Στις βασικές προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει σήμερα ο χρηματοπιστωτικός
τομέας στη χώρα μας και την επιτακτική ανάγκη οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης
μεταξύ των τραπεζών και των εταίρων της -δηλαδή των καταθετών, των πελατών, των
επιχειρήσεων, της κοινωνίας ευρύτερα- αναφέρθηκε η πρόεδρος της Εθνικής
Τράπεζας και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Λούκα Κατσέλη, μιλώντας από
το βήμα του 21ου Βanking Forum της Ελληνικής Εταιρείας Διοίκησης
Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ).
Για να επανέλθει το τραπεζικό σύστημα στην κανονικότητα πρέπει, όπως
εξήγησε, να ληφθούν 5 ουσιαστικά μέτρα.
Άρση των capital controls
Ως βασική πρόκληση ανέδειξε την ανάγκη για κάλυψη του ελλείμματος
εμπιστοσύνης μεταξύ των τραπεζών και των καταθετών καθώς η σχέση τους έχει
διαταραχθεί στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Για να επιτευχθεί αυτό, σύμφωνα
με την κ. Κατσέλη πρέπει να γίνει άρση των capital controls, το συντομότερο δυνατόν.
“Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί όταν ολοκληρωθεί με επιτυχία η
αξιολόγηση του Ελληνικού προγράμματος από τους θεσμούς. Μια τέτοια εξέλιξη θα
δώσει ισχυρή θετική σηματοδότηση προς τους επενδυτές και τους πολίτες και θα
βοηθήσει, ώστε να αρθεί η πολιτική και συστημική αβεβαιότητα. Οι προσδοκίες
όλων μας είναι ότι το πρώτο αυτό βήμα θα ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος
μηνός”.
Η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης συνδέεται, σύμφωνα με την πρόεδρο
της ΕΤΕ και, με δύο ακόμη πολύ κρίσιμους παράγοντες: αφενός τη σταδιακή
απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης –
τον ELA – και την επιστροφή στην πολύ πιο φθηνή χρηματοδότηση από τα κανονικά
κανάλια ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και αφετέρου τη
συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της
ΕΚΤ.
“Η επιστροφή στην ομαλότητα και κανονικότητα των τραπεζικών
συναλλαγών και η μείωση της αβεβαιότητας θα βοηθήσουν σημαντικά στη σταδιακή
επαναφορά της καταθετικής βάσης, που είναι ο βασικός μοχλός για τη τροφοδότηση
με ρευστότητα της πραγματικής οικονομίας. Θυμίζω ότι μεταξύ 2010 – 2015 οι
καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 114 δισεκ. ευρώ”,
τόνισε.
Npl’s
Δεύτερο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, αποτελεί η αποτελεσματική και
βιώσιμη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προς όφελος της ανάπτυξης,
της κοινωνικής συνοχής και της οικονομικής θέσης των τραπεζών.
“Για να έχουμε μία εικόνα των μεγεθών, το ποσοστό των μη
εξυπηρετούμενων δανείων ήταν μόλις στο 4,5% του συνόλου των δανείων το 2007 και
εκτινάχθηκε σήμερα στο 42%”, ανέφερε.
Η εκτόξευση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι, κατά
κύριο λόγο, απόρροια της βαθιάς ύφεσης κατά τη τελευταία εξαετία και της
συνακόλουθης συρρίκνωσης των εισοδημάτων των δανειοληπτών. Είναι χαρακτηριστικό
ότι από την έρευνα , το 70,2% των πολιτών χαρακτηρίζει τα μηνιαία εισοδήματά
τους χαμηλά και μεσαία προς χαμηλά, όταν το ποσοστό αυτό πριν από την κρίση,
ήταν μόλις 14%.
Σε ό,τι αφορά τα δάνεια ιδιωτών, ήδη οι τράπεζες από μόνες τους
προσφέρουν μία σειρά ευέλικτων και ελκυστικών προϊόντων ρύθμισης. Οι
προσπάθειες αυτές πρέπει να ενταθούν ώστε οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δανείων να
είναι αντίστοιχες των εξειδικευμένων αναγκών και δυνατοτήτων κάθε πελάτη, είτε
είναι ιδιώτης είτε μικρομεσαία επιχείρηση. Κρίσιμο ζήτημα αποτελεί η
αποτελεσματική διαχείριση και αναδιάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων
επιχειρηματικών δανείων. Αν γίνει κάτι τέτοιο με σωστό τρόπο- και αποτελεί
πλέον προτεραιότητα των ίδιων των τραπεζών-, τότε θα απελευθερωθούν κεφάλαια τα
οποία σήμερα είναι δεσμευμένα για την απορρόφηση τυχόν ζημιών και θα
διοχετευθούν για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, αλλά και την
επανεκκίνηση βιώσιμων επιχειρηματικών μονάδων.
Εταιρική διακυβέρνηση
Η αλλαγή εταιρικής κουλτούρας, είναι, σύμφωνα με την κ. Κατσέλη όρος
επιβίωσης για το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τόσο για να μπορεί να
ανταποκρίνεται με ταχύτητα και ευελιξία στο νέο σύστημα εποπτείας, όσο και για
να μεταβεί από θέση δύναμης και όχι αδυναμίας, στο νέο ψηφιακό τραπεζικό τοπίο.
Οι τράπεζες καλούνται να επενδύσουν και να αναβαθμίσουν τα συστήματα
διαχείρισης κινδύνων και εταιρικής διακυβέρνησης ,ώστε να μπορούν να
ανταποκρίνονται έγκαιρα στις αυξημένες απαιτήσεις πληροφόρησης και λογοδοσίας
προς τις εποπτικές αρχές , τους μετόχους και τους πελάτες τους και να
συμμορφώνονται γρήγορα και αποτελεσματικά ως προς τους δείκτες κεφαλαιακών
απαιτήσεων και μόχλευσης στο πλαίσιο της προληπτικής εποπτείας .
Νέο μοντέλο
Υπάρχει ανάγκη για την καθιέρωση ενός νέου επιχειρησιακού μοντέλου στο
Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, με επενδύσεις στη Πληροφορική και τις Τεχνολογίες,
καθώς και στο ανθρώπινο κεφάλαιο, αλλά και με τη δημιουργία νέων δυναμικών
πηγών εσόδων από νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Η προστιθέμενη αξία της επένδυσης των τραπεζών στο τομέα της
Πληροφορικής, των Τεχνολογιών και της Καινοτομίας, δεδομένων των περιορισμών
στους προϋπολογισμούς, είναι τεράστια. Η μετάβαση στο νέο ψηφιακό τραπεζικό
πρότυπο, προϋποθέτει αποτελεσματικές και σύγχρονες υποδομές πληροφορικής και
νέες τεχνολογίες, οι οποίες να μπορούν αφενός να υποστηρίζουν ενδοεπιχειρησιακά
την οργάνωση και τη λειτουργία της ψηφιακής τράπεζας, και αφετέρου να μπορούν
να υποστηρίζουν και να διαθέτουν τις νέες ψηφιακές υπηρεσίες προς τους πελάτες,
γρήγορα, αποτελεσματικά και με ασφάλεια.
Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι εμπορικές τράπεζες στην Ευρώπη
έχουν αρχίσει να εισέρχονται και να συμμετέχουν στη λεγόμενη εναλλακτική αγορά
χρηματοδότησης, που διεξάγεται μέσα πλατφορμών crowdfunding. Μια τέτοια
στρατηγική επιλογή έκανε και στη χώρα μας η Εθνική Τράπεζα, δημιουργώντας την
πλατφόρμα crowdfundingact4Greece, που σε πρώτη φάση λειτουργεί με βάση το
μοντέλο των δωρεών, αλλά σύντομα, όταν διαμορφωθεί το κατάλληλο θεσμικό
πλαίσιο, θα μπορεί να λειτουργεί και ως επενδυτική πλατφόρμα και ως πλατφόρμα
δανεισμού, κυρίως για τη παροχή μικροπιστώσεων και συμμετοχών στο εταιρικό
κεφάλαιο νεοφυών επιχειρήσεων.
Λογοδοσία στην κοινωνία
Πέμπτο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, η εξωστρέφεια και λογοδοσία του
τραπεζικού συστήματος προς την κοινωνία. Η αντιμετώπιση του χρηματοοικονομικού
αναλφαβητισμού και η ανάγκη έγκυρης και αξιόπιστης ενημέρωσης αποτελούν
κρίσιμους παράγοντες για τη μείωση της αβεβαιότητας και την αντιστροφή της
προβληματικής αντίληψης ότι «οι τράπεζες είναι απέναντι στη κοινωνία. Το
Ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν έχει άλλη επιλογή από το να αντιμετωπίσει
δυναμικά και αποφασιστικά τις προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά του. “Είμαι
αισιόδοξη ότι με τη βοήθεια όλων θα το πετύχουμε”, τόνισε.
Έρευνα της ΕΕΤ
Σε αντιπροσωπευτική δειγματοληπτική έρευνα της κοινής γνώμης που
διεξήχθη τον περασμένο μήνα για λογαριασμό της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών,
αποτυπώνονται ανάγλυφα οι δείκτες που τεκμηριώνουν την κρίση εμπιστοσύνης του
κοινού προς το Ελληνικό Τραπεζικό σύστημα, μιας κρίσης που επιδεινώθηκε
σημαντικά λόγω της γενικότερης χρηματοπιστωτικής κρίσης και της μείωσης του
βιοτικού επιπέδου μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού.
Έτσι :
• Το 80,3% των ερωτωμένων απαντά ότι εμπιστεύεται λίγο έως καθόλου το
τραπεζικό σύστημα. Το 2008, πριν το ξέσπασμα της κρίσης στη χώρα μας το ποσοστό
αυτό ήταν 38,5%. Σήμερα, μόλις το 19,3% δηλώνει ότι εμπιστεύεται πολύ έως
αρκετά το τραπεζικό σύστημα.
• Παρά τα θετικά αποτελέσματα της πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης που
έχουν καταστήσει τις Ελληνικές Τράπεζες φερέγγυες και θα μπορούσαμε να πούμε
υπερκεφαλαιοποιημένες, ένα ποσοστό 67,1% θεωρεί ότι το τραπεζικό σύστημα δεν
έχει καταστεί πιο ασφαλές μετά τη τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, έναντι ποσοστού
27% που πιστεύει ότι έχει γίνει ασφαλέστερο. Ο φόβος για πιθανό κούρεμα
καταθέσεων παραμένει διάχυτος παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο έχει αποκλεισθεί.
• Ποσοστό 86,8% πιστεύει ότι οι Ελληνικές τράπεζες δεν βοήθησαν τους
Έλληνες πολίτες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ενώ το 80,7% θεωρεί
ότι οι τράπεζες δεν ενδιαφέρονται για το κοινωνικό σύνολο.
Τι αναζητούν οι πολίτες από τις τράπεζες;
Στην κορυφή των επιλογών (37,3% των ερωτωμένων ) είναι το «κούρεμα»
δανείων για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα αποπληρωμής, η μείωση των επιτοκίων
δανεισμού ( 24,1%) καθώς και η διεύρυνση του χρονικού περιθωρίου αποπληρωμής
των δανείων (15,8%) . Με άλλα λόγια 77% των ερωτωμένων αναζητούν κάποια
αποτελεσματική ρύθμιση του χρέους τους .
Από την έρευνα αυτή προκύπτει και η σημαντική ανάγκη προαγωγής του
χρηματοοικονομικού εγγραμματισμού .Το 88,7% των πολιτών απαντάει ότι δεν είναι
επαρκώς ενημερωμένο για τις αρχές λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και την
ύπαρξη ή πιθανή χρήση τραπεζικών προϊόντων.
Αυτή είναι η αντίληψη της Ελληνικής κοινωνίας για το Ελληνικό τραπεζικό
σύστημα.
Αυτή η αρνητική θεώρηση- είτε δικαιολογημένη είτε όχι – τροφοδοτεί,
αναπαράγει και συντηρεί τη κρίση εμπιστοσύνης προς τις τράπεζες και λειτουργεί
ως τροχοπέδη στην ανάκτηση της ρευστότητας και την επανεκκίνηση της οικονομίας.
“Η αντιστροφή αυτού του κλίματος αποτελεί επομένως προτεραιότητα για όλους
τους κοινωνικούς εταίρους”, κατέληξε.