Ανοικτό εξακολουθεί να παραμένει το ζήτημα της οριστικής μετάβασης της ελληνικής οικονομίας στην ανάπτυξη, κάτι που, σύμφωνα με την πλειονότητα των μέχρι τώρα εκτιμήσεων για το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας, δεν αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέσα στο ερχόμενο έτος, αναφέρει το ΚΕΠΕ στο μηνιαίο δελτίο του.
Το ΚΕΠΕ σημειώνει ότι στην τρέχουσα φάση «διαφαίνεται ότι έχει εξαλειφθεί ένα σημαντικό τμήμα της αβεβαιότητας που κυριάρχησε στη διάρκεια του 2015, αναφορικά με την αναμενόμενη οικονομική πορεία, αλλά και το ρόλο της χώρας εντός της Ευρώπης».
«Η επίτευξη μιας σχετικής σταθερότητας αναφορικά με τις εγχώριες οικονομικές συνθήκες, ωστόσο, δεν δικαιολογεί εφησυχασμό, εφόσον το εγχώριο οικονομικό κλίμα παραμένει ιδιαίτερα εύθραυστο, εξαιτίας τόσο της απαραίτητης προσαρμογής που πρέπει να υλοποιηθεί σταδιακά και αφορά σε διαφορετικούς άξονες της οικονομικής δραστηριότητας, όσο και των πρόσφατων γεωπολιτικών εξελίξεων, η αντιμετώπιση των οποίων αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα».
Τρία σενάρια για την κάλυψη του παραγωγικού κενού
Το ΚΕΠΕ επεξεργάσθηκε τρία εναλλακτικά σενάρια για τη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να μπορέσει να εξαλείψει, έως το τέλος του 2022, το παραγωγικό κενό (output gap), δηλαδή την απόκλιση μεταξύ πραγματικού και δυνητικού ΑΕΠ, που παρατηρείται στο τέλος του 2015.
Το πρώτο και πιο αισιόδοξο σενάριο προϋποθέτει την πλήρη εξάλειψη του παραγωγικού κενού έως το τέλος του 2022, με την ταυτόχρονη υπόθεση ότι ο ρυθμός μεταβολής του δυνητικού ΑΕΠ την περίοδο 2016-2022 θα σημειώνει θετική μεταβολή κατά 2%, ετησίως, με ρυθμούς αντίστοιχους της περιόδου 2001-2007.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η ελληνική οικονομία θα έχει οριακά θετικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ για το 2016, της τάξης του 0,4%-0,5%. Ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα είναι 4,3% για την περίοδο 2016-2022 και το πραγματικό ΑΕΠ το 2022 θα διαμορφωθεί σε 249 δισ. ευρώ, όσο περίπου ήταν δηλαδή το 2008, όταν ξεκίνησε η κρίση.
«Θα πρέπει να τονιστεί», αναφέρει το ΚΕΠΕ, «ότι η ικανοποίηση αυτού του σεναρίου προϋποθέτει την επιτυχή υλοποίηση και ολοκλήρωση σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ώστε να επιταχυνθούν οι επενδύσεις και να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αυξάνεται η ενεργός ζήτηση της ελληνικής οικονομίας, γεγονός που προϋποθέτει την αποκατάσταση της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας, καθώς και την απρόσκοπτη χρηματοδότηση της χώρας είτε από τους επίσημους δανειστές ή από τις αγορές».
Το δεύτερο σενάριο προϋποθέτει, επίσης, την πλήρη εξάλειψη του παραγωγικού κενού στο τέλος του 2022, με την ταυτόχρονη, όμως, υπόθεση ότι ο ρυθμός μεταβολής του δυνητικού ΑΕΠ αυξάνεται κατά 1% κατά μέσο όρο την περίοδο 2016-2022. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η ελληνική οικονομία θα έχει 0,4% ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ το 2016, ενώ ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα είναι 3,3% για την περίοδο 2015-2022. Το πραγματικό ΑΕΠ το 2022 θα διαμορφωθεί σε 232,6 δισ. ευρώ, όσο περίπου ήταν, δηλαδή, στο τέλος του 2005.
Τέλος, το τρίτο σενάριο προϋποθέτει την εξάλειψη του παραγωγικού κενού που παρατηρείται στο τέλος του 2015, χωρίς, όμως, ταυτόχρονη αύξηση του δυνητικού ΑΕΠ. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 0,4% το 2016 και ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για την περίοδο 2016-2022 θα είναι 2,58%. Το πραγματικό ΑΕΠ θα διαμορφωθεί το 2022 σε 217 δισ. ευρώ, όσο περίπου ήταν στο τέλος του 2003, έναν χρόνο μετά την είσοδο της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση.
Το δυνητικό ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας στο τέλος του 2015 διαμορφώνεται σε 216,9 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το παραγωγικό κενό στο τέλος του 2015 να διαμορφώνεται στο -10%, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, ενώ οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι το παραγωγικό κενό της ελληνικής οικονομίας για το 2015 είναι στο -8%.