«Η
απελευθέρωση των επαγγελμάτων, παρά τη βραχυχρόνια σχετικά μικρή οικονομική της
επίδραση, αποτελεί μία αναγκαία διαρθρωτική μεταρρύθμιση με πολυδιάστατα και
μακροχρόνια θετικά οφέλη», αναφέρει έκθεση του ΚΕΠΕ (Κέντρου Προγραμματισμού
και Οικονομικών Ερευνών) για την «αποτίμηση της απελευθέρωσης σε 20 επιλεγμένα
επαγγέλματα». Από την έκθεση προκύπτουν
ενδείξεις μεγαλύτερης μείωσης των τιμών των επαγγελμάτων που απελευθερώθηκαν
και διατήρηση σχετικά υψηλού αριθμού νεοεισερχόμενων σε αυτά.
Τα
συγκεκριμένα επαγγέλματα/οικονομικές δραστηριότητες είναι:
Συμβολαιογράφοι-συμβολαιογραφικές εταιρείες, δικηγόροι-δικηγορικές εταιρείες,
νόμιμοι ελεγκτές, λογιστές-φοροτεχνικοί, ιατροί-ιατρεία-πολυϊατρεία,
οδοντίατροι-οδοντιατρεία-πολυοδοντιατρεία, φυσικοθεραπευτές-εργαστήρια
φυσικοθεραπείας, διδασκαλία σε φροντιστήριο-ίδρυση φροντιστηρίου, ενεργειακοί
επιθεωρητές, μεσίτες, πιστοποιημένοι εκτιμητές, οδηγοί ταξί-επιβατηγά ταξί
δημόσιας χρήσης, φορτοεκφορτωτές, ναυτικοί πράκτορες, ξεναγοί, ιδιωτικά γραφεία
ευρέσεως εργασίας, επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης,
εφημεριδοπώλες-πρακτορεία διανομής τύπου, ενεχυροδανειστές και εκτελωνιστές.
Από
την ανάλυση με βάση την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ και τους δείκτες ρύθμισης
προκύπτει ότι η εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου είχε ως αποτέλεσμα την
κατάργηση ή δραστική μείωση της πλειονότητας των περιορισμών στο σύνολο των
εξεταζόμενων επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων. Η μεγαλύτερη μείωση αφορά
σε εμπόδια εισόδου στα επαγγέλματα και λιγότερο σε ρυθμίσεις συμπεριφοράς τους.
Οι εναπομείνασες ρυθμίσεις αφορούν κυρίως επιστημονικά επαγγέλματα και
οικονομικές δραστηριότητες όπου, λόγω της απαιτούμενης επιστημονικής
εξειδίκευσης και της ιδιαίτερης φύσης των παρεχόμενων υπηρεσιών, δικαιολογείται
κάποιος υψηλότερος βαθμός ρυθμίσεων.
Οι
νεοεισερχόμενοι, στο σύνολο των εξεταζόμενων επαγγελμάτων, δεν μειώθηκαν
σημαντικά, παρά την οικονομική ύφεση, ενώ αν εξαιρεθούν ορισμένα επαγγέλματα
που έχουν υψηλή απασχόληση και κινητικότητα, ο αριθμός τους αυξήθηκε. Επιπλέον,
σε σύγκριση με τα έτη πριν τη μεταρρύθμιση, ο αριθμός των νεοεισερχομένων
φαίνεται να αυξάνεται καθώς περνούν τα έτη και ωριμάζει η απελευθέρωση.
Με
δεδομένο ότι οι μειώσεις στις τιμές των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο
Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΓΔΤΚ) ξεκίνησαν, κατά κανόνα, ένα έτος νωρίτερα
από τη μείωση του Δείκτη, αλλά και το γεγονός ότι σε αρκετές από αυτές τις
υπηρεσίες οι μειώσεις των τιμών ήταν εντονότερες συγκριτικά με την αντίστοιχη
υποχώρηση του ΓΔΤΚ κατά τα έτη 2013-2014, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το
ενδεχόμενο οι συγκεκριμένες μειώσεις να οφείλονται, σε κάποιο βαθμό, στις
μεταρρυθμίσεις. Σαφείς ενδείξεις για μείωση ως αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης
προκύπτουν μόνο για τις υπηρεσίες των μεσιτικών γραφείων. Αντίστοιχες ενδείξεις
παρατηρούνται και για τα περισσότερα επαγγέλματα που δεν συμμετέχουν στη
διαμόρφωση του ΓΔΤΚ.
Η
μεταρρύθμιση συνέπεσε με ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες στο σύνολο της ελληνικής
οικονομίας και στην εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας και σε αυτά τα
επαγγέλματα, λόγω της οικονομικής κρίσης. Οι συγκεκριμένες οικονομικές συνθήκες
καθιστούν ιδιαίτερα περίπλοκη την αποτίμηση των επιδράσεων της απελευθέρωσης,
καθώς είναι δύσκολος ο διαχωρισμός τους από τις επιπτώσεις της οικονομικής
κρίσης. Επιπλέον, κατά τη σύνταξη της εργασίας οι νομοθετικές παρεμβάσεις σε
συγκεκριμένα επαγγέλματα δεν είχαν ολοκληρωθεί, ενώ σε όσα είχαν
οριστικοποιηθεί δεν είχε περάσει αρκετός χρόνος από την εφαρμογή τους. Η τελική
διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου, πιθανόν, να επηρεάσει περαιτέρω, τόσο τον
αριθμό των νεοεισερχόμενων όσο και τις τιμές/αμοιβές, ενώ για ορισμένες
μεταβλητές, όπως η απασχόληση, που χαρακτηρίζονται από χρονική υστέρηση,
απαιτείται να περάσει περισσότερος χρόνος, ώστε να εκδηλωθούν πλήρως τα αποτελέσματα
των παρεμβάσεων. Συνολικά, σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, η απελευθέρωση είχε
μία θετική επίδραση και, ανεξαρτήτως του μικρού μεγέθους αυτής της επίδρασης
βραχυχρόνια, αποτελεί μία αναγκαία διαρθρωτική μεταρρύθμιση με πολυδιάστατα και
μακροχρόνια οφέλη.
Στον
πρόλογο της έκθεσης, ο πρόεδρος και επιστημονικός διευθυντής του ΚΕΠΕ, Νίκος
Θεοχαράκης, σημειώνει πως «είναι βέβαιο,
πάντως, ότι είναι αρκετά νωρίς για να μπορούμε να εκτιμήσουμε, με επιστημονικά
βάσιμο τρόπο, το πρόσημο της αποτίμησης της απελευθέρωσης των επαγγελμάτων στην
ελληνική οικονομία. Όσο η ύφεση διαρκεί και δεν αντιμετωπίζεται με
μακροοικονομικά αποτελεσματικό τρόπο, είναι πολύ αμφίβολο αν μεταρρυθμίσεις στο
μικροοικονομικό επίπεδο μπορούν να λειτουργήσουν ως ο μοχλός της περιπόθητης
ανάπτυξης».
H
έκθεση αποτιμά την πορεία απελευθέρωσης της αγοράς επαγγελμάτων/οικονομικών
δραστηριοτήτων του τομέα των υπηρεσιών, ως αποτέλεσμα των θεσμικών αλλαγών που
έλαβαν χώρα σε αυτόν τον τομέα μέχρι το τέλος του 2014. Σημείο εκκίνησης
αποτελεί ο Ν.3919/2011, που αφορούσε την κατάργηση αδικαιολόγητων περιορισμών
στην πρόσβαση και άσκηση επαγγελμάτων, ενώ ακολούθησε σειρά συμπληρωματικών
νομοθετημάτων στην κατεύθυνση της απελευθέρωσης.
]Y.C ��g�r��