Aναθεωρεί επί τα χείρω τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2018 και το 2019 η Κομισιόν με τις εαρινές της προβλέψεις εκτιμώντας παράλληλα ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ στη διετία, με εφαρμογή των προνομοθετημένων μέτρων αλλά και των αντίμετρων ώστε να υπάρχει ουδέτερη δημοσιονομική επίπτωση.
Ο πήχης για το ρυθμό ανάπτυξης τοποθετείται πλέον στο 1,9% για φέτος και στο 2,3% για το 2019 (από 2,5% ανά έτος στις προηγούμενες προβλέψεις, μετά την επιβράδυνση (1,4%) «στο τέλος μιας καλής χρονιάς», πέρυσι.
Το πακέτο μέτρων, επισημαίνει η Κομισιόν προβλέπει τον επανυπολογισμό όλων των συντάξεων με βάση τις νέες μεθόδους οδηγώντας σε εξοικονομήσεις 1% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, οι προοπτικές εξαρτώνται από την ομαλή ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης και υποθέτουν την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος στήριξης του ESM. Τα πτωτικά ρίσκα ως προς την πρόβλεψη είναι εντονότερα και σχετίζονται με τη χρηματοδότηση επενδύσεων και τις περιφερειακές γεωπολιτικές εντάσεις.
Όπως αναφέρεται στις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν, το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας έφτασε το 0,8% του ΑΕΠ το 2017, υπεραποδίδοντας σημαντικά –κατά περίπου 2 ½ % του ΑΕΠ- του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% σύμφωνα με τον ορισμό του προγράμματος του ESM. Αυτό το αποτέλεσμα στηρίχθηκε από πολλά μέτρα, ιδιαίτερα τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του 2016 και τη μεταρρύθμιση στην έμμεση φορολόγηση. Ωστόσο, η μεταγενέστερη επίδραση της υπεραπόδοσης είναι πιθανό να είναι περιορισμένη, καθώς επιτεύχθηκε εν μέρει μέσω των χαμηλότερων του αναμενόμενου δαπανών και μιας σειράς προσωρινών παραγόντων, περιλαμβανομένης της πληρωμής ληξιπρόθεσμων φόρων μέσω της εθελοντικής αποκάλυψης.
Λόγω της προβλεπόμενης συμμόρφωσης προς τους δημοσιονομικούς στόχους, η Κομισιόν υποθέτει πως αυτό το πακέτο μέτρων θα εφαρμοστεί με τρόπο που θα είναι ουδέτερος για τον προϋπολογισμό. Το πακέτο μέτρων περιλαμβάνει αναπροσαρμογή όλων των συντάξεων με τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, κάτι που θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ το 2019. Η δημοσιονομική επίπτωση αυτού αναμένεται να αντισταθμιστεί από μια αύξηση των κοινωνικών και επενδυτικών δαπανών.