Ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα έχει η συμμετοχή της στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (αγοράς κρατικών ομολόγων) της ΕΚΤ, δήλωσε ο Μάριο Ντράγκι στην Ευρωβουλή, προσθέτοντας ωστόσο αυτή δεν είναι δυνατή ενόσω η χώρα βρίσκεται σε αξιολόγηση.
Είναι σημαντικό, συνέχισε ο Ντράγκι, η Ελλάδα να αποδείξει ότι συμμορφώνεται με το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων αλλά και ότι έχει την «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων.
Όσον αφορά το ελληνικό χρέος, ο κεντρικός τραπεζίτης σημείωσε πως το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει εκφράσει τις ανησυχίες του για τη βιωσιμότητά του, ωστόσο εφόσον ολοκληρωθεί η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που παράγουν ανάπτυξη και οικονομική βιωσιμότητα, θα ανοίξει ο δρόμος για να γίνει εφικτή η ανακούφιση του χρέους.
Σε ερώτηση του ευρωβουλευτή Νότη Μαριά σχετικά με τη νομιμότητα της συμμετοχής της ΕΚΤ στην τρόικα, ο Ντράγκι δήλωσε πως «η ΕΚΤ δεν θα παραμείνει για πάντα στην τρόικα», ωστόσο αρνήθηκε πως έχει αμφισβητηθεί νομικά η συμμετοχή της.
Ο Ντράγκι δήλωσε ικανοποιημένος από την ανεξαρτησία της ΕΚΤ αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την παροχή έκτακτης ρευστότητας (ELA) στις ελληνικές τράπεζες κατά τη διάρκεια της κρίσης, σημειώνοντας πως δέχτηκε κριτική τόσο «από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά», κάτι που αποδεικνύει πως η ΕΚΤ δεν υπέκυψε σε πιέσεις.
«Αρνούμαι ότι οι αποφάσεις για την παροχή ELA στην Ελλάδα ήταν πολιτικής φύσης», τόνισε απαντώντας σε σχετική ερώτηση ευρωβουλευτή της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής και εξήγησε πως η παροχή ELA επηρεάζεται από την αξία των εγγυήσεων που παρέχουν οι ελληνικές τράπεζες στο ευρωσύστημα, η οποία με τη σειρά της επηρεάζεται από τις αποφάσεις οικονομικής πολιτικής κάθε χώρας.
«Οι αποφάσεις της ΕΚΤ για την αύξηση ή τη μείωση του ELA για τις ελληνικές τράπεζες βασίστηκαν στους κανόνες και πουθενά οι κανόνες αυτοί δεν αναφέρουν ότι η παροχή έκτακτης ρευστότητας είναι απεριόριστη και άνευ όρων», είπε χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως «δεν είναι η ΕΚΤ αυτή που αποφασίζει ποιο μέλος θα παραμείνει στην ευρωζώνη και ποιο όχι».