Ιδιαίτερη έμφαση στην ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών δίνουν οι τράπεζες προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές στο νέο περιβάλλον που
διαμορφώνεται διεθνώς από την είσοδο των καλούμενων τρίτων παικτών (-που δεν
είναι τράπεζες- στην παροχή τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν νεοφυείς επιχειρήσεις
από τον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (Financial Technology- Fintech),
που με διάφορες εφαρμογές κερδίζουν μερίδια αγοράς σε επιμέρους τομείς
τραπεζικών εργασιών.
Στο πλαίσιο αυτό και ο ελληνικές τράπεζες έχουν θέσει ως
βασική πρόκληση την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών.
Είναι ενδεικτική η πρόσφατη αναφορά της Ελληνικής Ένωσης
Τραπεζών (ΕΕΤ) στις βασικότερες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει το εγχώριο
τραπεζικό σύστημα «Οι νέες τεχνολογίες θα αλλάξουν ριζικά το τραπεζικό σύστημα,
τόσο σε ό,τι αφορά την παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες των τραπεζών όσο και
σε σχέση με την εισαγωγή νέων επιχειρηματικών μοντέλων τα οποία θα συμπληρώσουν
ή, ενδεχομένως, και θα υποκαταστήσουν πλήρως την παραδοσιακή τραπεζική».
Επικαλούμενο τραπεζικά στελέχη, το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων αναφέρει ότι καθοριστικό ρόλο στην άμεση υιοθέτηση των νέων
τεχνολογιών έχει και η ραγδαία αλλαγή του τρόπου με τον οποίο πραγματοποιούνται
διεθνώς οι συναλλαγές.
Ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός πελατών δεν επισκέπτεται
πλέον το τραπεζικό κατάστημα αλλά προτιμά να πραγματοποιεί συναλλαγές μέσω του internet και
μέσω του κινητού του τηλεφώνου (mobile banking), ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιεί το
πλαστικό χρήμα και όχι τα μετρητά.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, ακόμη και στην Ελλάδα όπου τα
μετρητά κυριαρχούσαν σε σχέση με το πλαστικό χρήμα ,η τάση αυτή πλέον αναστρέφεται σταδιακά, εάν και
απαιτείται να διανυθεί ακόμα δρόμος για να πλησιάσουμε χώρες, όπως η Μ.
Βρετανία κλπ. Πιο αναλυτικά:
Στην Ελλάδα, μετά τη θέσπιση περιορισμών στην ανάληψη
μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων τον Ιούνιο του 2015, επιχειρήσεις και
καταναλωτές έχουν προσαρμοστεί σε ευρεία κλίμακα στη διενέργεια πληρωμών χωρίς
τη χρήση μετρητών.
Στο πλαίσιο αυτό, οι συναλλαγές διενεργούνται μέσω της
χρήσης καρτών πληρωμών (χρεωστικών, πιστωτικών, προπληρωμένων), υπηρεσιών μεταφοράς
πιστώσεων, και υπηρεσιών άμεσων χρεώσεων.
Επίσης, έχει αυξηθεί κατακόρυφα η αξιοποίηση των
εναλλακτικών καναλιών εξυπηρέτησης της πελατείας των τραπεζών (internet,
mobile, phone banking, ΑΤΜ, APS) έναντι των τραπεζικών καταστημάτων.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΕΤ (από τις τράπεζες μέλη της) ο
αριθμός και η αξία συναλλαγών μέσω internet banking αυξήθηκε, σε ετήσια βάση,
κατά 40% και 29% αντίστοιχα.
Ο αριθμός και η αξία
συναλλαγών μέσω mobile banking αυξήθηκε, σε ετήσια βάση, κατά 142% και 82%
αντίστοιχα.
Γενικότερα, ο
συνολικός αριθμός των καρτών αυξήθηκε κατά 440 χιλ. το πρώτο εξάμηνο 2016 (εν
συγκρίσει με την αντίστοιχη τιμή αναφοράς του δευτέρου εξαμήνου 2015) και διαμορφώθηκε
σε 14,6 εκατ. κάρτες, σύμφωνα με τα διαθέσιμα
στοιχεία της ΕΕΤ.
Η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται κυρίως στις χρεωστικές κάρτες, καθότι
εκδόθηκαν επιπλέον 385 χιλ. (εν συγκρίσει με την αντίστοιχη τιμή αναφοράς του
δευτέρου εξαμήνου 2015).
Ο αριθμός των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών ανήλθε σε 233
εκατ. (+58% σε ετήσια βάση) και η αναλογούσα αξία σε 26,2 δισ. ευρώ (+4,4% σε
ετήσια βάση). Η μέση αξία ανά συναλλαγή μειώθηκε στα 112 ευρώ, από 171 ευρώ το
πρώτο εξάμηνο του 2015.
Η χρήση χρεωστικών καρτών συνεχίζει να έχει πρωτεύοντα ρόλο
ως υποκατάστατο των μετρητών, με τον μέσο αριθμό συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα
να διαμορφώνεται στις 16 συναλλαγές, με μέση αξία ανά συναλλαγή στα 121 ευρώ.
Αντίστοιχα, ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά πιστωτική κάρτα
διαμορφώθηκε στις 13, με μέση αξία ανά συναλλαγή περίπου στα 60 ευρώ.