Το δυσβάστακτο βάρος του ενεργειακού κόστους που αντιμετωπίζει η ήδη επιβαρυμένη από την κρίση ελληνική βιομηχανία καταγράφει για πρώτη φορά επίσημα η κυβέρνηση μέσα από επιστολή που απήυθηνε ο Υφυπουργός Ανάπτυξης Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος προς όλους τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες. Ο υφυπουργός αναγνωρίζοντας το ζήτημα ως «μείζονος σημασίας» ζητά την ανάληψη μέτρων που θα ενισχύσουν τη βιομηχανία και θα φέρουν δεσμεύεις για νεες επενδύσεις.
Το πρόβλημα είναι από καιρού «γνωστό» στη βιομηχανία, γίνεται όμως με τον τρόπο αυτό και επίσημο.
Κωδικοποίηση
Στην επιστολή του, που κωδικοποιεί τα αποτελέσματα της Διυπουργικής επιτροπής για τη βιομηχανία, αναφέρεται πλέον ξεκάθαρα και καταγράφεται ως επιτακτική η ανάγκη να στηριχτεί η ελληνική βιομηχανία με δράσεις και παρεμβάσεις των αρμόδιων υπουργείων. Στόχος να εξασφαλιστεί όχι μόνο η βιωσιμότητα, αλλά και η ανταγωνιστικότητα της, με παρεμβάσεις που θα οδηγήσουν σε μείωση της ανεργίας και σε αύξηση θέσεων εργασίας.
Η βιομηχανία «φωνάζει»
Ο κ. Κωνσταντινόπουλος, για πρώτη φορά μεταφέρει ως κυβερνητική τοποθέτηση αυτό για το οποίο οι φορείς της βιομηχανίας “φωνάζουν” εδω και πολύ καιρό: ότι δηλαδή η ελληνική βιομηχανία έχει σημαντικά υψηλότερο ενεργειακό κόστος σε συγκριση με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές της. Σημειώνει μάλιστα ότι το ενεργειακό κόστος καθισταται για τις ελληνικές βιομηχανίες παράγοντας αθέμιτου αναταγωνισμού απέναντι στις ευρωπαικές.
Πράγματι, πως μπορεί μια ελληνική βιομηχανία να ανταγωνιστεί με αξιώσεις στο διεθνές περιβάλλον όταν απέναντί της στέκονται εταιρείες που λειτουργούν με μειωμένο κόστος ενέργειας (άρα και παραγωγης); Και ιδιαίτερα όταν το χαμηλότερο αυτό κόστος διαμορφώνεται μέσα και από στοχευμένες κρατικές πολιτικές αντιστάθμισης και επιτυχημένων διμερών συμβάσεων ενέργειας που αποτελούν κεντρικό μοχλό της βιομηχανικής στρατηγικής των περισσότερων χωρών της Ε.Ε.;
Προτάσεις
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος ο κ. Κωνσταντινοπουλος προχωρεί και σε μια σειρά προτάσεων – αιτημάτων προς τα συναρμόδια υπουργεία που ξεκινά από την επαναδιαπραγμάτευση με τη Gazprom ιδιαίτερα για το θέμα των ελάχιστων ποσοτήτων (ρήτρα take or pay) και φτάνει μέχρι τή μειωση του ΕΦΚ για βιομηχανική χρήση ρεύματος, την αναπροσαρμογη του ΕΤΜΕΑΡ και τη μείωση των βιομηχανικών τιμολογίων υψηλής τάσης στα επίπεδα του δημοσίου.
Ετεροβαρές το ελληνικό μοντέλο
Επιβεβαιώνοντας το «σημαντικά υψηλότερο ενεργειακό κόστος για την ελληνική βιομηχανία» η κυβέρνηση ουσιαστικά «δακτυλοδείχνει» τη ΔΕΗ. Πράγματι, το ελληνικό μοντέλο ανάπτυξης αποδεικνύεται ετεροβαρές όταν από τη μια η ΔΕΗ εμφανίζει εντυπωσιακή κερδοφορία στο εννεάμηνο, και από την άλλη η βιομηχανία δοκιμάζεται από δυσανάλογο ενεργειακό κόστος, δηλώνοντας …αδυναμία να βελτιωσει αντίστοιχα τα μεγέθη της. Για του λόγου το αληθές η δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού ανακοίνωσε εντυπωσιακά απτελέσματα με κέρδη μετά φόρους ύψους 121,8 εκατ. ευρώ (1.717,9%) έναντι 6,7 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι και κέρδη προ φόρων στα 179,5 εκατ. ευρώ έναντι 56,9 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο πέρυσι.
Φαίνεται ότι η ΔΕΗ με μερίδιο αγοράς 97% έχει τη δυνατότητα να λανσάρει και διαφημιστικές καμπάνιες εκατομμυρίων όταν υπάρχουν βιομηχανίες που έχουν κλείσει υπό το βάρος του ενεργειακού κόστους το οποίο η ίδια τους παρέχει. Υπενθυμίζεται ότι τον Οκτώβριο το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών δικαίωσε τη Χαλυβουργία έναντι της ΔΕΗ για την τιμή του ρεύματος και αναγνώρισε μάλιστα ότι η δεύτερη οφείλει να επιστρέψει 4,4 εκατ. ευρώ με τους τόκους. Επρόκειτο για μια απόφαση μετα από 6 χρόνια αγώνα στα οποία όμως έκλεισε και το εργοστάσιο του Ασπροπύργου.
Άραγε η ελληνική βιομηχανία να «θυσιάζεται» στο βωμό επιβίωσης δυο μονοπωλίων του δημοσίου που προμηθεύουν τις επιχειρήσεις με ακριβό ρεύμα και φυσικό αέριο;
Τη θέση αυτή έχουν υποστηρίξει πολλοί παράγοντες τη βιομηχανία το τελευταίο διάστημα. Η επιστολή του Υφυπουργού Ανάπτυξης έρχεται για πρώτη φορά να γυρίσει σελίδα αναγνωρίζοντας ότι το ζήτημα του ενεργειακού κόστους είναι ένα εθνικό ζήτημα μια κάθε μέρα που περνάει κρίνει τη βιωσιμότητα της ελληνικής βιομηχανίας.
Το ερώτημα είναι αν θα υπαρξει και συνέχεια μια και οι πληροφορίες που φτάνουν από την διαπραγμάτευση με την Τρόικα αναφέρουν ότι οι δανειστές ίσως παρουν πίσω και τα όσα –λίγα- έδωσαν πρόσφατα για τη μείωση του ενεργειακου κόστους στην Ελλάδα.