«Την ύπαρξη σοβαρών ανησυχιών σχετικά με τη βιωσιμότητα του
ελληνικού δημόσιου χρέους», η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί με «μεταρρυθμίσεις»
και «ενδεχόμενα πρόσθετα μέτρα» για το χρέος, αναφέρει ο Επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί
στην απάντησή του προς τον ευρωβουλευτή Ν. Χουντή.
Ο ευρωβουλευτής ζητούσε από
την Κομισιόν να σχολιάσει έρευνες οικονομολόγων, που χαρακτηρίζουν το
μακροοικονομικό σενάριο για την παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5%
μέχρι το 2022 και 2% μέχρι το 2050, οικονομικά και κοινωνικά μη βιώσιμο.
Σχολιάζοντας την απάντηση, με
ανακοίνωσή του ο κ. Χουντής αναφέρει:
«Την πιστή εφαρμογή των πολιτικών λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων
αντιεργατικών μεταρρυθμίσεων και μάλιστα με την «ισχυρή δέσμευση των ελληνικών
αρχών», θεωρεί ως εργαλείο για την αντιμετώπιση του προβλήματος της
βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, ο Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών
Υποθέσεων, Πιέρ Μοσκοβισί, χαρακτηρίζοντας ως ένα «ενδεχόμενο» τα πρόσθετα
μέτρα του Eurogroup για την αναδιάρθρωση του χρέους, που η ελληνική κυβέρνηση
έχει κάνει προεκλογική της σημαία».
Ακολουθούν η ερώτηση και απάντηση:
Ερώτηση προς την Επιτροπή
Το Eurogroup του Ιουνίου 2017 αποφάσισε ότι η Ελλάδα δεσμεύεται
για πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% μέχρι το 2022 και στη συνέχεια όχι κάτω από
2% μέχρι το 2060.
Με βάση αυτή την απόφαση και τα βασικό μακροοικονομικό σενάριο
που κάνει λόγο για ρυθμό μεγέθυνσης 2,5% το 2018 και 1,25% μακροπρόθεσμα, η
τελευταία DSA της Κομισιόν κρίνει το ελληνικό χρέος μη βιώσιμο.
Ωστόσο, η δυνατότητα επίτευξης των παραπάνω πρωτογενών
πλεονασμάτων αμφισβητείται από πολλούς επιστήμονες, και συγκεκριμένα από το
Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Peterson .
Ερωτάται η Επιτροπή:
Με ποια επιστημονική μέθοδο εξετάστηκε η δυνατότητα της Ελλάδας
να επιτύχει τα πρωτογενή πλεονάσματα που αποφασίστηκαν στο τελευταίο Eurogroup;
Θεωρεί ότι πλήττεται η αξιοπιστία της τελευταίας Ανάλυσης
Βιωσιμότητας Χρέους που διενήργησε η Επιτροπή, και κατ’ επέκταση η
αποτελεσματικότητα των μακροπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης χρέους του Eurogroup;
Απάντηση του κ. Μοσκοβισί, εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή αξιολογεί τη βιωσιμότητα του χρέους για την Ελλάδα
στο πλαίσιο της εντολής της, βάσει του ενωσιακού δικαίου , σύμφωνα με τις
σχετικές δηλώσεις της Ευρωομάδας , και λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνή πρότυπα.
Η Επιτροπή δεν σχολιάζει εκθέσεις εμπειρογνωμόνων. Σε όλα τα
σενάρια για την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους (DSA) στην έκθεση συμμόρφωσης
που ακολούθησε τη δεύτερη αξιολόγηση γίνεται η παραδοχή για πρωτογενές ετήσιο
πλεόνασμα ύψους 3,5 % κατά την τετραετή περίοδο μετά το πρόγραμμα και για
πορεία χαμηλότερου πρωτογενούς πλεονάσματος στη συνέχεια. Η διεθνής εμπειρία
από ανάλογες περιπτώσεις πρωτογενών πλεονασμάτων συνηγορεί υπέρ της δυνατότητας
της Ελλάδας να επιτύχει τα εν λόγω ζητούμενα πλεονάσματα μακροπρόθεσμα.
Η έκθεση συμμόρφωσης αναφέρει επίσης ότι ο υψηλός δείκτης
δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και οι ακαθάριστες
χρηματοδοτικές ανάγκες που προκύπτουν από την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους
καταδεικνύουν την ύπαρξη σοβαρών ανησυχιών σχετικά με τη βιωσιμότητα του
ελληνικού δημόσιου χρέους. Τα προβλήματα αυτά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν,
μεταξύ άλλων μέσω της απρόσκοπτης εφαρμογής του εκτεταμένου προγράμματος
μεταρρύθμισης που περιέχεται στο συμπληρωματικό μνημόνιο συμφωνίας (ΣΜΣ),
διαδικασία η οποία απαιτεί ισχυρή δέσμευση από πλευράς των ελληνικών αρχών.
Επίσης, ενδέχεται να απαιτείται η εφαρμογή πρόσθετων μέτρων για το χρέος,
σύμφωνα με τους όρους και τις δεσμεύσεις που καθορίζονται στις δηλώσεις της
Ευρωομάδας της 25ης Μαΐου 2016, της 15ης Ιουνίου 2017, και της 22ας Ιανουαρίου
2018.