Άπιαστο όνειρο φαίνεται πως αποτελεί από το 2009 και μετά η αγορά ενός σπιτιού για τους νέους πολίτες. Aυτό συμβαίνει επειδή οι τιμές στα ακίνητα είναι ακόμη πιο υψηλές, τα δάνεια είναι ακόμη πιο ακριβά αλλά και οι μισθοί είναι ακόμη πιο χαμηλοί. Μάλιστα η εφημερίδα ” Ελεύθερος Τύπος” αναφέρει πως στη δημοφιλή ονοματοδοσία των γενεών, οι «Gen Z» είναι οι σημερινοί μαθητές και φοιτητές που είναι γεννημένοι από το 1997 μέχρι περίπου το 2012.
Οι «Millennials» είναι οι πολίτες ηλικίας 27 ετών και 43 ετών που είναι γεννημένοι μεταξύ 1980 και 1996. Και αυτό είναι το σημερινό «δυναμικό κοινό» για την αγορά πρώτης κατοικίας. Οι δεύτεροι είναι εκείνοι που αντιμετωπίζουν σήμερα πρόβλημα, ενώ οι πρώτοι εκτιμάται από τους ειδικούς πως ενδέχεται να βρουν μεγαλύτερα εμπόδια, όταν έρθει η ώρα να σκεφτούν μία τέτοια αγορά.
Πάντως οι 30άρηδες που παίρνουν σήμερα μισθούς περίπου στα 1.000 ευρώ μικτά / 820 ευρώ καθαρά, αδυνατούν να πάρουν στεγαστικό δάνειο. Το ίδιο ισχύει και για ένα ζευγάρι που λαμβάνει δύο μισθούς καθώς η δόση ενός μέσου στεγαστικού ύψους 120.000 ευρώ με σταθερό επιτόκιο ανέρχεται στα 700 ευρώ (684,9 – 793,27). Η άνοδος των τιμών στα ακίνητα αυξάνει τη μέση αξία στεγαστικού δανείου κάθε χρόνο. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η μέση μηνιαία δαπάνη ενός νοικοκυριού ξεπερνά τα 1.600 ευρώ. Ακόμα και αν δεν έχουν άλλες ανάγκες, ακόμα και αν όλοι ήταν πάντα υγιείς, χρειάζεται μία ζωή σημαντικών στερήσεων για να βγουν αυτά τα μαθηματικά…
Οι απολαβές
Για να προχωρήσει κανείς σε μια αγορά ακινήτου θα πρέπει είτε να έχει δικά του χρήματα είτε θα αναγκαστεί να λάβει δάνειο. Οι περισσότεροι θα χρειαστούν σε αυτήν την περίπτωση να ξοδέψουν από 80.000 έως 150.000 ευρώ. Το «κλειδί» για να αγοράσει κατοικία η συντριπτική πλειονότητα των νέων είναι το εισόδημα εκτός που τους «τυχερούς» που έχουν ήδη χρήματα στη κατοχή τους. Σήμερα οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα έχουν σημαντικά χαμηλότερους μισθούς από τις παλαιότερα χρόνια. Επίσης επισημαίνεται πως το πραγματικό εισόδημα ενός νέου σπάνια φτάνει για την κάλυψη του κόστους μίας μέσης δόσης στεγαστικού δανείου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ του υπουργείου Εργασίας, ο μέσος μικτός μισθός στην Ελλάδα ανέρχεται κοντά στα 1.184,35 ευρώ, δηλαδή περί τα 940 ευρώ στην τσέπη. Από τα πρόσφατα στοιχεία των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ) των επιχειρήσεων στον ΕΦΚΑ προκύπτει ότι το 26% των απασχολουμένων στον ιδιωτικό τομέα εργάζεται με ευέλικτες μορφές απασχόλησης με μέσο μηνιαίο μισθό 430 ευρώ (μικτά) και το υπόλοιπο 76% εργάζεται με πλήρη απασχόληση με μέσο μηνιαίο μισθό 1.251 ευρώ πάλι μικτά. Αυτό σημαίνει ότι και με αυτή τη μέτρηση ο συνολικός μέσος μηνιαίος μισθός στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο επίπεδο των 1.038 ευρώ μικτά και 846 ευρώ καθαρά για το 2023. Αν και το ποσό είναι κατά 4% αυξημένο σε σχέση με το 2022, η άνοδος του πληθωρισμού κατά 9,6% πέρσι και κατά 5,1% το 2021 κατά πολύ ξεπέρασε την άνοδο των μισθών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, ο πραγματικός μισθός των εργαζομένων να μειωθεί. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έγινε ακόμα πιο δύσκολο για τους παραπάνω να πάρουν ένα στεγαστικό δάνειο και να μπορούν να το αποπληρώσουν. Το όνειρο των νέων να αποκτήσουν τη δική τους πρώτη κατοικία έχει γίνει τα τελευταία χρόνια ακόμη πιο μακρινό για τους περισσότερους. Αυτό συμβαίνει επειδή οι τιμές στα ακίνητα έχουν ανέβει σημαντικά και τα αλλά και τα επιτόκια του δανείου έχουν πάρει την ανιούσα.
Σε κάθε περίπτωση, είναι άξιο αναφοράς ότι το 2009, όταν η ζωή ήταν φθηνότερη, τα επιτόκια χαμηλότερα και τα ακίνητα πιο προσιτά, ο μέσος μισθός ήταν κατά 26% μεγαλύτερος, στα 1.543 ευρώ μικτά.
Ακριβό «κεραμίδι»
Οι τιμές των κατοικιών βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών. Το 2023 αναμένεται οι τιμές των ακινήτων να κλείσουν ότι με μια περαιτέρω άνοδο 7%, ενώ το ίδιο αναμένουν και οι ειδικοί της αγοράς για του χρόνου. Οι τιμές στα ακίνητα έχουν επανέλθει στα επίπεδα του 2009 ωστόσο οι μισθοί των εργαζομένων είναι πολύ χαμηλότεροι. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες μεταβιβάσεις ακινήτων αφορούν είτε γονικές παροχές είτε ξένες επενδύσεις είτε αγορές με αρκετά μετρητά. Πολλοί αναζητούν ένα παλαιότερο ή μικρότερο ακίνητο για πρώτη κατοικία, όμως για αυτά που παρέχουν οι τιμές τους δεν είναι δεν φθηνές.
Σημειώνεται δε πως στο τέλος του τρίτου τριμήνου, οι τιμές των ακινήτων στα προάστια του Πειραιά (Κορυδαλλός, Μοσχάτο, Νίκαια) κατέγραψαν σημαντικές αυξήσεις έως και 23,3%. Πλέον θα πρέπει να υπολογίζει κανείς το τετραγωνικό μέτρο από 1.714 ευρώ από 1.391 ευρώ που ήταν το 2022. Μία άλλη εναλλακτική για φθηνότερο ακίνητο ήταν τα δυτικά προάστια της Αθήνας, όμως και εδώ οι τιμές αυξήθηκαν κατά 19,20% και διαμορφώθηκαν στα 1.800 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο από 1.510 ευρώ που ήταν το 2022
Όσον αφορά την Αττική και κυρίως τις περιοχές κοντά στην Αθήνα επισημαίνεται πως οι μέσες τιμές ακινήτων είναι οι χαμηλότερες και υπάρχει η μεγαλύτερη ζήτηση. Για ένα διαμέρισμα 85 τ.μ. που έχει τα βασικά χαρακτηριστικά που ζητεί κάποιος από μία κατοικία, στο Περιστέρι θα χρειαστεί περί τις 150.000 ευρώ, ενώ για τα προάστια του Πειραιά περί τις 190.000 ευρώ.
Στη Θεσσαλονίκη οι τιμές ακινήτων είναι οριακά χαμηλότερες, όμως ανεβαίνουν γρήγορα, καθώς υπάρχει ζήτηση, αλλά δεν υπάρχουν πολλές νέες οικοδομές. Υπάρχουν φθηνότερες επιλογές, ακίνητα 40 ετίας, με σχεδόν μηδενική ενεργειακή θωράκιση, σε περιοχές χαμηλότερης ασφάλειας και πολλούς άλλους συμβιβασμούς που μπορούν να γίνουν, όμως ευτυχώς για όλους τους εμπλεκόμενους, δύσκολα κάποιος θα επενδύσει 20 χρόνια αποπληρωμής δανείου σε ένα ακίνητο που δεν έχει μέλλον.
Οι τράπεζες και οι δανειολήπτες
Οι τράπεζες έχουν πολλά προϊόντα στεγαστικής πίστης, όμως το 2023 κανένα τους δεν είναι φθηνό. Από τον Ιούλιο του 2022 τα επιτόκια έχουν πάρει την ανηφόρα. Ενώ κάποτε πλήρωνες μόνο το περιθώριο της τράπεζας και τα έξοδα του δανείου, τώρα έχεις και ένα υψηλό Euribor που σου προσθέτει σχεδόν 4% στο τελικό επιτόκιο.
Για ένα δάνειο 120.000 ευρώ, με σταθερό επιτόκιο, η μέση δόση είναι 700 ευρώ, με τις προσφορές των τραπεζών να κυμαίνονται από 684,9 η φθηνότερη έως 793,27 ευρώ η ακριβότερη. Οι τράπεζες δεν δανείζουν περισσότερο από το 70-80% της αξίας ενός ακινήτου. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και για να πάρεις ένα ακίνητο με δάνειο, ακόμα και αν το υποθηκεύσεις, θα πρέπει να έχεις το 20-30% της αξίας του σε ίδια κεφάλαια. Τα παραπάνω ποσά αφορούν ένα λογικό μέσο δάνειο για αγορά μίας κατοικίας αξίας 150.000 ευρώ.
Όμως, με τις τιμές των ακινήτων να τραβούν την ανηφόρα, η μέση δόση δανείου ανεβαίνει σημαντικά όταν θέλεις ένα ακίνητο των 200.000 ή των 300.000 ευρώ. Οσο έχει δηλαδή ένα διαμέρισμα στο Μαρούσι ή στου Ζωγράφου. Ενδεικτικά, για ένα διαμέρισμα αξίας 200.000 ευρώ, που θα δανειστείς τις 160.000 ευρώ, η μέση προσφερόμενη δόση είναι σχεδόν 1.000 ευρώ τον μήνα (913,2 – 1.057,7 ευρώ). Αν σκέφτεσαι να αγοράσεις κατοικία αξίας 300.000 ευρώ, με δανεισμό 240.000 ευρώ, τότε πρέπει να έχεις γερό μηνιαίο εισόδημα.
Η μέση δόση είναι περί τα 1.450 ευρώ, με προσφερόμενες τιμές από 1.369,81 έως 1.586,55 ευρώ. Υπάρχουν αγορές με τραπεζικό δανεισμό, όμως η λήψη δανείου δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση όσο ήταν πριν απ’ τα μνημόνια. Σε πολλές περιπτώσεις χρειάζονται σημαντικές εγγυήσεις που δεν τις έχουν όλοι. Ο εργαζόμενος που θέλει να αγοράσει την πρώτη του κατοικία με δάνειο, χωρίς κάποια άλλη εξασφάλιση, θα δυσκολευτεί. Ελάχιστοι 30άρηδες έχουν τα εισοδήματα που μπορούν να καλύψουν τέτοιες δόσεις.