Της Ελένης Καραμήτσου
Ανοιχτά βιβλιοπωλεία, αυτή είναι η έκκληση των βιβλιοπωλών αλλά και των αναγνωστών, αυτών που αναζητούν ένα μαγευτικό ταξίδι μέσα από ένα βιβλίο, σε μια εποχή που τα ταξίδια είναι αδύνατα, σε μια εποχή που η πανδημία πλήττει όλο τον κόσμο και κρατά κλειστά τα σύνορα αλλά και μεγαλώνει τις φυσικές αποστάσεις. Ιδιοκτήτες βιβλιοπωλείων καθώς και εκπρόσωποι εκδοτικών οίκων μίλησαν στο enikos.gr εξηγώντας πώς τα lockdown έπληξαν τις επιχειρήσεις τους, απευθύνοντας παράλληλα έκκληση για άμεσο άνοιγμα των μαγαζιών τους. Στη διάρκεια της καραντίνας, μπορεί το αναγνωστικό κοινό να στράφηκε στις διαδικτυακές αγορές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί το διαδίκτυο να αντικαταστήσει την επαφή του βιβλιοπώλη με τον αναγνώστη ή τη μυρωδιά του βιβλίου, αυτήν τη μαγική μυρωδιά που γεμίζει τα πνευμόνια. Ούτε μπορεί να υποκατασταθεί η ηλεκτρονική βιβλιοθήκη με την εικόνα των ραφιών γεμάτων με το επόμενο ανάγνωσμα που θα χαρίσει μία νέα εμπειρία και θα προσφέρει τροφή στο πνεύμα και την ψυχή.
Ελένη Νικολέλη, Χαρτόπολις, Ψυχικό
“Λειτουργούμε εδώ και 28 χρόνια, είμαστε ένα μικρό αλλά ενημερωμένο βιβλιοπωλείο. Στο πρώτο lockdown δεν ήμασταν προετοιμασμένοι, στο δεύτερο ήμασταν , αλλά δεν ήθελα προσωπικά να πιστέψω ότι θα κλείναμε και πάλι. Δεν έχουμε eshop, ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο, και τώρα το διαχειριζόμαστε με παραγγελίες που δεχόμαστε στο email μας, με κούριερ και με προσωπική δουλειά. Το βιβλίο αντιμετωπίζει φοβερή κρίση εδώ και δέκα χρόνια, όχι τώρα με τον κορονοϊό, απλώς ο κορονοϊός έκανε την κρίση πιο εμφανή. Αυτό γιατί πιστεύω ότι υπάρχει ασάφεια στη νομοθεσία των βιβλιοπωλείων. Για παράδειγμα, γιατί βγήκαν τα βιβλία από τα σουπερμάρκετ αυτήν την περίοδο; Γιατί υπάρχει αθέμιτος ανταγωνισμός. Τα βιβλία πρέπει να υπάρχουν στα βιβλιοπωλεία και όχι στα καταστήματα με τα ηλεκτρονικά είδη ή στα σουπερμάρκετ με τα καλσόν και τις μαγιονέζες. Δεν είναι ο χώρος τους εκεί. Αυτό λειτουργεί χρόνια, δεν συνέβη τώρα ξαφνικά με τον κορονοϊό. Ας πούμε χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι το βιβλίο του Ομπάμα πωλείται αποκλειστικά από το κατάστημα ηλεκτρικών ειδών. Εμείς τα βιβλιοπωλεία θα το έχουμε αρχές του χρόνου, γιατί να γίνεται αυτό; Γιατί να γίνεται αυτό! Τα βιβλία θα έπρεπε να πωλούνται στα βιβλιοπωλεία και να τα βρίσκουμε εκεί και όχι σε μαγαζιά που πωλούν ηλεκτρικά είδη” είπε η κυρία Νικολέλη και εξέφρασε τον θυμό της για τον πόλεμο που δέχεται το βιβλίο εδώ και χρόνια.
“Έχω θυμό μέσα μου γιατί το βιβλίο δέχεται τρομερό πόλεμο εδώ και χρόνια και όλα τα βιβλιοπωλεία -και υπάρχουν πολλά καλά βιβλιοπωλεία και στην Αθήνα και στην Περιφέρεια- και οι άνθρωποι δίνουμε μεγάλο αγώνα γι’ αυτό. Πρέπει να ακουστεί απ’ όλους μας ότι χρόνια υπάρχει αυτή η ασάφεια στο πώς το κάθε κατάστημα μπορεί να έχει βιβλία, δεν μπορεί να τα έχουν όλα. Ο κορονοϊός είναι καταστροφικός κατ’ αρχήν για την υγεία, αλλά έδειξε και άλλα προβλήματα που έχει η κάθε δουλειά όπως και η δική μας. Δεν ήταν λύση να κλείσουν τα βιβλιοπωλεία, πιστεύω τα μαγαζιά θα έπρεπε να είναι ανοιχτά, αλλά να υπήρχε ένας έλεγχος, ώστε να τηρούνται τα σωστά μέτρα ασφαλείας και έτσι να λειτουργούν τα καταστήματα. Όποιος δεν λειτουργεί έτσι, να πλήρωνε και το αντίστοιχο πρόστιμο… Ο κόσμος κυκλοφορεί έξω. Από τη στιγμή που αποφάσισα να το διαχειριστώ με ηλεκτρονικές παραγγελίες ώστε να έχω επικοινωνία με τους φίλους πελάτες αναγνώστες του βιβλιοπωλείου, , έρχομαι στο βιβλιοπωλείο καθημερινά. Έρχομαι το πρωί και φεύγω απόγευμα σχεδόν, τις ώρες που κινούμαι στον δρόμο, υπάρχει κίνηση, δεν έχει καμία σχέση με τον Μάρτιο. Τα κρούσματα είναι στα ύψη. Άρα το πρόβλημα δεν είναι τα κλειστά σχολεία ή τα μαγαζιά” υπογράμμισε η κυρία Νικολέλη και πρόσθεσε: “Στο διάστημα με τα δύο lockdown ο κόσμος έχει στραφεί στο βιβλίο, βλέπω τώρα με πόση αγάπη αγκάλιασαν την ιδέα να υπάρχει επικοινωνία με τους αναγνώστες, να μπορούν να μου πουν θέλω αυτά τα τρία βιβλία, μπορείς να μου τα στείλεις; Ή μπορείς να μου τα φέρεις; Στο πρώτο lockdown δεν το είχα σκεφτεί, έμενα σπίτι, έκανα δουλειές, διάβαζα, μαγείρευα, είχα και χρόνο να είμαι πιο πολύ με τον γιο μου. Ο κορονοϊός μας έφερε όλους λίγο πιο κοντά και εκεί φαίνεται η πραγματική φιλία και οι οικογένειες που έχουν γερές βάσεις” είπε και έστειλε το δικό της μήνυμα: “Το βιβλίο σε ταξιδεύει, μπορεί να μην μπορούμε να ταξιδέψουμε τώρα, γιατί έχουμε περιοριστεί, αλλά το βιβλίο θα σε πάει σε άλλη εποχή, σε άλλα μέρη, που ίσως να μην έχεις επισκεφθεί. Είναι ωραίο να έχεις κάποιον άνθρωπο να μπορεί να σου συστήσει, να σου προτείνει, να είναι ένας μικρός ξεναγός σ’ αυτό το ταξίδι. Τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία εύχομαι και ελπίζω, όλοι εμείς που δίνουμε τον αγώνα μας, να κρατήσουμε εμείς τα βιβλία, αυτούς τους μικρούς μας θησαυρούς και μακάρι να μην γυρίσουν τα βιβλία στα σουπερμάρκετ. Αυτή ήταν επιτυχία, αφού τα έβγαλαν να μην τα ξαναβάλουν, όπως τα φάρμακα. Τα φάρμακα δεν είναι στα φαρμακεία; Και τα βιβλία είναι φάρμακο για την ψυχή, οπότε να μείνουν στον χώρο τους και μακάρι να είναι ανοιχτά τα βιβλιοπωλεία. Να ανοίξουν όλα τα μαγαζιά γιατί υπάρχει κόσμος που θα μείνει χωρίς δουλειά. Όλοι μαζί μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα, να έχουμε αγάπη μέσα μας για τον διπλανό μας. Προτείνω να είμαστε εμείς και όχι εγώ και ο καθένας μέσα από τη δουλειά του να μπορεί να λέει τη γνώμη του, να λέει ιδέες και η κάθε κυβέρνηση να είναι ανοιχτή και να ακούει κι εμάς. Δνε τα ξέρουμε όλοι όλα. Μια ομάδα θα πάει μπροστά όταν βοηθάει ο ένας τον άλλον”.
Η κυρία Νικολέλη ανέδειξε και άλλη μια πτυχή των συνοικιακών βιβλιοπωλείων: “Στο Χαρτόπολις, φιλοξενούμε τους γνωστούς συγγραφείς αλλά καλούμε και εκείνους που κάνουν τώρα τα πρώτα τους βήματα στον χώρο των εκδόσεων. Εμείς τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία πρέπει να τους βοηθήσουμε και να τους στηρίξουμε ώστε να τους μάθει ο κόσμος και να γίνουν και εκείνοι στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα γνωστοί όπως οι υπόλοιποι καταξιωμένοι συγγραφείς” ενώ ευχήθηκε “λίγη υπομονή και πιστεύω θα φτιάξουν τα πράγματα, ας μην βιαζόμαστε, είναι δύσκολη κατάσταση, ας δείξουμε λίγη αγάπη στον δίπλα μας. Όλα θα γίνουν”.
Χάρης Νικολακάκης, Εκδότης ΧΑΡΛΕΝΙΚ (Bell – Silk – Άρλεκιν)
“Το δεύτερο lockdown είναι πολύ διαφορετικό από το πρώτο, της άνοιξης, και αυτό αντικατοπτρίζεται και στη συμπεριφορά των αναγνωστών. Στην πρώτη καραντίνα είδαμε εκτόξευση των διαδικτυακών πωλήσεων (μιλάμε για υπερδιπλάσιες πωλήσεις στο e-shop σε σχέση με την προ-καραντίνας εποχή, ειδικά τις πρώτες δύο εβδομάδες). Η εντυπωσιακή αυτή αύξηση διαδικτυακών (και τηλεφωνικών) πωλήσεων, φυσικά, δεν ήταν αρκετή για να αναπληρώσει τις πωλήσεις που δεν έγιναν μέσω των βιβλιοπωλείων, καθώς υπολογίζουμε ότι μέχρι τον Σεπτέμβριο οι συνολικές πωλήσεις μας σε σχέση με τους αντίστοιχους πρώτους 9 μήνες του 2019 είχαν μια πτώση 10 με 20%” είπε ο κ. Νικολακάκης και πρόσθεσε:
“Αυτή τη στιγμή (εν μέσω του δεύτερου lockdown) οι διαδικτυακές πωλήσεις έχουν σημειώσει μια ελαφρά αύξηση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (υπολογίζουμε γύρω στο 20%), χωρίς βέβαια, σε καμιά περίπτωση, να μπορεί να συγκριθεί η αύξηση αυτή με εκείνη της άνοιξης. Ο κόσμος φαίνεται να είναι πολύ πιο συγκρατημένος, ίσως μουδιασμένος και σε αναμονή… Μοναδική ελπίδα για να «σωθεί» κάπως η χρονιά, είναι να έχουμε μια σχετικά καλή γιορτινή περίοδο, με τα καταστήματα ανοιχτά και την ψυχολογία του κόσμου ανεβασμένη”.
Νατάσσα Γκουτζικίδου, συγγραφέας-υπεύθυνη εμπορικής διαχείρισης Εκδόσεις Υδροπλάνο
“Καραντίνα και βιβλίο, ένα μεγάλο κεφάλαιο που ευτυχώς αποδείχθηκε πιο υγιές σε σχέση με το παρελθόν. Υπάρχει η φήμη ότι ο Έλληνας δεν διαβάζει. Η καραντίνα ήρθε για να διαψεύσει τα πράγματα. Στην πρώτη καραντίνα είδαμε γενικότερα μια τεράστια αύξηση των πωλήσεων, θα έλεγα 100% πάνω γιατί πραγματικά ο κόσμος στράφηκε στον κόσμο του βιβλίου, ήταν στο σπίτι, είχε ανάγκη από παρέα, από συντροφιά, και το βιβλίο μην ξεχνάμε, άλλωστε, είναι ένας κόσμος που μπορείς να ταξιδέψεις χωρίς σύνορα, χωρίς κορονοϊό, χωρίς διαβατήριο” τόνισε η κυρία Γκουτζικίδου.
Αναφερόμενη στο δεύτερο lockdown, είπε: “Στη δεύτερη καραντίνα νομίζω ότι οι άνθρωποι ήταν πιο προετοιμασμένοι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το βιβλίο. Ωστόσο, και τώρα αποδείχθηκε πόσο το βιβλίο έγινε μια σταθερά στη ζωή του Έλληνα. Δεν είναι μόνο αυτοί που διάβαζαν και συνέχισαν να διαβάζουν και είχαν φροντίσει να προμηθευτούν βιβλία. Είναι νομίζω και κάποιοι άνθρωποι που λόγω καταστάσεων, λόγω συνθηκών ή λόγω ανάγκης δεν διάβαζαν. Ωστόσο, έκαναν τη δική τους στροφή σε όλο αυτό το κομμάτι, και νομίζω ότι το βιβλίο είναι η νέα συνήθεια που ήρθε για να μείνει. Με δεδομένο κιόλας ότι τα πράγματα έχουν πάρει μια τροχιά, η οποία δεν είναι τόσο καλή για την καθημερινότητά μας. Νομίζω τελικά το βιβλίο είναι η συνήθεια που ήρθε για να μείνει κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο από μόνο του.”
Παράλληλα σημείωσε: “Εδώ στις Εκδόσεις Υδροπλάνο έχουμε δει τη διαφορά στο κομμάτι των πωλήσεων. Προσπαθούμε κι εμείς από την πλευρά μας να κάνουμε το βιβλίο ακόμη πιο ελκυστικό σε σχέση με ό,τι έχει μάθει ο κόσμος πως είναι ένα βιβλίο. Δράσεις ακόμη που θα βοηθήσουν κάποιον να το γνωρίσει καλύτερα και γενικότερα θέλουμε να μείνει το κομμάτι του βιβλίου, νομίζω ότι αυτός είναι ο επόμενος στόχος, να κάνουμε το βιβλίο την επόμενη αγαπημένη μας συνήθεια για όσους δεν ήταν”.
Λία Παναγιωτίδου – Το Σπίτι του Βιβλίου, Θεσσαλονίκη
“Στην πρώτη καραντίνα, είχα πολύ λίγους μήνες λειτουργίας οπότε δεν είμαι καθ’ ύλην αρμόδια να μιλήσω για το πώς επηρέασε τον τζίρο το lockdown. Οι συνάδελφοί μου έχουν πολλά περισσότερα χρόνια, τους επηρέασε πολύ περισσότερο. Εμένα το θετικό ήταν ότι με έμαθαν περισσότερο στη γειτονιά, καθώς το μαγαζί είχε λίγους μήνες που είχε ανοίξει, ήμουν πολύ καινούργια. Άρχισε ο κόσμος να βγαίνει για περπάτημα και έμαθαν και το βιβλιοπωλείο. Λίγο αυτό λίγο η διαφήμιση από φίλους, κατάφερα να γίνω πιο γνωστή στη γειτονιά μου” τόνισε η κυρία Παναγιωτίδου.
Συγκρίνοντας το πρώτο με το δεύτερο lockdown υπογράμμισε: “Στη δεύτερη καραντίνα βλέπω τη διαφορά, δεν υπάρχει καν τζίρος, δεν έχουμε τις ίδιες παραγγελίες με την πρώτη. Πριν από την πρώτη καραντίνα, αλλά και την άνοιξη, είχα έναν μικρό τζίρο καθημερινά. Το καλοκαίρι άρχισα να μπαίνω σε μια σειρά. Τώρα βλέπω ότι υπάρχει πτώση και πλέον καταλαβαίνω τις επιπτώσεις της καραντίνας. Βιώνω αυτό που έλεγαν τα άλλα συνοικιακά βιβλιοπωλεία, που λειτουργούσαν περισσότερα χρόνια, για την πρώτη καραντίνα. Ο κόσμος είναι πολύ επιφυλακτικός. Με παίρνουν τηλέφωνο, παραγγέλνουν κάτι και λίγο μετά το ακυρώνουν. Υπάρχει φοβερή ανασφάλεια στον κόσμο. Το καλό είναι ότι έχω έναν κύκλο φίλων πελατών, οπότε υπάρχει μια κίνηση ευτυχώς, γιατί υπάρχει και θέμα επιβίωσης. Πάντως, παρατηρώ ότι από τη γειτονιά η κίνηση δεν είναι σαν την πρώτη, πριν από την άνοιξη”.
Αναφερόμενη στον αθέμιτο ανταγωνισμό που αντιμετωπίζουν από μεγάλες αλυσίδες αλλά και σουπερμάρκετ είπε: “Ειδικά πριν επιβάλλουν στα σουπερμάρκετ να βγάλουν κάποια προϊόντα και εμείς αλλά και άλλα καταστήματα είχαμε θέμα γιατί ήταν αθέμιτος ανταγωνισμός. Εμείς μπορεί να λειτουργούσαμε τηλεφωνικά, αλλά ήταν πολύ πιο εύκολο να πάνε στο σουπερμάρκετ να πάρουν το βιβλίο, το στυλό, το μολύβι. Το είχαν μπροστά τους. Δεν θα έμπαιναν στη διαδικασία να το πάρουν από το βιβλιοπωλείο. Τώρα προσπαθούμε να φτιάξουμε και εμείς τα eshop, όπως βλέπω και από άλλους συναδέλφους που μιλάμε, για να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε”.
Παράλληλα επεσήμανε τη σημασία του βιβλίου για τον αναγνώστη στην καραντίνα: “Το βιβλίο βοηθά την ψυχή του ανθρώπου, βοηθά το μυαλό να ξεφεύγει. Βλέπω μεγάλη στροφή στο βιβλίο αυτήν την εποχή. Εγώ τα λατρεύω, σαν αναγνώστρια ξεκίνησα, δεν μπορώ να είμαι αντικειμενική. Θέλω ανοιχτά βιβλιοπωλεία, να μπορεί ο αναγνώστης να βρει το βιβλίο του ανά πάσα ώρα και στιγμή, θέλω αυτήν την επαφή με τον φίλο πελάτη”.
Ασπασία Παπαχρίστου – Γωνιά του Βιβλίου-Παπαχρίστου, Πάτρα
Ασπασία και Βασιλική Παπαχρίστου – Χρίστος και Βασιλική Παπαχρίστου
Με τηλεφωνικές παραγγελίες και κατ’ οίκον παράδοση λειτουργεί το βιβλιοπωλείο Γωνιά του Βιβλίου-Παπαχρίστου στην Πάτρα, όπως τα περισσότερα συνοικιακά σε ολόκληρη την Ελλάδα. “Εμείς δεν έχουμε το site για να δεχόμαστε ηλεκτρονικές παραγγελίες, αλλά εξυπηρετούμε τους πελάτες μας αποστέλλοντας τα βιβλία που παραγγέλνουν τηλεφωνικά ή κάνουμε και κατ’ οίκον παράδοση, το πάμε εμείς οι ίδιοι αν είναι στον δρόμο μας. Εξυπηρετούμε και με αυτόν τον τρόπο. Υπάρχει ενδιαφέρον από τον κόσμο. Τις προάλλες στείλαμε και στην Αθήνα, αλλά επρόκειτο για πελάτη μας που παρήγγειλε από εμάς. Στέλνουμε γενικώς αλλά δεν έχει προκύψει γιατί καλύπτονται από τα καταστήματα τη Αθήνας. Οι εκδοτικοί οίκοι δουλεύουν οι περισσότεροι” τόνισε η κυρία Ασπασία Παπαχρίστου, μία εκ των ιδιοκτητών του βιβλιοπωλείου που είναι οικογενειακή επιχείρηση. “Ο πωλήσεις αρχίζουν και διαμορφώνονται σύμφωνα με το τι ζητάει ο καιρός. Από εδώ και πέρα θα πάμε στις ηλεκτρονικές πωλήσεις, θέλουμε δεν θέλουμε, αλλά σίγουρα δεν αντικαθίσταται η φυσική παρουσία του πελάτη στον χώρο και σίγουρα η προσωπική σχέση είναι αυτό που κρατάει τα δικά μας μαγαζιά που δεν είμαστε αλυσίδες, είμαστε οικογενειακές επιχειρήσεις και στηριζόμαστε στη διαπροσωπική σχέση που έχουμε με τον πελάτη. Έχουμε αρκετούς πιστούς πελάτες που είναι η δύναμη η δική μας. Πραγματικά αυτό πιστεύω δεν θα αλλάξει και είναι το μοναδικό που κρατάει τα μαγαζιά αυτά μπροστά στα θηρία και τις αλυσίδες που υπάρχουν” επεσήμανε.
Σχετικά με τα δύο lockdown είπε: “Στο πρώτο lockdown εμείς δεν δουλεύαμε, υπήρχε άγνοια και φόβος, δεν ξέραμε τι να κάνουμε, δεν δουλεύαμε τότε καθόλου, οι πωλήσεις έπεσαν. Περάσαμε και τη σχολική περίοδο που ήταν πολύ διαφορετική. Η σχολική και τα Χριστούγεννα στηρίζουν τη δική μας μαγαζιά. Μην κοροϊδευόμαστε. Και ήταν μια σχολική που ήταν πολύ πεσμένη. Και όχι μόνο η σχολική αλλά από τη στιγμή που ξεκίνησε το πρώτο lockdown τον Μάρτιο. Οι πωλήσεις ήταν πεσμένες γιατί ο κόσμος δεν ήξερε τι να κάνει, δεν μπορούσε να προγραμματίσει. Πόσες εργασίες χάθηκαν! Ο κόσμος έπαιρνε τα απολύτως απαραίτητα, αυτά που είχε απολύτως ανάγκη. Και όχι τα έξτρα. Θα έπαιρνε ένα βιβλίο να διαβάσει, όχι δύο και τρία όπως στο παρελθόν. Θα έπαιρνε αυτά που ζητούσαν τα παιδιά, τα ξενόγλωσσα, τα σχολικά των παιδιών, τα απολύτως απαραίτητα. Αυτό βλέπουμε και τις μέρες που είμαστε ανοιχτά στο δεύτερο lockdown. Αυτή είναι η τάση. Παίρνουν αυτά που χρειάζονται, που έχουν απόλυτη ανάγκη, και δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά. Θα πάρουν τα βοηθήματα των παιδιών, παιχνίδια ίσως ξεκινήσουν τώρα, αυτές τις μέρες. Αυτό το διάστημα δουλέψαμε πολύ με βοηθήματα και ξενόγλωσσα, που δεν είναι εύκολο ούτε να το παραγγείλεις, χρειάζονται και απαραίτητες διευκρινίσεις, να προτείνεις εσύ του πελάτη, ακόμη και αν δεν θέλει κάτι συγκεκριμένο, να δεις τις ανάγκες του πελάτη και να τον κατευθύνεις. Δώσαμε κάποια λογοτεχνικά βιβλία αλλά από εδώ και πέρα ελπίζουμε να πάει καλύτερα η λογοτεχνία. Να δούμε και πότε θα μας ανοίξουν γιατί είναι δύσκολα τα πράγματα. Βέβαια, το πρώτο που κοιτάμε είναι η υγεία όλων μας, αλλά πρέπει να δούμε και τι θα κάνουμε γιατί τα έξοδα δεν σταματούν”.
Πάνος Ιωαννίδης – Άνεμος, Λάρισα
“Ο κόσμος διαβάζει περισσότερο μέσα στην κρίση γιατί είναι κλεισμένος. Το lockdown έστρεψε τον κόσμο στο βιβλίο και διάβασαν περισσότερο αυτόν τον καιρό” έδωσε από τη δική του πλευρά τη θετική όψη των περιοριστικών μέτρων ο κ. Πάνος Ιωαννίδης επισημαίνοντας ωστόσο ότι “η τηλεφωνική ή διαδικτυακή παραγγελία δεν μπορούν να μεταφέρουν τη μυρωδιά του χαρτιού, τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει το βιβλίο μέσα στον φυσικό του χώρο, αλλά μέσα από την επικοινωνία, έστω κι έτσι, με τους πελάτες προσπαθούμε να τους ενημερώνουμε και για τις καινούργιες κυκλοφορίες και να διατηρούμε την επαφή μαζί τους” σημειώνοντας την αναγκαιότητα να είναι ανοικτά τα βιβλιοπωλεία, “Το καλό είναι ότι από το πρώτο lockdown αφυπνιστήκαμε και είχαμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε το δικό μας e-shop και μέσω αυτού να απευθυνθούμε στο κοινό μας, εξυπηρετώντας αμεσότατα και καλύπτοντας τις όποιες αναγνωστικές ανάγκες. Στην περιοχή της Θεσσαλίας κάνουμε εμείς τις διανομές με αποτέλεσμα τα βιβλία να πηγαίνουν γρήγορα στον αναγνώστη, βοηθώντας έτσι και στην αύξηση των πωλήσεων” τόνισε ο κ. Ιωαννίδης και πρόσθεσε: “Γενικώς δυσκόλεψαν τα πράγματα, αλλά μέσα από την κρίση βρίσκουμε λύσεις και προχωράμε” σημειώνοντας ότι πλέον κάνουν και αποστολές στην Αθήνα επεκτείνοντας τις δυνατότητές τους.
Μίλτος Γήτας – Μωβ Κουκουβάγια, Ιωάννινα
“Ποιος υπολόγιζε ότι θα συνέβαιναν όλα αυτά!” αναρωτήθηκε ο ιδιοκτήτης του βιβλιοχαρτοπωλείου Μωβ Κουκουβάγια στα Ιωάννινα, Μίλτος Γήτας. “Ανοίξαμε 17 Δεκεμβρίου του 2019. Δεν έχουμε συμπληρώσει έναν χρόνο, σχεδιάζαμε να γιορτάσουμε το ένα έτος λειτουργίας με εκπλήξεις, εκδηλώσεις, δώρα. Δύο καραντίνες μέσα σε έναν χρόνο, είναι υπερβολικά πολύ. Δεν ξέρω πώς κρατιόμαστε!” τόνισε και περιέγραψε την κατάσταση που βιώνει στα δύο lockdown: “Το πρώτο lockdown μας βρήκε απροετοίμαστους γιατί είμαστε μία πολύ καινούργια επιχείρηση. Είχαμε μόλις δυο-τρεις μήνες ζωής. Ο κόσμος της πόλης των Ιωαννίνων δεν μας γνώριζε και πολύ καλά, δεν είχαμε φθάσει και στο επίπεδο που θέλαμε το μαγαζί μας. Ήταν λίγο δύσκολα στην πρώτη καραντίνα. Δεν μπορέσαμε να δουλέψουμε πολύ τηλεφωνικές παραγγελίες, αν και είχαμε ζήτηση, ο κόσμος τηλεφωνούσε και ζητούσε βιβλία και άλλα. Γενικώς, δυσκολευτήκαμε πάρα πολύ εκείνο το διάστημα. Χάσαμε τη γη κάτω από τα πόδια μας. Με ένα μαγαζί που ήθελε ακόμη πολλή δουλειά, να σου τυχαίνει και η καραντίνα. Πολύ άγχος για τα οικονομικά, αν θα καταφέρουμε να είμαστε την επόμενη μέρα της καραντίνας εδώ, ανοθχτοί, ξανά στο μαγαζί μας. Μπήκαμε σε όλα τα προγράμματα που έδωσε το κράτος σαν ατομική επιχείρηση όπως είμαστε. Πήραμε τα επιδόματα, δεν δουλέψαμε πολύ στην πρώτη καραντίνα, ούτε με φωτοτυπίες που επιτρεπόταν ούτε με παράδοση κατ’ οίκον. Ήταν δύσκολα. Μετά, δώσαμε τον καλύτερό μας εαυτό. Αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα το μαγαζί, όπως ήταν ο σχεδιασμός, απλώς δεν είχαμε προλάβει να τον ολοκληρώσουμε ως το πρώτο lockdown. Μέσα στο καλοκαίρι δουλέψαμε πολύ σκληρά, δεν κλείσαμε ούτε λεπτό, όλο τον Αύγουστο προετοιμαζόμασταν για τη σχολική περίοδο. Ελπίζαμε να πάνε καλύτερα τα πράγματα”.
Σχετικά με το δεύτερο lockdown σημείωσε: “Τώρα, μας βρήκε ξανά η δεύτερη καραντίνα. Πάλι πολύ δύσκολα διότι όπως είπα, είμαστε πολύ καινούργιοι. Δεν ξέρω αν θα το αντέξει η τσέπη μίας καινούργιας επιχείρησης, όχι μόνο βιβλιοπωλείου, γενικότερα κάθε επιχείρησης που είναι καινούργια, γιατί δεν έχει κάνει την “καβάτζα” της, να το πω έτσι, είναι μονίμως στα έξοδα. Εμείς δεν είχαμε εμπειρία στις επιχειρήσεις. Δεν είχαμε στο παρελθόν άλλο βιβλιοπωλείο. Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα η Μωβ Κουκουβάγια. Έρχεται ξανά η καραντίνα και απαιτεί να σταθείς στα πόδια σου, να το παλέψεις” είπε και υπογράμμισε:
“Τώρα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι, δουλεύουμε καλύτερα τις τηλεφωνικές παραγγελίες, στέλνουμε και πολλά βιβλία ηλεκτρονικά, αλλά είμαστε από τους άτυχους να μην έχουμε site και είναι πολλά βιβλιοπωλεία που δεν έχουν site. Ακούς που λένε για ηλεκτρονικό εμπόριο και δουλεύουν όλα ρολόι, αλλά να μην γελιόμαστε, κανείς δεν θα προτιμήσει να μπει σε ένα site ενός μικρού βιβλιοπωλείου, και ιδίως στην επαρχία. Όλοι θα μπουν στα μεγάλα, των μεγάλων βιβλιοπωλείων και εμπορικών. Αυτή είναι η αλήθεια. Το μαγαζί το μικρό στηρίζεται καθαρά από την τοπική κοινωνία και τη γειτονιά. Αυτό πρέπει να τονιστεί. Και γι’ αυτό θα πρέπει να είναι ανοιχτό! Θεωρώ ότι είναι μεγάλη αδικία. Έστειλα επιστολές και σε βουλευτές του τόπου προσπαθώντας να αναδείξω την αδικία. Συνέβη και το οξύμωρο να έχουμε ανοιχτά σχολεία για λίγες ημέρες και κλειστά βιβλιοπωλεία. Ένα τετράδιο να θέλει ο άλλος να πάρει και να μην μπορεί. Κι ερχόμαστε σε δύσκολη θέση και άλλοι συνάδελφοι σίγουρα θα αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα, να σε παίρνει πελάτης να του πας ένα μολύβι κι ένα τετράδιο για 2,80 ή 3,40 και να πρέπει να διανύσεις οκτώ χιλιόμετρα για να εξυπηρετήσεις τον πελάτη, πράγμα που είναι ασύμφορο. Μόλις έκλεισαν και τα σχολεία, μπορεί τα πράγματα να ήρθαν στα ίσα τους, αλλά η δουλειά έπεσε κατακόρυφα. Ο κόσμος δεν έχει χρήματα όπως είχε στην πρώτη καραντίνα, οπότε, όπως μου έχουν πει κι άλλοι συνάδελφοι, ζητούσαν πολλά επιτραπέζια, πολλά βιβλία, διαδραστικά παιδικά βιβλία για να απασχολήσουν τα παιδιά στο σπίτι. Τώρα ο κόσμος είναι πιεσμένος. Βλέπω τους πελάτες μου πολύ συγκρατημένους, πολύ λίγα πράγματα αγοράζουν για τα παιδιά τους. Μένουν στα σχολικά τα απαραίτητα, για τις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης. Και το κοινό το αναγνωστικό που απέκτησα από την πρώτη στη δεύτερη καραντίνα, αυτό με στηρίζει και τώρα. Η κυρία που θα έπαιρνε δυο βιβλία τον μήνα ,αυτά θα πάρει και τώρα, απλώς της τα πηγαίνω εγώ τώρα. Έχουμε και το κομμάτι της φωτοτυπίας που έχει μπει στα βιβλιοπωλεία. Ενώ εγώ ήμουν από τους αρνητές, που ήθελα παραδοσιακό βιβλιοπωλείο, επειδή η φωτοτυπία είναι στους ΚΑΔ, ίσως εμείς οι βιβλιοπώλες θα πρέπει να το εκμεταλλευτούμε σ’ αυτήν τη φάση και όσο διαρκέσει η φάση και αν έχουμε και τρίτη καραντίνα. Είναι ένα κομμάτι που σε κρατά ζωντανό έστω να μπουν κάποια έσοδα να πληρώσεις το ρεύμα ή το ενοίκιο. Έτσι κινούμαστε, με φωτοτυπία και πολλές τηλεφωνικές παραγγελίες”.
Επεσήμανε ακόμη ότι “μεγάλη αδικία ότι δεν μπήκαμε σε καμία επιστρεπτέα προκαταβολή σαν καινούργια επιχείρηση, αυτές τις μέρες περιμένουμε μήπως πάρουμε πρώτης ανάγκης κι εμείς το συμμεριζόμαστε. Τα πράγματα είναι περίεργα, περιμένουμε από εδώ και πέρα να δούμε τι θα γίνει. Υπάρχει μερίδα του κόσμου παραδοσιακά που στηρίζει το βιβλίο, αλλά δεν ξέρω αν αυτό είναι αρκετό. Το να πουλήσει ένα βιβλιοπωλείο 10-15 βιβλία τον μήνα δεν ξέρω αν του αρκεί. Και πιστεύω ότι είναι μεγάλη “φούσκα” αυτό που γίνεται με τα site.Φίλοι μου που έχουν site και μιλάμε, δεν πουλάει τίποτα ο κόσμος. Ποιος θα μπει μέσα σε ένα βιβλιοπωλείο στα Γιάννενα να αγοράσει μέσω site. Θα αγοράσουν κατευθείαν από τους εκδοτικούς ή θα τα πάρει με έκπτωση ή δωρεάν μεταφορικά, άρα στραγγαλίζεται το μικρό βιβλιοπωλείο. Πρέπει να το στηρίξουμε τώρα, όχι μόνο με επιταγές βιβλίου. Εγώ είμαι στο πρόγραμμα του ΟΓΑ και του ΟΑΕΔ. Τα λεφτά του ΟΓΑ που πούλησα μέσα στο καλοκαίρι δεν τα έχω λάβει ακόμη, από 1η Οκτώβρη. Πώς να στηριχτεί το βιβλιοπωλείο με επιταγές όπως ζητούν οι μεγάλοι εκδοτικοί .Να διαχωριστούν τα συμφέροντα του εκδοτικού και του μικρού βιβλιοπωλείου”.
Πηγή: enikos.gr