Ψαλίδι» στα βασικά της επιτόκια, το πρώτο μετά από το 2019, αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει αντίκτυπο και στα στεγαστικά δάνεια στην χώρα μας, τα οποία «πάγωσαν» και δεν ακολούθησαν τις όποιες αυξήσεις τους τελευταίους μήνες, εφόσον εξυπηρετούνταν κανονικά.
Από τον Μάρτιο του ’23 τα εγχώρια νοικοκυριά που είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους πληρώνουν «σταθερές» δόσεις, ακόμη και αν τα επιτόκια των δανείων τους είναι συνδεδεμένα με τα ευρωπαϊκά.
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Ο «πάγος» όμως ισχύει μόνον στην περίπτωση που τα επιτόκια συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά: Στην περίπτωση που προκύπτει μείωση των επιτοκίων, όπως τώρα μετά τις αποφάσεις της Κριστίν Λαγκάρντ, τότε«κουρεύονται» ανάλογα και τα επιτόκια και άρα και δόσεις των εν λόγω δανείων. Με άλλα λόγια ο «πάγος» ισχύει μόνον στην περίπτωση αυξήσεων των επιτοκίων.
Πως τα νοικοκυριά συνεχίζουν να ρίχνουν χρήμα στον… «κουβά»
Έτσι, η απόφαση της ΕΚΤ έρχεται να περιορίσει τα βάρη των νοικοκυριών, τουλάχιστον όσον αφορά ένα μικρό «κομμάτι» των τόκων που έχουν «φορτωθεί» οι δανειολήπτες όλο το προηγούμενο διάστημα.
Και αυτό γιατί η «ζημιά» ήδη έχει γίνει από τις προηγούμενες αναπροσαρμογές των επιτοκίων, καθώς οι περισσότεροι δανειολήπτες αυτή την στιγμή πληρώνουν μόνον τόκους και δεν αποπληρώνουν κεφάλαιο.
Όσοι έχουν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, άλλωστε, βιώνουν «μαύρη» διετία από τον Ιούλιο του ’22: Για να καλύψουν τις αλλεπάλληλες αναπροσαρμογές του βασικού επιτοκίου του ευρώ –όσοι κατάφεραν να παραμείνουν συνεπείς όλο αυτό το διάστημα- χρειάστηκε να ρίξουν αρκετές δεκάδες χιλιάδες ευρώ στον «κουβά», καθώς μετά από 20 και πλέον μήνες βρέθηκαν να χρωστούν … περισσότερα.
Κάτι που είναι κάτι παραπάνω από εμφανές ακόμη και σε δάνεια συνδεδεμένα με τα ευρωεπιτόκια τα οποία είχαν ρυθμιστεί νωρίτερα σε «σταθερές» δόσεις.
Χαρακτηριστικό, είναι το παράδειγμα ενός στεγαστικού δανείου ύψους 250.000 ευρώ, το οποίο είχε ληφθεί το 2007 με επιτόκιο συνδεδεμένο με εκείνο της ΕΚΤ και περιθώριο κέρδους της Τράπεζας μόλις 0,80%.
Ο δανειολήπτης την περίοδο αυξήσεων των επιτοκίων από τον Ζαν Κλοντ Τρισέ αναγκάστηκε να το ρυθμίσει και να περιορίσει την δόση.
Έτσι, σε συνεργασία με την τράπεζά του την μετέτρεψε σε «σταθερή» με συμφωνία αναπροσαρμογής της ανά 3ετία και με το επιτόκιο να παραμένει κυμαινόμενο.
Το υπόλοιπο του δανείου, με τον κάτοχό του να είναι συνεπής στην εξόφληση των δόσεων, διαμορφωνόταν τον Ιούνιο του 2022 στο ποσό των 187.393 ευρώ.
Ο δανειολήπτης εκείνη την περίοδο είχε καταφέρει να πληρώνει μία δόση που κατά το ήμισυ κάλυπτε τον τόκο, με το υπόλοιπο ποσό να «ροκανίζει» το κεφάλαιο.
Τότε ήταν που άρχισαν οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Κριστίν Λαγκάρντ.
Η δόση, η οποία κατέβαλλε ο εν λόγω δανειολήπτης και που διαμορφωνόταν στα 513 ευρώ, από τον Δεκέμβριο του 2022 και μετά πήγαινε ολόκληρη για να καλύψει τον αυξημένο τόκο… Έτσι, για σχεδόν 15 μήνες πλήρωνε μόνον τόκους: Συγκεκριμένα, έχει καταβάλλει 7.695 ευρώ, χρήματα που δόθηκαν για να πληρωθούν τα «σπασμένα» της ΕΚΤ. Αλλά και πάλι δεν ήταν αρκετά. Επειδή το ποσό της δόσης δεν επαρκούσε για να καλύψει ολόκληρες τις αυξήσεις που προέκυψαν από τις αποφάσεις της Κεντρικής Τράπεζας, ότι «περίσσευε» πήγαινε και πάλι στο κεφάλαιο.
Έτσι, το υπόλοιπο του δανείου του από 187.393 ευρώ τον Ιούνιο του ’22 αυξήθηκε στα 188.389 ως το α΄ τρίμηνο του ’24 παρά το ότι όλο αυτό το διάστημα κατέβαλλε κανονικά και χωρίς καθυστέρηση τις δόσεις του. Παρά το ότι πλήρωνε κανονικά λοιπόν τις δόσεις, το κεφάλαιο που χρωστά στην Τράπεζα «φούσκωσε» σχεδόν 1.000 ευρώ.
Η απόφαση για «σταθερές» δόσεις έως τον Απρίλιο του 2025
Σε κάθε περίπτωση, τα τραπεζικά ιδρύματα αποφάσισαν να παρατείνουν μέχρι και τον Απρίλιο του 2025, το περιβόητο «Πρόγραμμα Ανταμοιβής για Συνεπείς Πελάτες Στεγαστικών Δανείων».
Το εν λόγω καθεστώς –μέσω του οποίου παρέμειναν αμετάβλητα τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών δανείων των εγχώριων νοικοκυριών όλο το προηγούμενο διάστημα παρά τις όποιες αυξήσεις- έληγε κανονικά φέτος τον Απρίλιο.
Τα τραπεζικά ιδρύματα παρέτειναν το μέτρο για ακόμη 12 μήνες, δηλαδή θα είναι σε ισχύ έως τον Απρίλιο του 2025.
Η ανανέωση του προγράμματος έγινε «αυτόματα» από τις ίδιες τις Τράπεζες σε κάθε δικαιούχο ενήμερο δανειολήπτη. Και φυσικά για να διατηρηθεί η τιμολόγηση, το δάνειο θα πρέπει να παραμείνει ενήμερο καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος.