Βρυξέλλες, του Θάνου Αθανασίου
H Eλλάδα είναι πολύ κοντά στο να λάβει ένα συνολικό πακέτο στο Εurogroup της 21ης Ιουνίου. Σύμφωνα με πληροφορίες του real.gr. , αν ως εκείνη την ημερομηνία έχουν υλοποιηθεί τα 88 προαπαιτούμενα, τότε το Εurogroup θα αποφασίσει την εκταμίευση μιας μεγάλης δόσης, που θα βοηθήσει το χτίσιμο ενός δημοσιονομικού μαξιλαριού για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις αγορές.
Επιπλέον θα λάβει ένα πακέτο για το χρέος και ένα πακέτο υποστήριξης της Ελλάδας για την υποστήριξη υλοποίησης μεταρρυθμίσεων μετά τις 20 Αυγούστου.
Το μεγάλο ερώτημα είναι, αν η Ελλάδα έτοιμη να σταθεί μόνη της στα πόδια της. Στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με πληροφορίες του real.gr , η απάντηση είναι “ναι, αλλά με ένα μεγάλο αλλά”. Η σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη είναι το ζητούμενο, στην πράξη το να χτίσει η Ελλάδα, πάνω στις ήδη υπάρχουσες κατακτήσεις.
Οι Βρυξέλλες εκτιμούν ότι οι ανισορροπίες έχουν αντιμετωπιστεί και ως προς το έλλειμμα του προϋπολογισμού και ως προς το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.
Κατά τα άλλα, όμως, ο όγκος των σωρευμένων προβλημάτων παραμένει (χρέους και ανεργίας) και συνήθως χρειάζεται πάρα πολλά χρόνια για να διορθωθεί. Η πρόσβαση στις αγορές έχει αποκατασταθεί σε μικρό βαθμό, όμως τα επιτόκια ανεβαίνουν για μια σειρά από λόγους.
Όμως, στην πράξη, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες την πρώτη δεκαετία είναι κοντά στις 7 μονάδες του ΑΕΠ και μετά την επόμενη δεκαετία μένουν κάτω από το 10%. Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους δεν διαπραγματεύεται στις αγορές, αλλά το κατέχει ο ΕSM και επίσημοι πιστωτές. Η Ελλάδα πληρώνει στην πράξη πολύ λιγότερα για το χρέος τηςαπό χώρες με πολύ μικρότερο χρέος.
Η βασική εκτίμηση είναι ότι ακόμα και χωρίς άλλα μέτρα για το χρέος, το χρέος είναι εύκολα χρηματοδοτούμενο, ενώ πολύ μετά το 2030 θα αρχίσει μια σταδιακή αύξηση των πληρωμών.
Για να πετύχει η Ελλάδα όμως μια βιώσιμη ανάπτυξη χρειάζονται και τα δύο στοιχεία: αξιόπιστο πακέτο από το Εurogroup και συνέχιση υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα. Καμία μείωση χρέους δεν θα βελτιώσει τον δημόσιο τομέα – ακόμα και αν το χρέος υποθετικά διαγραφόταν όλο – αλλά ισχύει και το αντίθετο. Μόνο οι μεταρρυθμίσεις δεν θα μειώσουν το χρέος.
Οι αγορές θα προσέξουν και θα τιμολογήσουν το ότι η Ελλάδα δεν θα γυρίσει στον κακό της εαυτό, αλλά και θα συνεκτιμήσουν το τι ελάφρυνση του χρέους θα προσφερθεί τώρα (εμπροσθοβαρώς). Οι αγορές θα προσέξουν περισσότερο την εξέλιξη του χρέους το 2030-2035 και όχι το τι θα συμβεί το 2050.
Συνεπώς η εκτίμηση είναι πως το πακέτο πρέπει να δουλεύει για τις αγορές, την Ευρωζώνη που πρέπει να διασφαλιστεί πως η Ελλάδα δεν θα γυρίσει στα παλιά και τον ελληνικό λαό που δεν πρέπει να αισθάνεται δεσμευμένος σε ένα αιώνιο πρόγραμμα.
Η ΕΕ ετοιμάζεται να χτίσει για την Ελλάδα ένα δημοσιονομικό μαξιλάρι 20 δισ. ευρώ για να διασφαλίσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας ως το 2020.
Σε σχέση με την εμπροσθοβαρή ελάφρυνση, θα υπάρξει μια σημαντική επέκταση της ωρίμανσης των λήξεων των δανείων, όχι όμως με τρόπο που να συγκεντρώνει όλες τις λήξεις τη δεκαετία του 2030.
Καλύτερη όμως λύση αποτελεί η επαναγορά των 12 δισ. ευρώ των δανείων του ΔΝΤ που έχουν σύντομες λήξεις και μεγάλο επιτόκιο (κοντά στο 3%) και να γίνουν δάνεια του ESM 40 ετών και με επιτόκιο 1%.
Επιπλέον υπάρχουν και τα 4 δισ. ευρώ των ΑNFAS (των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης), τα οποία θα επιστραφούν σε 4 ετήσιες δόσεις, υπό τον όρο της συμμόρφωσης στις δεσμεύσεις. Παρομοίως υπάρχει και ο γαλλικός μηχανισμός ως επιπλέον διασφάλιση.
Σε ό,τι αφορά την επιτήρηση μετά την 20η Αυγούστου:
Ο φόβος στις Βρυξέλλες δεν είναι αν και κατά πόσο θα υπάρξει αναστροφή πολιτικών, αλλά το αν το δημόσιο θα “χαλαρώσει” από το γεγονός ότι δεν έχει “συνηθίσει” στο να υλοποιεί δημοσιονομική πολιτική από μόνο του. Παρομοίως οι Βρυξέλλες φοβούνται και την επίδραση των εδραιωμένων συμφερόντων.
Ως εκ τούτου θα τεθούν σε προτεραιότητα μια σειρά από εργαλεία:
• Το ελληνικό πρόγραμμα ανάπτυξης που ετοίμασε η ίδια η κυβέρνηση,
• η χρήση της κοινοτικής υπηρεσίας υποστήριξη μεταρρυθμίσεων (know how)
• έξυπνα μέσα κινήτρων για εκτέλεση μεταρρυθμίσεων για το χρέος (εκταμιεύσεις έναντι μεταρρυθμίσεων)
• ενισχυμένη εποπτεία (βασίζεται στο λεγόμενο 2pack του ευρωπαϊκού εξαμήνου), δεν έχει χρησιμοποιηθεί ξανά, αλλά θα προσαρμοστεί στα ελληνικά δεδομένα.
Το βέβαιο είναι ότι έτσι και αλλιώς η Ελλάδα χρειάζεται να επιμείνει και να διατηρήσει τις διαρθρωτικές δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις για τα βασικά αίτια των προβλημάτων (πχ την ανεξάρτητη αρχή εσόδων)
Οι μεταρρυθμίσεις, θέλουν εκτελεστική υλοποίηση – προϋπολογισμούς, πληροφοριακά συστήματα και προσωπικό – θέλουν 10 χρόνια σταθερής δουλειάς πριν δούμε τα πραγματικά οφέλη, σύμφωνα με πληροφορίες.
Ακόμα και αν όλα τα προαπαιτούμενα είναι 100% νομοθετημένα, απαιτούνται αλλά 5-10 χρόνια εφαρμογής για να φανούν τα οφέλη.
Η Ελλάδα κατά συνέπεια είναι έτοιμη να βγει από το πρόγραμμα, αλλά η ανάκαμψή της εξαρτάται από την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και στην πράξη στο δεύτερο εξάμηνοτου 2018, το 2019 και το 2020 θα κριθεί, η πραγματική επιτυχία του προγράμματος. Η πραγματική μεταρρύθμιση δεν είναι απλά το ότι μειώθηκε κατά 40% ο λογαριασμός πληρωμών για την απασχόληση στο δημόσιο τομέα, αλλά και το ότι πρέπει να αυξηθεί η ποιότητα της αποτελεσματικότητας του δημοσίου: οι διευθυντές, τα προσόντα κ.α.
Τέλος σε σχέση με το ΔΝΤ, η πρόθεση είναι η ΕΕ να δουλέψει από κοινού με το ΔΝΤ , κάτι που συνεπάγεται κοινές αποστολές ελέγχου, ακόμα και στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας δύο φορές το χρόνο τουλάχιστον, μετά την 20η Αυγούστου. Πριν την 20η Αυγούστου έχει σημασία η έκθεση του Ταμείου για τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να τη δουν οι αγορές και να κρίνουν στη βάση της υφιστάμενης προόδου.
Πηγή: Real.gr