Ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας μένει σε 66 από τους 1036 δήμους

πληθυσμός

Σε  10,482 εκατομμύρια ανέρχεται ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας, όπως δείχνουν τα πρόσφατα στοιχεία της απογραφής, η οποία παρουσιάζει και μία εξαιρετικά άνιση κατανομή του κόσμου στις πόλεις.

Ο πληθυσμός είναι εξαιρετικά άνισα κατανεμημένος στην χώρα, καθώς οι δύο πολυπληθέστερες Περιφερειακές Ενότητες (ΠΕ), αυτές της Θεσσαλονίκης και του Κεντρικού Τομέα Αθηνών, συγκεντρώνουν 2,09 εκατομμύρια (το 20,0% του συνολικού πληθυσμού) ενώ καταλαμβάνουν μόλις το 2,8% της έκτασης της Ελλάδας.  Οι 10 δε πολυπληθέστερες από τις 74 ΠΕ -οι 6εκ των οποίων βρίσκονται στην Περιφέρεια Αττικής-, συγκεντρώνουν το 53,0% του πληθυσμού στο 12,8% της έκτασης της χώρας.

Στον αντίποδα, οι 10 με τον λιγότερο πληθυσμό (που είναι όλες νησιωτικές) συγκεντρώνουν μόνον το 0,86% του πληθυσμού μας (89,9χιλ.) στο 2,1% της επιφάνειας. Πρόκειται για κάποια από τα πρώτα συμπεράσματα που αναφέρονται στο πρόσφατο ψηφιακό δελτίο του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ) με θέμα «Η εξαιρετικά άνιση κατανομή του πληθυσμού στον ελλαδικό χώρο».

Ο συγγραφέας της μελέτης,  καθηγητής Βασίλης Παππάς (ιδρυτικό μέλος του ΙΔΕΜ), αναλύοντας τα δεδομένα της τελευταίας απογραφής αναδεικνύει την ανισοκατανομή του πληθυσμού μας, μια ανισοκατανομή που είναι ακόμη εντονότερη αν εξετάσουμε την κατανομή του σε «χαμηλότερα» των Περιφερειακών Ενοτήτων επίπεδα (Δήμους και Δημοτικές Ενότητες). Σε επίπεδο π.χ. των Δήμων (332 ενότητες) ο κ. Παππάς σημειώνει ότι στους 10 πολυπληθέστερους από αυτούς (Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πατρέων, Ηρακλείου, Πειραιώς, Λαρισαίων, Βόλου, Περιστερίου, Ρόδου και Ιωαννιτών) βρίσκεται συγκεντρωμένο το 21,0% του συνολικού πληθυσμού (2,2 εκατομμύρια) ενώ οι 10 ολιγοπληθέστεροι (Τήλου, Φολεγάνδρου, Μεγίστης, Χάλκης, Η.Ν. Ψαρών, Ανάφης, Αγίου Ευστρατίου, Σικίνου, Αγαθονησίου και Γαύδου) συγκεντρώνουν συνολικά μόλις 4,1 χιλ. κατοίκους (0,04% του συνολικού πληθυσμού).

Το φαινόμενο της πληθυσμιακής ανισοκατανομής καταγράφεται ακόμα πιο έντονα όταν αλλάξουμε κλίμακα και εξετάσουμε τις Δημοτικές Ενότητες σημειώνει ο κ. Παππάς, καθώς μόνον 8 από τις υφιστάμενες 1.036 έχουν μόνιμο πληθυσμό που υπερβαίνει τις 100.000 (Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πατρέων, Πειραιώς, Ηρακλείου, Λαρισαίων, Περιστερίου και Αχαρνών) με τις μισές να βρίσκονται στην Περιφέρεια Αττικής, 66 δε Δημοτικές Ενότητες που βρίσκονται σχεδόν όλες στην Περιφέρεια Αττικής, στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης ή αποτελούν ακόμη μέρος των πρωτευουσών αρκετών Περιφερειακών Ενοτήτων συγκεντρώνουν το 50,1% του συνολικού πληθυσμού το 2021 (5,25 εκατομμύρια) στο 4,3% της επιφάνειας. Ταυτόχρονα, το 80% του μόνιμου πληθυσμού μας το 2021 (8,39 εκατομμύρια) συγκεντρώνεται σε 277 Δημοτικές Ενότητες που καλύπτουν το 25,2% της συνολικής έκτασης, ένα ποσοστό που μειώθηκε στο μισό ανάμεσα στο 1951 και το 2021 καθώς στην πρώτη μεταπολεμική απογραφή, 8 στους 10 κατοίκους διέμεναν στο 55,5% της επιφάνειας.

Ο πληθυσμός

Ανισοκατανομή όμως, όπως αναφέρει ο καθηγητής Παππάς, χαρακτηρίζει και το εσωτερικό πολλών Περιφερειακών Ενοτήτων (ΠΕ) καθώς ο πληθυσμός της πολυπληθέστερης Κοινότητας σε κάθε μιας από αυτές, είναι συχνά δυσανάλογα «μεγάλος». Από την ανάλυση δε των δεδομένων προκύπτει ότι:

i) σε 6 Περιφερειακές Ενότητες (Πατρέων, Λαρισαίων, Ξάνθης, Κομοτηνής, Δράμας και Τρικκαίων) η πολυπληθέστερη Δημοτική Κοινότητα κάθε φορά συγκεντρώνει πάνω από το 50% του πληθυσμού της αντίστοιχης ΠΕ ενώ, ταυτόχρονα καταλαμβάνει λιγότερο από το 3% της έκτασής της,

ii) σε 31 Περιφερειακές Ενότητες η πολυπληθέστερη ΔΚ συγκεντρώνει το 20 – 49,6% του πληθυσμού στο 0,31-4,72% της έκτασης της ΠΕ στην οποία ανήκει

ii) οι νησιώτικες ΠΕ διαθέτουν διαφορετικά μοτίβα που εξαρτώνται από το μέγεθος και τον χαρακτήρα του κάθε νησιού, και, τέλος, iv) οι ΔΚ των μεγάλων αστικών συμπλεγμάτων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης παρουσιάζουν διαφορετική εικόνα γιατί οι ΠΕ στις οποίες ανήκουν είναι κυρίως αστικές με μεγάλες πληθυσμιακές συγκεντρώσεις.

Μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο ο κ. Βασίλης Παππάς είπε ότι δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι το 80% του πληθυσμού μας διαμένει πλέον σε μόνον 710 από τους 13.589 οικισμούς της χώρας μας, και ότι, η εξαιρετικά άνιση αυτή κατανομή στο χώρο, αποτέλεσμα του μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης και της απουσίας χωροταξικού σχεδιασμού, συνοδεύεται και από την άνιση χωρική κατανομή του εργατικού δυναμικού, των οικονομικών δραστηριοτήτων και του παραγομένου πλούτου. Επισημαίνει δε ότι αυτό δημιουργεί, εκτός των άλλων, σοβαρά προβλήματα στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας και στην εδαφική της συνοχή, ενώ, όπως συνδυάζεται και με μια προβληματική κατανομή του πληθυσμού ανά ηλικία (αυξημένη γήρανση), έχει ήδη επηρεάσει και τον δημογραφικό δυναμισμό πολλών περιοχών με μικρές πληθυσμιακές πυκνότητες. Σε αυτές έχουμε συνήθως κάθε χρόνο, υψηλές αναλογίες θανάτων ανά γέννηση και συνεχή μείωση του πληθυσμού, γεγονός που εγείρει βάσιμες αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα αποφυγής της δημογραφικής τους κατάρρευσης.

 

Exit mobile version