Οι Έλληνες κατασκευαστές κατέγραψαν μικρή βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών τον Δεκέμβριο, κλείνοντας μια περίοδο συνεχούς επιδείνωσης, η οποία ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2014.
Η ανάκαμψη του μεταποιητικού τομέα ήταν αποτέλεσμα της αυξημένης παραγωγής, η οποία επανήλθε σε πλαίσια ανάπτυξης για πρώτη φορά σε διάστημα 12 μηνών. Ενθαρρυντικό, σύμφωνα με τη Markit, είναι το γεγονός ότι καταγράφηκε επίσης μια μικρή αύξηση του αριθμού των εργαζομένων.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα, ένας σύνθετος δείκτης ο οποίος έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας, έκλεισε στις 50.2 μονάδες τον Δεκέμβριο. Η τιμή αυτή ήταν υψηλότερη από τις 48.1 μονάδες του Νοεμβρίου και υπέδειξε την πρώτη βελτίωση, μολονότι οριακή, των λειτουργικών συνθηκών σε διάστημα 16 μηνών.
Ευπρόσδεκτη ήταν από τους Έλληνες κατασκευαστές η επιστροφή της παραγωγής σε επίπεδα ανάπτυξης κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου. Επιπλέον, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν ο εντονότερος που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2014.
Σύμφωνα με τη Markit, η αύξηση της παραγωγής σημειώθηκε παρά ακόμα μία υποχώρηση των εισερχόμενων νέων παραγγελιών. Συνολικά, οι νέες εργασίες μειώνονται σε κάθε περίοδο της έρευνας, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο του 2014, ενώ μέλη του πάνελ αποδίδουν την πρόσφατη υποχώρηση στην έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Περιορίστηκαν επίσης οι νέες παραγγελίες εξαγωγών, παρότι ο ρυθμός συρρίκνωσης ήταν ο ασθενέστερος σε διάστημα 13 μηνών.
Τα στοιχεία της έρευνας του Δεκεμβρίου υπέδειξαν οριακή αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στις εταιρείες του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα. Με την πρόσφατη αύξηση, έκλεισε μια περίοδος οκτώ μηνών συνεχούς μείωσης των θέσεων εργασίας και σημειώθηκε γενική σταθεροποίηση του εργατικού δυναμικού στον μεταποιητικό τομέα.
Δεδομένου ότι καταγράφηκε μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων, οι αδιεκπεραίωτες εργασίες εξακολούθησαν να περιορίζονται, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα 23 μηνών. Μέλη του πάνελ συνέδεσαν τη μείωση αυτή με την αποπεράτωση έργων σε εκκρεμότητα.
Οι παραγωγοί αγαθών ανέφεραν μικρότερα αποθέματα έτοιμων προϊόντων κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου. Ο ρυθμός μείωσης ήταν σημαντικά ταχύτερος από τον επί μακρόν μέσο όρο που καταγράφεται στην ιστορία της έρευνας, ενώ συμμετέχοντες στην έρευνα συνέδεσαν την ταχύτερη μείωση με τους ελέγχους κεφαλαίων που επιβλήθηκαν στην αγορά.
Συγχρόνως, οι αγορές προμηθειών περιορίστηκαν για δέκατο έκτο συνεχή μήνα τον Δεκέμβριο. Ωστόσο, ο ρυθμός συρρίκνωσης εξασθένησε στον βραδύτερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα ενός έτους. Η περιορισμένη αγοραστική δραστηριότητα ήταν αποτέλεσμα, εν μέρει, της μειωμένης ροής εισερχόμενων νέων εργασιών.
Η αύξηση των τιμών εισροών εξακολούθησε τον Δεκέμβριο, ενώ ο ρυθμός αύξησης επιταχύνθηκε στον υψηλότερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών. Ωστόσο, οι εταιρείες μείωσαν τις μέσες τιμές χρέωσής τους ακόμα μία φορά στο τέλος του 2015. Υπήρξαν ενδείξεις ότι η μείωση των τιμών εκροών συνδέθηκε με τις ανταγωνιστικές πιέσεις στον τομέα.
Τέλος, οι μέσοι χρόνοι παράδοσης προμηθειών που αντιμετώπισαν οι Έλληνες κατασκευαστές επιμηκύνθηκαν για δέκατο τρίτο συνεχή μήνα κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου.
Ο Samuel Agass, οικονομολόγος της Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI σχολίασε: «Έχοντας υπομείνει τα πάνδεινα κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2015, το κλείσιμο του κύριου δείκτη πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων ήταν ένα ευχάριστο νέο για τον μεταποιητικό τομέα στην Ελλάδα. Η πρόσφατη ανάκαμψη συνέβη σε μια περίοδο ιδιαίτερα δυσχερών οικονομικών συνθηκών, όπου οι επιβεβλημένοι έλεγχοι κεφαλαίων και η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά εμπόδισαν την αποτελεσματική λειτουργία των παραγωγών αγαθών.
Η βελτίωση των επιχειρηματικών συνθηκών υποστηρίχτηκε από μια μέτρια αύξηση της παραγωγής, κάτι το οποίο οι κατασκευαστές βίωσαν για πρώτη φορά μέσα στο 2015. Η αύξηση του αριθμού των εργαζομένων, μολονότι οριακή, επίσης βοήθησε στη αναβίωση του τομέα.
Ωστόσο, η μεταποιητική οικονομία βρίσκεται ακόμα πολύ μακριά από την πλήρη ανάκαμψη. Οι εισερχόμενες νέες παραγγελίες εξακολουθούν να συρρικνώνονται, τόσο από τις εγχώριες αγορές όσο και από τις αγορές του εξωτερικού και τα αποθέματα εισροών κατέγραψαν περαιτέρω υποχώρηση.
Ωστόσο, η οριακή αυτή βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών είναι από μόνη της δείγμα σταθερής προόδου για μια οικονομία, η οποία μέχρι πριν από ένα εξάμηνο περίπου ήταν ιδιαίτερα επισφαλής».