“Οι κατώτατοι μισθοί μειώθηκαν, αλλά η Ελλάδα παραμένει καθηλωμένη στις τελευταίες θέσεις των διεθνών κατατάξεων ως προς την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της. Η επιμελητηριακή κοινότητα προτείνει, ως πρώτο και απαραίτητο βήμα για την τόνωση της απασχόλησης και της ανάπτυξης στη χώρα, τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών”.
Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κωνσταντίνος Μίχαλος στη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του επιμελητηρίου παρουσία της αναπληρώτριας υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Ράνιας Αντωνοπούλου.
Όπως είπε ο κ. Μίχαλος, πρόκειται για μια κίνηση που θα δημιουργήσει αλυσιδωτά οφέλη για την οικονομία και για την κοινωνία, ευνοώντας την άνοδο της καταγεγραμμένης απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας.
Η αναμενόμενη πτώση των εσόδων για τα ταμεία ανά υπόχρεο θα αντισταθμιστεί, όπως συνέχισε ο ίδιος, από την αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των υπόχρεων εισφοράς και στη μείωση των αποτελεσμάτων η δημοσιονομική επίπτωση να είναι μικρή, σε σχέση με το αναπτυξιακό όφελος που θα προκύψει.
Επιπλέον, όπως ανέφερε, τα επιμελητήρια προτείνουν μια σειρά από δομικές αλλαγές, που μπορούν να δημιουργήσουν θετικό αντίκτυπο για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Ενδεικτικά αυτά είναι σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο:
- απλοποίηση και κωδικοποίηση της εργατικής νομοθεσίας, ώστε να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις
- μείωση γραφειοκρατικών επιβαρύνσεων
- αναδιοργάνωση και αναβάθμιση του ΟΑΕΔ
- αναβάθμιση του θεσμού της Μαθητείας
- λειτουργία ενός αξιόπιστου μόνιμου συστήματος διάγνωσης αναγκών εργασίας, που θα αποτυπώνει τις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων σε ειδικότητες και δεξιότητες, ώστε ο σχεδιασμός των παρεμβάσεων να μη γίνεται πλέον «στα τυφλά» όπως στο παρελθόν, αλλά να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας
- δημιουργία ενός μόνιμου συστήματος σχεδιασμού και αξιολόγησης ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης που θα πλαισιώνεται από τους αρμόδιους φορείς της κεντρικής κυβέρνησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, τα επιμελητήρια, τους κοινωνικούς εταίρους, αλλά και τους επιστημονικούς φορείς
- δημιουργία ενός νέου θεσμικού πλαισίου για την πρακτική άσκηση και τα ποιοτικά κριτήρια που πρέπει να διέπουν τις περιόδους πρακτικής άσκησης, με σκοπό την αντιμετώπιση του κατακερματισμένου νομικού πλαισίου, τον εκσυγχρονισμό του θεσμού και εν τέλει την αποτελεσματική σύνδεση της πρακτικής άσκησης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.