Από 01/01/2017, καταργούνται οι ασφαλιστικές κατηγορίες του ΟΑΕΕ και πλέον βάση υπολογισμού των εισφορών αποτελεί το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση της δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, σύμφωνα με εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας, την οποία υπογράφει ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος. Επιπλέον, ορίζεται ανώτατο και κατώτατο μηνιαίο εισόδημα που αποτελεί κατά μήνα τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης.
Ποιοι θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών
Όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ (και, επομένως και των ενταχθέντων σε αυτόν Ταμείων) ανεξάρτητα του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Στους ελεύθερους επαγγελματίες περιλαμβάνονται, όπως, άλλωστε, ρητά αναφέρεται και στις καταστατικές διατάξεις του τέως ΟΑΕΕ και α) τα μέλη ή μέτοχοι οργανισμών, κοινοπραξιών ή κάθε μορφής εταιρειών, πλην ανωνύμων και ΙΚΕ, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα για την οποία τα ασκούντα αυτήν πρόσωπα υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ, β) τα μέλη του ΔΣ των ΑΕ με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική ή εμπορική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε όλη την επικράτεια, εφόσον είναι μέτοχοι με ποσοστό 3% τουλάχιστον γ) οι μέτοχοι των ΑΕ, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων με κόμιστρο, με ΔΧ αυτοκίνητα, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών και δ) οι διαχειριστές των ΙΚΕ, καθώς και ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ΙΚΕ.
– Οι ασφαλισμένοι του τέως ΤΑΝΠΥ που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα.
– Οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ οι οποίοι κρίνονται ως μη μισθωτοί.
– Οι αμειβόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημα προέρχεται από απασχόληση σε περισσότερους από δύο εργοδότες.
Όπως επισημαίνεται στην εγκύκλιο, από 01/01/2017, επέρχονται μεταβολές στο καθεστώς υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών που υπάγονται στην ασφάλιση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΑΕΕ, του ΕΤΑΑ και του ΟΓΑ, όπως αυτές ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016), ανεξάρτητα από το χρόνο υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση (ασφαλισμένοι πριν και μετά την 01/01/1992). Βασικό γνώρισμα του νέου καθεστώτος είναι η μετάβαση για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών από το τεκμαρτό εισόδημα (ασφαλιστικές κατηγορίες για ΟΑΕΕ και ΟΓΑ και νέους ασφαλισμένους του ΕΤΑΑ) και τις σταθερές μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές (για τους παλαιούς ασφαλισμένους του ΕΤΑΑ) στο πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας.
Ποσοστό μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης
Το ποσοστό ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ανέρχεται σε 20%, από 01/01/2017. Τυχόν υψηλότερα ή χαμηλότερα ποσοστά στον κλάδο σύνταξης που προβλέπονται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, αναπροσαρμόζονται σταδιακά και ισόποσα από 01/01/2017, ώστε από 01/01/2020 το ποσοστό του ασφαλίστρου να διαμορφώνεται σε 20%.
Εισόδημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου κύριας σύνταξης
Βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ανωτέρω προσώπων, από 01/01/2017, είναι το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος από την άσκηση της δραστηριότητας που δημιουργεί την υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση. Συνεπώς, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου θα υπολογιστούν οι ασφαλιστικές εισφορές λαμβάνεται το εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, όπως το εισόδημα αυτό καθορίζεται με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, αναγόμενο σε 12μηνη βάση.
Ειδικά, για τα μέλη των προσωπικών εταιρειών ως ετήσιο εισόδημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών είναι εκείνο που προκύπτει από το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των συνολικών κερδών της εταιρείας επί του ποσοστού συμμετοχής εκάστου μέλους σε αυτήν. Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικών κερδών, τα μέλη των προσωπικών εταιρειών καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές επί του προβλεπόμενου κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος. Σε περίπτωση που το ίδιο πρόσωπο ασκεί πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία, όμως, υπαγόταν, βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν, μέχρι την ισχύ του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016), σε έναν εκ των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης, για το υπολογισμό του μηνιαίου εισοδήματος αθροίζεται το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα των επιμέρους επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
Για παράδειγμα, ασφαλισμένος που υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως έμπορος και ως μέλος ΔΣ σε ΑΕ με ποσοστό 3% τουλάχιστον, δραστηριότητες για τις οποίες είχε υποχρέωση ασφάλισης στον ΟΑΕΕ, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος θα ληφθεί υπόψη το άθροισμα του φορολογητέου αποτελέσματος και από τις δύο αυτές δραστηριότητες.
Μηνιαία ελάχιστη και ανώτατη βάση εισοδήματος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών
Θεσπίζεται ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές.
– Κατώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών. Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, το οποίο ανέρχεται σήμερα στα 586,08 ευρώ. Επί του ανωτέρω ποσού (586,08 ευρώ) καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και στην περίπτωση μελών προσωπικών εταιρειών που εμφανίζουν ζημίες ή μηδενικά κέρδη από την άσκηση της δραστηριότητας. Σημειώνεται ότι το κατώτατο όριο εισφορών έχει εφαρμογή και για τα πρόσωπα που, για πρώτη φορά, από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και εφεξής αποκτούν ιδιότητα ή προβαίνουν σε έναρξη εργασιών ή δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα, καταβάλλουν μηνιαία εισφορά που αντιστοιχεί στο κατώτατο όριο εισφορών από τον πρώτο μήνα έναρξης εργασιών έως τον τελευταίο μήνα του έτους.
– Ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών. Ως ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις της παρ. 2 του άρθρου 38 του ν.4387/2016 για τους μισθωτούς. Συνεπώς, η ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αντιστοιχεί στο δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά. Το ποσό αυτό σήμερα ανέρχεται σε 5.860,80 ευρώ (586,08 ευρώ x 10).
Παράδειγμα
Ελεύθερος επαγγελματίας ο οποίος υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του ΟΑΕΕ, όπως αυτές ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, έχει μηνιαίο εισόδημα με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους μικρότερο του ποσού των 7.032,96 ευρώ (586,08 ευρώ x 12). Συνεπώς, ο εν λόγω ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης, ύψους 117,22 ευρώ (586,08 ευρώ x 20%). Εφόσον το εισόδημά του υπερβεί το ποσό των 7.032,96 ευρώ, θα καταβάλει εισφορά επί του πραγματικού εισοδήματος.
Ειδικές ρυθμίσεις για ασφαλισμένους κάτω πενταετίας
Το μηνιαίο ασφάλιστρο ύψους 20% καταβάλλεται μειωμένο από τους αυτοαπασχολούμενους αποφοίτους σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή ΝΠΔΔ για τα πρώτα πέντε έτη από την υπαγωγή τους για πρώτη φορά στην ασφάλιση.
Συγκεκριμένα, για τα δύο πρώτα έτη από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση, το ύψος του μηνιαίου ασφαλίστρου ανέρχεται σε 14%, σε ποσοστό 17% για τα τρία επόμενα έτη και διαμορφώνεται στο 20% από το 6ο έτος υπαγωγής τους και εφεξής. Επιπλέον, για τα ανωτέρω πρόσωπα για τα πρώτα πέντε έτη από την υπαγωγή τους για πρώτη φορά στην ασφάλιση οι ως άνω μειωμένες εισφορές υπολογίζονται επί του ποσού των 586,08 ευρώ μειωμένου κατά 30%, δηλαδή επί του ποσού των 410,26 ευρώ.
Σημειώνεται ότι και στις δύο αυτές περιπτώσεις (καταβολή χαμηλότερου ασφαλίστρου, μειωμένο κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος) η διαφορά που προκύπτει αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και εξοφλείται, αφού προηγουμένως αναπροσαρμοστεί κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως αυτή θα καθοριστεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, από τον ασφαλισμένο κατά 1/5 κατ’ έτος, για τα έτη κατά τα οποία το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος υπερβαίνει το ποσό των 18.000 ευρώ και, σε κάθε περίπτωση, μέχρι και τη συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης.
Καταργούμενες διατάξεις
Οι διατάξεις του ΟΑΕΕ που προβλέπουν εφάπαξ εισφορά απογραφής των υπό ασφάλιση προσώπων καταργείται. Επίσης, καταργείται και η εισφορά εγγραφής των νεοασφαλιζόμενων και η εισφορά αναγνώρισης γάμου στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων του ΟΑΕΕ. Επισημαίνεται δε ότι η καταβολή των εισφορών θα γίνεται σε 12μηνη βάση και όχι σε 14μηνη.
Εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από το ΕΤΑΑ
1. Γενικές ρυθμίσεις: Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για την κύρια ασφάλιση των ασφαλισμένων που υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των τομέων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ, όπως ίσχυαν, μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4387/2016, ανέρχεται από 01/01/2017 σε 20%. Στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με το ισχύον, μέχρι 31/12/2016, καθεστώς υπολογισμού των εισφορών των αυτοαπασχολούμενων για την κύρια ασφάλιση, οι ασφαλιστικές τους εισφορές είναι σταθερά ποσά (παλαιοί ασφαλισμένοι του ΤΣΑΥ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών) ή ίσες με το 20% επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας (παλαιοί ασφαλισμένοι του ΤΣΜΕΔΕ) ή 20% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας στην οποία υπάγονται οι ασφαλισμένοι (νέοι ασφαλισμένοι ΕΤΑΑ). Ως εκ τούτου, στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ που προέρχονται από το ΕΤΑΑ δεν έχει εφαρμογή η πρόβλεψη της παρ. 8 του άρθρου 39 για σταδιακή και ισόποση προσαρμογή του ασφαλίστρου στο 20%, μέχρι την 01/01/2020.
Συνεπώς, σε όλες τις περιπτώσεις, το μηνιαίο ασφάλιστρο για τον κλάδο κύριας σύνταξης των αυτοαπασχολούμενων που προέρχονται από το ΕΤΑΑ διαμορφώνεται από 01/01/2017 σε 20%. Ως προς τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, έχουν εφαρμογή τα ως άνω αναφερόμενα για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ. Για το σύνολο των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ που υπάγονται στην ασφάλιση, βάσει των σχετικών διατάξεων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση (παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι), προβλέπεται κατά τα πρώτα πέντε χρόνια από την υπαγωγή στην ασφάλιση, καταβολή μειωμένου ασφαλίστρου (14% για τα πρώτα δύο έτη ασφάλισης και 17% για τα επόμενα τρία έτη ασφάλισης) και χαμηλότερη κατώτερη βάση υπολογισμού (ίση με 410,26 ευρώ).
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις καταβολής μειωμένης ασφαλιστικής εισφοράς (μειωμένη βάση και χαμηλότερο ποσοστό εισφορών) εφαρμόζεται η διαδικασία καταβολής της σχετικής ασφαλιστικής οφειλής, σύμφωνα με τα αναφερόμενα για τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ. Σημειώνεται ότι στην παρ. 3 του άρθρου 39 προβλέπεται ρητά η κατάργηση των γενικών και καταστατικών διατάξεων των τομέων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ που προβλέπουν την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών κατά 50% για τους ασφαλισμένους του ΤΣΜΕΔΕ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και κατά 40% για τους ασφαλισμένους του ΤΣΑΥ (άρθρο 4 του ν.3518/2006 (ΤΣΜΕΔΕ), άρθρο 4 παρ. 1 του ν.982/1979 σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν.2150/1993 (ΤΣΑΥ), άρθρο 10 παρ. 1 εδάφιο γ περίπτωση 3 του ΝΔ 4114/1960, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.1090/1980, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν.2150/1993 (Τομέας Ασφάλισης Νομικών).
Μεταβατικές Ρυθμίσεις από 01/01/2017 έως 31/12/2020
Με τις ρυθμίσεις του άρθρου 98 του ν. 4387/2016, για το χρονικό διάστημα από 01/01/2017 έως 31/12/2020, οι ασφαλισμένοι του ΕΦΚΑ προερχόμενοι από το ΕΤΑΑ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 (ελεύθεροι επαγγελματίες), ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση (παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι), ασφαλισμένοι άνω πενταετίας, δικαιούνται μείωση της καταβαλλόμενης ασφαλιστικής τους εισφοράς.
Σε κάθε περίπτωση, το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει, μετά την εφαρμογή της δικαιούμενης, σύμφωνα με τα ανωτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, δεν μπορεί να υπολείπεται της εισφοράς που προκύπτει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 (κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με το βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών). Οι ως άνω ασφαλισμένοι που δεν έχουν συμπληρώσει την πρώτη πενταετία ασφάλισης δικαιούνται μείωση της ασφαλιστικής τους εισφοράς, εφόσον το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος υπερβαίνει το ποσό των 4.922,01 ευρώ.
Ειδικότερα, για μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές από 0,00 ευρώ έως 4.922,00 ευρώ δεν προβλέπεται μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς, ενώ για εισόδημα από 4.922,01 ευρώ έως 13.000,00 ευρώ προβλέπεται μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς κατά 50%. Η μείωση στο ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή του ασφαλισμένου και, ως εκ τούτου, δεν καταβάλλεται μεταγενέστερα η διαφορά από τον ασφαλισμένο. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για τους λοιπούς κλάδους ασφάλισης (επικουρική ασφάλιση, πρόνοια, ασθένεια).
Εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 39 του ν. 4387/2016 σε υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση και σε δικηγόρους σε αναστολή
Με το προγενέστερο καθεστώς, οι ασφαλισμένοι του ΤΣΑΥ που ασκούν το επάγγελμα αμειβόμενοι κατά πράξη και περίπτωση κατέβαλαν την προβλεπόμενη για τους ελεύθερους επαγγελματίες εισφορά ασφαλισμένου, όμως οι εργοδότες που τους απασχολούσαν υποχρεούνταν να καταβάλλουν στον ασφαλιστικό φορέα την προβλεπόμενη εργοδοτική εισφορά (άρθρο 12 παρ. 2 του ν.2556/1997).
Από 01/01/2017, η εν λόγω κατηγορία υγειονομικών καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 4387/2016, συνεπώς η ασφαλιστική εισφορά του ασφαλισμένου υπολογίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους, ενώ δεν καταβάλλεται εργοδοτική εισφορά. Αντίστοιχα, για τους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 1β του Ν.Δ.4114/1960 σε συνδυασμό με το π.δ. 125/1993, προβλεπόταν η καταβολή μηνιαίας εισφοράς ύψους 4% επί του καταβαλλόμενου κατά μήνα βασικού μισθού, ενώ η ως άνω μηνιαία εισφορά δεν μπορεί να είναι μικρότερη της μηνιαίας εισφοράς του ελεύθερου επαγγελματία ή ανώτερη του διπλάσιου αυτής (για τους παλαιούς ασφαλισμένους).
Από 01/01/2017, η εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ καταβάλλει εισφορές, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 του ν.4387/2016 για τους αυτοαπασχολούμενους. Συνεπώς, τα εν λόγω πρόσωπα καταβάλλουν μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή επί του ποσού των 586,08 ευρώ, δεδομένου ότι δεν προκύπτει εισόδημα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας (ελεύθερου επαγγελματία). Για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων δεν προβλέπεται μικρότερο κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας.
Κατάργηση λοιπών ασφαλιστικών εισφορών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και του ΤΣΑΥ
Σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 39, από 1/7/2016, καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960, όπως ισχύουν, που προβλέπουν την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ, μέσω της επικόλλησης ενσήμων από δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες, καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από συμβολαιογράφους επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων. Όσον αφορά στις προβλεπόμενες από το άρθρο 10 του Ν.Δ. 4114/1960 ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από τους ασφαλισμένους του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ για το διορισμό τους σε έμμισθη υπηρεσία ή σε θέση άμισθου ασφαλισμένου ή για την προαγωγή δικηγόρου στο Εφετείο ή τον Άρειο Πάγο (παρ. 1 εδάφιο δ, ζ και θ αντίστοιχα), οι εν λόγω εισφορές καταργούνται από 01/01/2017 και την εισαγωγή του νέου τρόπου καθορισμού των ασφαλιστικών εισφορών των εν λόγω ασφαλισμένων, βάσει των άρθρων 38 και 39 του ν.4387/2016.
Αντίστοιχα, καταργούνται από 01/01/2017 και οι ρυθμίσεις που προβλέπουν την καταβολή εισφοράς επί της συνολικής αμοιβής του δικηγόρου. Επίσης, από 01/01/2017 καταργείται η προβλεπόμενη εισφορά υπέρ ΤΣΑΥ (δικαίωμα εγγραφής).
Εισφορά δικηγόρων επί του γραμματίου προείσπραξης
Από 01/01/2017, οι δικηγόροι καταβάλλουν υπέρ του ΕΦΚΑ εισφορά ύψους 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση για την οποία προβλέπεται η έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί αφαιρούνται από την εισφορά που οφείλει να καταβάλει ο δικηγόρος και, για το λόγο αυτό, ο οικείος δικηγορικός σύλλογος αποστέλλει στον ΕΦΚΑ σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο.
Κατάργηση κοινωνικών πόρων
Με τις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 39, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ. 6α του ν. 4393/2016, προβλέπεται η κατάργηση των υφιστάμενων κατά την έναρξη ισχύος του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016) κοινωνικών πόρων του ΤΣΜΕΔΕ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ