Η φορολογική επιβάρυνση είναι υψηλότερη για τη μισθωτή εργασία από τη μη μισθωτή στη χώρα μας επισημαίνουν οικονομολόγοι, με αφορμή την έκθεση Πισσαρίδη για την ελληνική
οικονομία. Η εφημερίδα “Καθημερινή” παραθέτει παρακάτω κάποια σχετικά παραδείγματα:
Μισθωτός του
ιδιωτικού τομέα που λαμβάνει καθαρό
μισθό 1.000 ευρώ τον μήνα (δηλαδή 14.000 ευρώ
ετησίως) κοστίζει περίπου
23.000 ευρώ ετησίως στον
εργοδότη του. Στην περίπτωση
που ο εργοδότης θέλει να δώσει
καθαρή αύξηση στον εργαζόμενο 1.000 ευρώ ετησίως, αυτό θα του κοστίσει
περίπου 2.000 ευρώ (με τα υπόλοιπα 1.000 ευρώ
να πηγαίνουν στο κράτος).
Μισθωτός που λαμβάνει καθαρό μισθό
2.500 ευρώ τον μήνα (δηλαδή
35.000 ευρώ ετησίως) κοστίζει
76.000 ευρώ ετησίως στον εργοδότη
του και το κόστος του εργοδότη για καθαρή αύξηση 1.000 ευρώ
στον εργαζόμενο είναι 3.000
ευρώ (με τα υπόλοιπα 2.000 ευρώ να πηγαίνουν στο κράτος).
Σύμφωνα με την έκθεση
Πισσαρίδη η υπέρμετρη
επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας από
φόρους και εισφορές ειδικά
στη μεσαία εισοδηματική κλίμακα έχει αρνητικές συνέπειες στη διεθνή
ανταγωνιστικότητα, στην παραμονή
εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού
στη χώρα και στα κίνητρα για επίσημη εργασία. Οι εργοδότες αντιμετωπίζουν δυσκολίες
στο να προσελκύουν
εργαζόμενους με ιδιαίτερες δεξιότητες
καθώς το μισθολογικό κόστος ενός καθαρού
μισθού που είναι ανταγωνιστικός
διεθνώς είναι πολύ υψηλό. Για να
επιτύχει όμως ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης η χώρα έχει ανάγκη
από θέσεις εργασίας σε
τομείς υψηλών δεξιοτήτων
σημειώνουν οι οικονομολόγοι καθώς
και από τις αντίστοιχες
επενδύσεις.Στη μεταποίηση η
διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας επιδεινώνεται
τόσο από το υψηλό μισθολογικό
κόστος όσο και από τα σχετικά υψηλό
κόστος ενέργειας.