόμο «lock-out», συλλογικές διαπραγματεύσεις
και συνδικαλιστικό νόμο, προβλέπονται στα 45 προαπαιτούμενα της β´ αξιολόγησης,
αλλά το ύψος του κατώτατου μισθού δεν θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο
συζήτησης έως το 2018. Η θεσμοθέτηση της «short-time» απασχόλησης αντί της
σκληρότερης κλίμακας ομαδικών απολύσεων, δεν είναι κάτι διαφορετικό από μία
ευέλικτη μορφή εργασίας μειωμένου ωραρίου για την περίοδο που η επιχείρηση
βρίσκεται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση, διατηρώντας το εξειδικευμένο
εργατικό δυναμικό της. Το πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων μας βρίσκει
σύμφωνους στα περισσότερα και πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη των θεσμών. Η ΕΣΕΕ
δεσμεύεται να τηρήσει και να διεκδικήσει στο διάλογο με όλους τους θεσμούς τη
συμφωνία με το ILO και τη κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων, που
επικαιροποιήθηκε πρόσφατα. Ελπίζω στο νέο «μπρα ντε φερ» για τα εργασιακά
θέματα να επικρατήσει τελικά η εθνική θέση εργοδοτών και εργαζομένων…».
Εισήγηση ΕΣΕΕ
Στην εισήγηση της ΕΣΕΕ για τις ομαδικές απολύσεις σημειώνεται ότι «στην
ελληνική οικονομία η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων δεν απασχολεί
πολυάριθμο εργατικό δυναμικό. Γενικά, η νομοθεσία για τις ομαδικές απολύσεις
δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό που αριθμεί λιγότερα
από 20 άτομα. Συνεπώς, η νομοθεσία που υπάρχει δεν αφορά τη συντριπτική
πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων. Η αγορά έχει αυτορυθμιστεί και δεν κάνει
συνήθως ομαδικές απολύσεις. Στην πράξη, εκεί που απαιτείται να απολυθούν έξι
εργαζόμενοι το μήνα, για να χαρακτηριστεί η απόλυση ως ομαδική, η επιχείρηση
κάνει πέντε απολύσεις και, έτσι, δεν ενεργοποιείται ο νόμος».
Η ΕΣΕΕ θεωρεί ότι το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο είναι σε γενικές γραμμές
σύμφωνο με τα διεθνή πρότυπα εργασίας. Φυσικά, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι
ιδιαίτερες ανάγκες των επιχειρήσεων σε περίπτωση αναδιάρθρωσης ή/και σε
περιόδους συγχωνεύσεων και εξαγορών.
Συμφωνεί με το συμπέρασμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων ότι «οι
ομαδικές απολύσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία τους
ως ένα λειτουργικό εργαλείο για την προσαρμογή των επιχειρήσεων σε περιόδους
κρίσης. Το ισχύον σύστημα της προληπτικής διοικητικής έγκρισης συζητείται
ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατά συνέπεια, αναμένεται η
τελική του κρίση. Ενόψει όλων αυτών, συζητούμε την αύξηση του ποσοστού
απολύσεων στο 10%, μηνιαίως, σε εναρμόνιση και με τη σχετική κοινοτική
νομοθεσία».
Ακόμη, επισημαίνει ότι συμφωνεί με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι, «σε
περιπτώσεις προσωρινής οικονομικής δυσχέρειας, η εργασία μειωμένου ωραρίου
μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις. Η εργασία μειωμένου ωραρίου πρέπει
να είναι ευέλικτη, βάσει των υπαρχουσών αναγκών της επιχείρησης. Ο εργαζόμενος
θα πρέπει να λαμβάνει επίδομα ανεργίας από το δημόσιο ή το σύστημα κοινωνικής
ασφάλισης για τις ώρες που δεν μπόρεσε να εργαστεί. Μετά την πάροδο της κρίσης,
ο εργοδότης θα μπορεί να προχωρήσει στην επανέναρξη της πλήρους δραστηριότητάς
του με τη βοήθεια του δικού του έμπειρου εργατικού δυναμικού».
Κατώτατος μισθός
Σε αυτό το θέμα, υπάρχει διαφωνία στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ως προς
την αρμοδιότητα καθορισμού του ύψους και των αυξήσεων του κατώτατου μισθού. Ένα
μέρος της Επιτροπής προτείνει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, κατόπιν
διαβουλεύσεων με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μέσω εθνικής γενικής συλλογικής
σύμβασης εργασίας με καθολική εφαρμογή. Ένα άλλο μέρος της Επιτροπής προτείνει
τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, κατόπιν διαβουλεύσεων με
τους κοινωνικούς εταίρους και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες.
Στο ζήτημα του κατώτατου μισθού, η θέση της ΕΣΕΕ είναι αναπροσαρμογή σε
δύο χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος
μεταξύ τους, κατά το πρότυπο των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων του 2008
και του 2010 (ΕΓΣΣΕ 2008: 680,59 Euro, ΕΓΣΣΕ 2010: 751,39 Euro).
Επισυνάπτονται πίνακες του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών
(ΙΝ.ΕΜ.Υ.) της ΕΣΕΕ, που αφορούν, μεταξύ άλλων, την εξέλιξη κατώτατου μισθού
και (%) ανεργίας στην ελληνική οικονομία, την περίοδο 2000–2016, καθώς και την
εξέλιξη της απασχόλησης.