Στεγαστικά δάνεια… κομμένα και ραμμένα στις ανάγκες των πελατών τους ετοιμάζονται να λανσάρουν οι τράπεζες, σε μία προσπάθεια να «ξυπνήσουν» μία αγορά, η οποία βρίσκεται εν υπνώσει εδώ και σχεδόν μία 10ετία.
Σύμφωνα με αρμόδια στελέχη, το αμέσως προσεχές διάστημα τα ιδρύματα θα είναι σε θέση να «κατεβάσουν» εξατομικευμένη τιμολόγηση στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, αποδίδοντας στον ενδιαφερόμενο το επιτόκιο, που του αναλογεί και ρυθμίζοντας το ύψος της μηνιαίας δόσης.
«Η εξατομίκευση θα ‘περνά’μέσα από τέσσερις παραμέτρους: Το κόστος χρήματος και γενικότερα κεφαλαίων, τον πιστωτικό κίνδυνο και τα διαχειριστικά έξοδα», τονίζει ο ανώτερος διευθυντής για προϊόντα πιστοδοτήσεων ιδιωτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Γρηγόρης Τζανέτος, προσθέτοντας πως η τιμολόγηση θα προκύπτει βάσει αλγορίθμου. «Η συγκεκριμένη μέθοδος ήδη εφαρμόζεται στα καταναλωτικά δάνεια, με την διαφορά να διαμορφώνεται στις τέσσερις μονάδες (από 16% έως 12%)», καταλήγει ο κ. Τζανέτος. Αξίζει να επισημανθεί πως η μέση τιμολόγηση των καταναλωτικών δανείων «αγγίζει» σήμερα το 14,5%, ενώ το επιτόκιο στα στεγαστικά κυμαίνεται μεταξύ 3,5% και 4%.
«Περίπου 120.000 Έλληνες (νοικοκυριά ή μικροί επιχειρηματίες) ικανοποίησαν πέρυσι κάποια δανειακή ανάγκη», σημειώνει από την πλευρά του, ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής, επικεφαλής της τραπεζικής μικρών επιχειρήσεων, των δανείων ιδιωτών και μικρών επιχειρήσεων και των συστημάτων πληρωμών λιανικής τραπεζικής στην Τράπεζα Πειραιώς, κ. Γιάννης Γραμματικός και συνεχίζει: «Από αυτούς περίπου 90.000 έλαβαν καταναλωτικό δάνειο και οι υπόλοιποι στεγαστικό ή μικρό επιχειρηματικό». Ειδικότερα, οι νέες χορηγήσεις στο σύνολο της αγοράς κατά το 2018 ανήλθαν στα περίπου 400 εκατ. ευρώ στο στεγαστικό, 500 εκατ. ευρώ στο καταναλωτικό και 650 εκατ. ευρώ στο χαρτοφυλάκιο μικρών επιχειρήσεων. Η αύξηση σε σχέση με το 2017 δε, είναι περίπου 35% για τα στεγαστικά (μαζί με το πρόγραμμα «Εξοικονόμηση κατ Οίκον»), 40% για τα καταναλωτικά και 50% για τις μικρές/μεσαίες επιχειρήσεις.
«Όλες οι τράπεζες έχουν βγει από τον ELA και έχουν φτιάξει μία αρκετά σοβαρή κεφαλαιακή βάση. Άρα, στην πραγματικότητα όλοι προτιμούμε να δώσουμε δάνεια. Σοβαρά δάνεια, το λεγόμενο responsible lending», καταλήγει ο ανώτερος γενικός διευθυντής λιανικής τραπεζικής και δικτύων καταστημάτων της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Βασίλης Κουτεντάκης.
Αύξηση 40% κατ’ έτος έως και το 2021 στις νέες χορηγήσεις
Διατήρηση της θετικής δυναμικής των νέων χορηγήσεων αναμένουν τραπεζικά στελέχη, κάνοντας λόγο για αύξηση της τάξεως του 40% κατ’ έτος έως και το 2021. Κι αυτό γιατί, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται:
- Βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, η οποία απεικονίζεται κυρίως στους αντίστοιχους δείκτες του ΙΟΒΕ: αύξηση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αύξηση των τιμών των ακινήτων και αύξησης στην αγορά αυτοκινήτων.
- Κάλυψη των συσσωρευμένων καταναλωτικών και στεγαστικών αναγκών της τελευταίας 8ετίας
- Ορθολογικότερη καταναλωτική συμπεριφορά ως αποτέλεσμα των συνεπειών της κρίσης.
- Υπάρχει bankable κοινό, για παράδειγμα, νεότεροι, που δεν ανήκουν στους υπερδανεισμένους και έχουν ανάγκες για στέγη ή καταναλωτικά αγαθά.
Αγορά ακινήτων
Το διάστημα 2008 – 2015 η αγορά ακινήτων κατέγραψε:
Μείωση επενδύσεων κατά 95%
- Μείωση αδειών κατά 83%
- Μείωση συναλλαγών κατά 89%
- Μείωση τιμών κατά 41%
- Μείωση ενοικίων κατά 22%
- Μείωση επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ από 10% σε 0,6%
- Μείωση αποδόσεων ακινήτων (τιμή /ενοίκιο) από 97,9% σε 68,3% μεταξύ 2008 και 2016.
Η εικόνα αλλάζει διότι:
- Τα τελευταία δύο έτη παρουσιάζεται αυξημένη κινητικότητα στην αγορά ακινήτων με αύξηση στις αγοραπωλησίες (2017 vs 2016: 15,3% και 2016 vs 2015: 11%).
- Έχουμε αύξηση τιμών ακινήτων κατά 1,7% το 2018/2017 πανελλαδικά και 2,4% στην Αττική
- Επίσης αύξηση ενοικίων κατά 8,4% το 2018/2017
- Αύξηση κατά 16% οικοδομικών αδειών (Ιούνιος 2018/Ιούνιος 2017)
- Αύξηση αποδόσεων ακινήτων (τιμή /ενοίκιο) από 68,3% ε 72,5% μεταξύ 2016 και 2018
- Οι επενδύσεις σε ακίνητα τείνουν να προσεγγίζονται πλέον ως αποδοτικότερες άλλων σταθερών μορφών επένδυσης, πχ προθεσμιακές καταθέσεις, σε συνδυασμό με την αύξηση της απόδοσης των ενοικίων αλλά και το χαμηλό ακόμα κόστος κτήσης ακινήτων, στοιχείο το οποίο μπορεί δυνητικά να δημιουργήσει πρόσθετες υπεραξίες. Αύξηση των επενδύσεων αυτών κατά 17,2% το2018/2017.
- Η νέα τάση εκμετάλλευσης κατοικιών μέσω AIRBNB δημιουργεί ευκαιρίες για χορήγηση στεγαστικών δανείων για την απόκτηση ή και την επισκευή κατοικιών.
- Πελάτες με αποταμιεύσεις φαίνεται να επιθυμούν να επενδύσουν σε κάποιο ακίνητο σε συνδυασμό με κάποιο δανεισμό. Επιπλέον, πελάτες που μέχρι σήμερα αγόραζαν μόνο με μετρητά αλλά λόγω των κοινωνικών συνθηκών επιθυμούν να μην διαθέσουν το σύνολο των αποταμιεύσεων τους σε επενδύσεις ακινήτων, επιλέγουν με αυξητικό ρυθμό τον δανεισμό.
«Το 78% των αιτήσεων για δανειοδότηση αφορά σε ιδιόχρηση. Έχουμε, ωστόσο, σοβαρή μείωση της μέσης αγοραστικής αξίας. Μιλάμε για σπίτια 15 – 20 ετών και άνω, με μία μέση αξία της τάξεως των 110.000 – 120.000 ευρώ, με ποσοστά συμμετοχής 50% και 55%. Αυτό δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ στη σύγχρονη τραπεζική ιστορία της Ελλάδος. Δηλαδή, στην αγοραζόμενη αξία του ακινήτου, η οποία είναι σαφώς υποδεέστερη της μεζονέτας που έπαιρνε το 2005 και το 2006 έρχεται και συμμετέχει ο αγοραστής με 50% δικά του κεφάλαια, διαμορφώνοντας το μέσο δάνειο στα 60.000 με 65.000 ευρώ», εξηγούν αρμόδιες πηγές.
Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
Η σαφής βελτίωση των οικονομικών συνθήκων που αποτυπώνεται στην αύξηση του ΑΕΠ, στη βελτίωση των δεικτών καταναλωτικής εμπιστοσύνης, στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, αλλά και στο αυξημένο ποσοστό διενέργειας μεσομακροπρόθεσμων αγορών από τα νοικοκυριά, δημιουργούν θετικές προοπτικές για την ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Επιπλέον, η έντονη και συνεχής βελτίωση των προοπτικών και της αντίστοιχης αύξησης του κύκλου εργασιών σε κύριους κλάδους της οικονομίας, με ιδιαίτερη αναφορά:
– Στον τουρισμό
– Στη μεταποίηση
– Στον πρωτογενή τομέα
– Στις ΑΠΕ
– Στις νέες τεχνολογίες
Ταυτόχρονα, σημαντική παράμετρος ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας είναι η ενεργοποίηση και απορρόφηση πληθώρας ευρωπαϊκών προγραμμάτων σημαντικού προϋπολογισμού, όπου ενδεικτικά αναφέρονται:
Κατά το 2018 ανακοινωθήκαν και βγήκαν αποφάσεις υπαγωγής μέσω ΤΕΠΙΧ Ι (ενδιάμεσο) δράσεις προϋπολογισμού €384 εκ. , μέσω COSME €500 εκ. και ΕΣΠΑ €700 εκ.
Κατά το 2019 έχουμε την έναρξη του ΤΕΠΙΧ ΙΙ με προϋπολογισμό €915εκ, συνέχιση του προγράμματος COSME και συνέχιση του ΕΣΠΑ με επιπλέον προϋπολογισμό €860εκ. Σημειώνεται ότι ειδικά για το ΕΣΠΑ ο συνολικός προϋπολογισμός περιόδου 2016-2019 ανέρχεται σε €2,64 δισ.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι περίπου 6/10 δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται από τις τράπεζες εντάσσεται σε ένα από τα παραπάνω προγράμματα, στοιχείο που υποδηλώνει και την έκταση των υφιστάμενων αναγκών, αλλά και την σαφή διάθεση των τράπεζων να ενισχύσουν την οικονομία, είτε χρηματοδοτώντας το μεγαλύτερο μέρος της συμμέτοχης των ενδιαφερομένων, είτε χρηματοδοτώντας τα λοιπά έργα (4/10) που δεν εντάσσονται σε κάποιο πρόγραμμα.
Όσον αφορά στα προγράμματα, υπάρχουν τρία στάδια: α) η δημοσίευση, β) η εισαγωγή του φακέλου προς αξιολόγηση, που είναι αντικείμενο του διαχειριστικού φορέα και γ) το ξεκίνημα της αποπληρωμής και της υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου. «Κάποια σχέδια δεν υλοποιούνται μέσα στον χρόνο. Τώρα ‘τρέχει’, για παράδειγμα, το πρόγραμμα του τουρισμού. Πάνω στην τουριστική περίοδο, όμως, κανείς δεν θα ξεκινήσει να κάνει μία δράση ή μία επέκταση. Το αφήνει, παίρνει την αίτηση υπαγωγής, την κρατάει και ξεκινά από τον Νοέμβρη», σημειώνουν αρμόδιες πηγές.
Στο «Εξοικονομώ ΙΙ» το δανειακό κομμάτι ήταν 126 εκατ. ευρώ σε σύνολο προυπολογισμού 600 εκατ. ευρώ. «Άρα πολλοί αρκέστηκαν στην επιδότηση, ένα ποσοστό 50%, δηλαδή, δεν χρειάστηκε δάνειο εν αντιθέσει με παλαιότερα, που επτά στους 10 λάμβαναν τραπεζική χρηματοδότηση», καταλήγουν οι ίδιες πηγές.
Πηγή πληροφοριών Ελεύθερος Τύπος